Οι κλοπές, οι τιμές και η παράκαμψη της νομιμότητας
Επικερδής είναι για τους εμπλεκόμενους η επονομαζόμενη «μαφία του χαλκού» η οποία καλά κρατεί και στην Πάτρα και τις γύρω περιοχές.
Οργανωμένες συμμορίες εντοπίζουν τους στόχους και με διάφορους απίθανούς τρόπους συνήθως νύχτα, «χτυπούν» ότι πιθανόν μπορεί να τους αποφέρει κέρδη στην «μαύρη αγορά» μετάλλων.
Οργανωμένες συμμορίες εντοπίζουν τους στόχους και με διάφορους απίθανούς τρόπους συνήθως νύχτα, «χτυπούν» ότι πιθανόν μπορεί να τους αποφέρει κέρδη στην «μαύρη αγορά» μετάλλων.
Στο στόχαστρό τους μπαίνουν διάφορα είδη που περιέχουν χαλκό όπως καλώδια, χλακοσωλήνες, χάλκινα αντικείμενα. Πέραν όμως του χαλκού «εφορμούν» και σε άλλα μέταλλα που μπορούν να τους αποφέρουν κέρδος όπως ορείχαλκος-μπρούντζος που περιέχεται σε εξαρτήματα ύδρευσης, διακοσμητικά αντικείμενα (κρίκους μνημάτων κτλ.), σκεύη, αλουμίνιο, ακόμα και σίδερο τον οποίο κυρίως εξασφαλίζουν από σκάρες υπονόμων κτλ..
Κατά καιρούς έχουν «γδύσει» εγκαταλελειμμένα κτίρια και παλιά εργοστάσια στις νότιες συνοικίες της πόλης, τις γραμμές του ΟΣΕ, καλώδια σε σπίτια και μαγαζιά που παραμένουν αφύλακτα τα βράδια, μπαταρίες αυτοκινήτων, νεκροταφεία ακόμα και μετασχηματιστές της ΔΕΗ στους οποίους πριν έχουν προκαλέσει βραχυκύκλωμα.
Πώς όμως φτάνουν οι άνθρωποι αυτοί να πουλήσουν τα κλεμμένα στις επιχειρήσεις εμπορία κι ανακύκλωσης;
Σύμφωνα με παράγοντες τις αγορές που είναι σε θέση να γνωρίζουν πως λειτουργεί το κύκλωμα, τα «αρπαχτικά» σε συνεννόηση με τους αγοραστές βρίσκουν τρόπου να παρακάμπτουν το νόμο και να μην παρουσιάζουν πουθενά τις συναλλαγές τους. Με απλά λόγια ενώ η σχετική νομοθεσία προβλέπει ότι όποιος προσέρχεται σε μια μάντρα με σίδερα για να εμπορευτεί «σκραπ» να αφήνει τα στοιχεία ταυτότητάς του καθώς και να καταγράφονται τα στοιχεία του οχήματος με το οποίο κατέφθασε στον χώρο, κάτι τέτοιο δεν γίνεται.
Η συναλλαγή γίνεται εντελώς στο «σκοτάδι» με τις δύο πλευρές έτσι να βγαίνουν κερδισμένες. Οι μεν «σκοτώνουν» τα κλοπιμαία χωρίς να καταγράφονται πουθενά κι έτσι ανενόχλητοι μπορούν να συνεχίσουν το έργου τους, οι δε αγοράζουν τον χαλκό και τα άλλα υλικά «κοψοχρονιά».
Έτσι αντί, για παράδειγμα να δώσουν 3,5 με 4 ευρώ για κάθε κιλό χαλκού τον πληρώνουν μόλις 2 ευρώ ή και λιγότερα με αποτέλεσμα να περιθώριο κέρδους τους να πολλαπλασιάζεται.
Αναλογιζόμενοι το κέρδος που προκύπτει, κάποιοι επαγγελματίες, είναι έτοιμοι να αναλάβουν και το ρίσκο μιας πιθανής αποκάλυψης από τις Αρχές οι οποίες κατά καιρούς πραγματοποιούν ελέγχους.
Όταν οι συναλλαγές γίνονται με τις νόμιμες διαδικασίες οι τιμές είναι πολύ διαφορετικές και κινούνται περίπου στα 4 ευρώ για τον χαλκό, 2,5 ευρώ το κιλό για τον μπρούντζο, 1 ευρώ για καλώδια, 1,20 για μολύβι, 0,70 για ανοξείδωτο, κ.α..
Πηγή: http://www.thebest.gr