Νόμιμο κρίθηκε από το Συμβούλιο της Επικρατείας το σχέδιο Προεδρικού Διατάγματος του υφυπουργού Διοικητικής Μεταρρύθμισης Κων. Ρόβλια για τον καθορισμό των κριτηρίων και της διαδικασίας κατάρτισης των πινάκων κατάταξης του πλεονάζοντος προσωπικού στις ΔΕΚΟ (εφεδρεία), δηλαδή στις επιχειρήσεις που λειτουργούν ως Νομικά Πρόσωπα Ιδιωτικού Δικαίου (ΝΠΙΔ) και ελέγχονται από το Δημόσιο.
Με το Διάταγμα καθορίζονται τα κριτήρια και η διαδικασία στην οποία θα προβαίνει το ΑΣΕΠ για την κατάρτιση των πινάκων κατάταξης του τυχόν πλεονάζοντος προσωπικού των δημοσίων επιχειρήσεων και οργανισμών. Ειδικότερα, οι διατάξεις του διατάγματος καταλαμβάνουν το τυχόν πλεονάζον προσωπικό των ΝΠΙΔ που υπάγονται στο πεδίο εφαρμογής του Ν. 3429/2005. Δηλαδή το προσωπικό των «δημοσίων επιχειρήσεων» ανεξάρτητα από τη μορφή λειτουργίας τους (Ανώνυμη Εταιρεία, κ.λπ.) στις οποίες το ελληνικό Δημόσιο ασκεί άμεσα ή έμμεσα αποφασιστική επιρροή, λόγω της συμμετοχής του στο μετοχικό κεφάλαιο ή λόγω της χρηματοοικονομικής συμμετοχής του ή επειδή είναι χρηματοδότης τους. Αντίθετα, στις διατάξεις του Π.Δ. δεν υπάγεται το προσωπικό που απασχολείται με σύμβαση μίσθωσης έργου, καθώς και αυτό που απασχολείται με σχέση εργασίας ιδιωτικού δικαίου ορισμένου χρόνου.
Το Ε' Τμήμα του Ανωτάτου Ακυρωτικού Δικαστηρίου στην υπ αριθμ. 301/2011 γνωμοδότησή του (πρόεδρος ο αντιπρόεδρος Κων. Μενουδάκος και εισηγητής ο πάρεδρος Δημ. Βασιλειάδης) αναφέρει ότι με το Διάταγμα επιτρέπεται να ρυθμιστούν «αποκλειστικά τα κριτήρια και η διαδικασία ένταξης σε σχετικούς πίνακες του τυχόν πλεονάζοντος προσωπικού των υπαγομένων στο Ν. 3429/2005 Νομικών Προσώπων Ιδιωτικού Δικαίου», έτσι ώστε να υπάρχει η δυνατότητα μεταφοράς του προσωπικού αυτού σε φορείς του δημοσίου τομέα (ΟΤΑ κ.λπ.), αλλά και να μπορεί να γίνει η επιλογή για απασχόληση σε φορείς του δημόσιου τομέα με συμβάσεις ορισμένου χρόνου, ή μερικής απασχόλησης ή για αποχώρηση με καθεστώς εθελουσίας εξόδου.
Οι σύμβουλοι Επικρατείας ξεκαθαρίζουν ότι το επίμαχο διάταγμα δεν αποτελεί «το πλαίσιο για τον προσδιορισμό τυχόν πλεονάζοντος προσωπικού» καθώς και ότι σε κάθε περίπτωση η εφαρμογή των ρυθμίσεων του διατάγματος «προϋποθέτει τον καθορισμό προσωπικού των φορέων ως πλεονάζοντος, με βάση τις διατάξεις που διέπουν τη λειτουργία τους ή άλλη διάταξη νόμου».
Οι δικαστές σημειώνουν στη γνωμοδότησή τους ότι το υπουργείο Διοικητικής Μεταρρύθμισης πρέπει να επανεξετάσει τη ρύθμιση του Διατάγματος που αφορά τη μοριοδότηση των υπαλλήλων στις ξένες γλώσσες, καθώς όπως σημειώνεται, στο Π.Δ. προβλέπονται 40 μονάδες για την άριστη γνώση οποιασδήποτε ξένης γλώσσας, 30 μονάδες για την πολύ καλή γνώση οποιασδήποτε ξένης γλώσσας, 20 μονάδες για την καλή γνώση γλώσσας κράτους-μέλους της Ευρωπαϊκής Ένωσης και 10 μονάδες για μέτρια γνώση γλώσσας κράτους-μέλους της Ευρωπαϊκής Ένωσης.
Όπως υπογραμμίζουν οι σύμβουλοι Επικρατείας για το ζήτημα της μοριοδότησης της ξένης γλώσσας, «ο υπάλληλος ο οποίος γνωρίζει άριστα μια ξένη γλώσσα συγκεντρώνει ίσο αριθμό μορίων (δηλαδή 40) με εκείνον ο οποίος γνωρίζει σε άριστο βαθμό περισσότερες ξένες γλώσσες» και προσθέτουν ότι πρέπει να συμπληρωθεί το διάταγμα έτσι ώστε να καθορίζεται ο τρόπος διαπίστωσης του επιπέδου γνώσης της ξένης γλώσσας (τίτλοι σπουδών, κ.λπ.).
πηγή ΑΠΕ-ΜΠΕ