Η ιστορία του σιδηροδρόμου ξεκινά το 1814 με την εφεύρεση της ατμομηχανής από τον Άγγλο George Stephenson και πολύ γρήγορα γίνεται δημοφιλής σε όλο τον κόσμο. Αποτελεί ένα χερσαίο μεταφορικό μέσο με πολλές δυνατότητες, όπως αποδείχθηκε αργότερα, και μεγάλη διάδοση στις κοινωνίες της τότε εποχής.
Μέχρι πρότινος οι κοινωνίες που γνώριζαν μεγαλύτερη άνθιση ήταν αυτές που βρίσκονταν σε παραθαλάσσιες τοποθεσίες, λόγω της εμπορικής δραστηριότητας δια θαλάσσης που είχε αναπτυχθεί τους προηγούμενους αιώνες.
Ο σιδηρόδρομος έφερε επανάσταση στον τομέα των μεταφορών και συνέβαλλε σε μια πιο ισομερή κατανομή αγαθών και ευρύτερα στην ανάπτυξη των περιφερειών. Ακόμα, έδωσε στους ανθρώπους τη δυνατότητα μετακίνησης σε απομακρυσμένες περιοχές αλλά και μέρη τα οποία προηγουμένως δεν είχαν τη δυνατότητα ούτε και το λόγο να επισκεφτούν (Δοκουμετζίδη, Κούσιος, & Μαλασπίνας, 1997).
Μέχρι τις αρχές του 19ου αιώνα ελάχιστοι άνθρωποι ταξίδευαν λόγω των δυσκολιών που παρουσιάζονταν κατά την πραγματοποίηση ενός ταξιδιού. Οι δρόμοι ήταν περιορισμένοι όπως και τα οχήματα, συνεπώς η μετακίνηση από το ένα μέρος στο άλλο ήταν δύσκολη και χρονοβόρα. Η μεταφορά των αγαθών πραγματοποιούνταν κυρίως με άλογα τα οποία συνήθως διέθεταν εκείνη την εποχή όσοι ασχολούνταν με την κτηνοτροφία. Η πλειοψηφία των υπόλοιπων ανθρώπων μετακινούνταν με τα πόδια και σπάνια για λόγους ψυχαγωγίας (Teach us history, χ.η.).
Η πλειονότητα των μετακινήσεων αφορούσε την πραγμάτωση εργασιών (συνήθως αγροτικών ή εμπορικών δραστηριοτήτων) ή τη μετανάστευση. Το πρώτο επιβατικό δρομολόγιο μέσω σιδηρoδρόμου πραγματοποιήθηκε το 1830 στην Αγγλία μεταξύ Liverpool και Manchester και προκάλεσε μεγάλη αίσθηση καθώς συνδέθηκαν δύο σημαντικά για την εποχή αστικά κέντρα. Οι προηγούμενοι σιδηρόδρομοι που είχαν κατασκευαστεί εξυπηρετούσαν κυρίως τη μεταφορά πρώτων υλών όπως νερό ή κάρβουνο σε ανθρακωρυχεία. Η σιδηροδρομική γραμμή Liverpool-Manchester ήταν διπλής τροχιάς και με ατμοκίνητο συρμό, τεχνολογία αρκετά προηγμένη για τα τότε δεδομένα (Wolmar, 2009).
Η εφεύρεση του σιδηροδρόμου έφερε ριζικές αλλαγές στην ανθρωπότητα και κυρίως στην κοινωνία της τότε εποχής δίνοντας τη δυνατότητα διάνυσης μεγάλων αποστάσεων όπως τη διάσχιση ολόκληρων ηπείρων και την πρόσβαση σε μέχρι τότε άγνωστα μέρη. Οι άνθρωποι ξεκίνησαν να ταξιδεύουν για αναψυχή ενώ παράλληλα η διευκόλυνση της πρόσβασης έδωσε τη δυνατότητα εργασίας σε πόλεις εκτός του τόπου κατοικίας. Σταδιακά μειώθηκε το κόστος μεταφοράς των φορτίων αλλά και των επιβατών και αυτό συνέβαλε σε μεγάλο βαθμό σε συνδυασμό με τη βιομηχανική επανάσταση στη δημιουργία και στην ανάπτυξη των αστικών κέντρων. Επιπλέον, έπαιξε μεγάλο ρόλο 7 στη διάδοση της τεχνολογίας και συνέδραμε στη διαδικασία της παγκοσμιοποίησης (Wolmar, 2009; UK Parliament, 2020).
Ο σιδηρόδρομος αποτέλεσε για περίπου έναν αιώνα το κατεξοχήν μέσο μεταφοράς, τη θέση του οποίου ήρθε να καταλάβει τον 20o αιώνα το αυτοκίνητο. Ειδικότερα από τα τέλη του 1960 και μετά, ο σιδηρόδρομος έρχεται αντιμέτωπος με την ανάπτυξη του εναέριου δικτύου και τη δημοτικότητα και εξάπλωση του οδικού δικτύου. Ενδεικτικά το μερίδιο του σιδηροδρόμου στην Ευρώπη από 32,6% το 1970 έπεσε στο 16,7% το 2006 όσον αφορά τη μεταφορά φορτίων και από 10% το 1970 στο 6,9% όσον αφορά τις επιβατικές μεταφορές (European Commission, 2008). Η αύξηση του μεριδίου του σιδηροδρόμου στη αγορά και ο εκσυγχρονισμός του αποτελεί πρόκληση εδώ και λίγες δεκαετίες για την Ευρώπη και τον υπόλοιπο κόσμο.
ΔΙΠΛΩΜΑΤΙΚΗ ΕΡΓΑΣΙΑ
ΤΗΣ
ΜΑΡΙΝΑΣ ΧΡΑΝΙΩΤΗ
ΕΠΙΒΛΕΠΩΝ ΚΑΘΗΓΗΤΗΣ: ΚΡΟΥΣΤΑΛΗΣ ΙΩΑΝΝΗΣ
sidirodromikanea