«Παγώνει» η σύνδεση προσδόκιμου ζωής και συνταξιοδότησης, η πρώτη αύξηση μετατίθεται για το 2030
Το «πάγωμα» των ορίων ηλικίας συνταξιοδότησης έως το 2029 ευνοεί κυρίως τους σημερινούς 57άρηδες και 58άρηδες, οι οποίοι έως το 2030 θα έχουν συμπληρώσει το 62ο έτος της ηλικίας τους και, εφόσον διαθέτουν 40 χρόνια ασφάλισης, θα έχουν θεμελιώσει δικαίωμα συνταξιοδότησης.
Ρούλα Σαλούρου
.kathimerini.gr
Αντίστροφα για χιλιάδες ασφαλισμένους συνεχίζει να μετράει το… ασφαλιστικό ρολόι στη χώρα μας, καθώς όσο οι δημογραφικοί δείκτες πιέζουν, τόσο τα σημερινά «παράθυρα εξόδου» αποκτούν χαρακτήρα τελευταίας ευκαιρίας. Μια τέτοια, τελευταία ευκαιρία, έχουν άλλωστε και περίπου 25.000 με 30.000 ασφαλισμένοι, κυρίως μητέρες με ανήλικα τέκνα και εργαζόμενοι σε βαρέα και ανθυγιεινά επαγγέλματα, που μπορούν και το 2026 να συνταξιοδοτηθούν, ακόμη και 7 χρόνια νωρίτερα από τα 62. Βέβαια, η Ελλάδα έχει μπει ήδη σε τροχιά αναπόφευκτων αλλαγών στο ασφαλιστικό, υπό την πίεση της επιταχυνόμενης γήρανσης του πληθυσμού, όπως αποτυπώνεται στους δημογραφικούς δείκτες της τελευταίας έκθεσης του ΟΟΣΑ για τις συντάξεις (Pensions at a Glance 2025). Ωστόσο, παρά τις ισχυρές συστάσεις του Οργανισμού για αύξηση των ορίων ηλικίας συνταξιοδότησης, η κυβέρνηση και η ηγεσία του υπουργείου Εργασίας αποφάσισαν να βάλουν προσωρινά «φρένο» στις αλλαγές που αναμένονταν το νέο έτος, κι έτσι, η πρώτη, μικρή αύξηση των ορίων ηλικίας θα μετατεθεί για το 2030. Αναλυτικά, η σύνδεση των ορίων ηλικίας με το προσδόκιμο ζωής άνω των 65 ετών –μηχανισμός που έχει θεσμοθετηθεί ήδη από το 2010– μπαίνει εκ νέου στο συρτάρι, με την επανεξέταση να μετατίθεται για το 2029 και την όποια αύξηση να μεταφέρεται πλέον για το 2030.
Στην Ελλάδα, τα όρια ηλικίας συνταξιοδότησης είναι νομοθετικά συνδεδεμένα με το προσδόκιμο ζωής των ατόμων άνω των 65 ετών. Η πανδημία της COVID-19, ωστόσο, ανέκοψε την ανοδική πορεία του προσδόκιμου, με αποτέλεσμα να μην πληρούνται οι προϋποθέσεις για ενεργοποίηση του μηχανισμού αύξησης των ορίων το 2021 και το 2024.
Για το 2027, σύμφωνα με τις μελέτες που βρίσκονται σε εξέλιξη, το προσδόκιμο ζωής δεν φαίνεται να έχει ακόμη ανακάμψει σε τέτοιο βαθμό που να δικαιολογεί αλλαγές στα όρια ηλικίας πέραν του 67ου έτους για πλήρη σύνταξη ή του 62ου με 40 έτη ασφάλισης. Ετσι, η απόφαση που επρόκειτο να ληφθεί στα τέλη του 2026 για εφαρμογή από 1/1/2027, μετατίθεται χρονικά.
Στελέχη του υπουργείου Εργασίας επιβεβαιώνουν ότι το 2026 δεν θα εξεταστεί καμία αύξηση, ενώ η υφυπουργός Εργασίας και Κοινωνικής Ασφάλισης Αννα Ευθυμίου δήλωσε πρόσφατα ότι «δεν προκύπτει θέμα αναπροσαρμογής των ορίων ηλικίας συνταξιοδότησης», υπογραμμίζοντας ότι η μεγάλη αύξηση του 2015 παρέχει επαρκές περιθώριο ασφαλείας. Το μήνυμα της κυβέρνησης είναι σαφές: δεν υπάρχει λόγος πανικού ή πρόωρων αιτήσεων λόγω φόβου. Ετσι, με βάση τα σημερινά δεδομένα δεν θα εξεταστεί το 2026 η σύνδεση των ορίων ηλικίας με το προσδόκιμο ζωής. Η σχετική αξιολόγηση μετατίθεται το αργότερο για το 2029. Εφόσον τότε διαπιστωθεί αύξηση του προσδόκιμου, τα νέα όρια θα ισχύσουν από 1/1/2030.
Η Ελλάδα κατατάσσεται στις πιο «γερασμένες» χώρες του ΟΟΣΑ. Η αναλογία ατόμων άνω των 65 ετών προς τον πληθυσμό εργάσιμης ηλικίας θα εκτοξευθεί το 2050 στο 70 προς 100, από 39 προς 100 σήμερα και το όριο συνταξιοδότησης των 62 ετών με 40 χρόνια ασφάλισης θα αυξηθεί στα 66 έτη έως το 2050.
Η σύνδεση προσδόκιμου ζωής και ορίων ηλικίας εφαρμόζεται ήδη σε πολλές ευρωπαϊκές χώρες ως βασικό εργαλείο βιωσιμότητας των ασφαλιστικών συστημάτων. Η Ελλάδα είναι από τις πρώτες χώρες που θεσμοθέτησε το μέτρο με τον νόμο 3863/2010 (Λοβέρδου – Κουτρουμάνη), όμως δεν το έχει εφαρμόσει στην πράξη. Παρεμβλήθηκε βέβαια το τρίτο μνημόνιο, μέσω του οποίου έκλεισαν οριστικά όλες οι πόρτες πρόωρης –πριν από το 62ο έτος– συνταξιοδότησης και θεσπίστηκαν μεταβατικά όρια, προκειμένου η μετάβαση να είναι ομαλή για εκατοντάδες χιλιάδες ασφαλισμένους που βάσει των τότε ορίων, βρίσκονταν ένα βήμα πριν από τη συνταξιοδότηση.
Παρ’ όλα αυτά, ο ΟΟΣΑ στην πρόσφατη έκθεσή του για το ασφαλιστικό, ήταν σαφής: η αύξηση των ορίων ηλικίας είναι αναπόφευκτη. Η Ελλάδα κατατάσσεται ήδη στις πιο «γερασμένες» χώρες του Οργανισμού και εκτιμάται ότι μέσα στα επόμενα χρόνια θα είναι δεύτερη μετά την Ιταλία.
Πιο «επίφοβη» κατηγορία για αύξηση των ορίων συνταξιοδότησης θεωρούνται οι σημερινοί 50άρηδες και 55άρηδες, καθώς δεν θα έχουν φτάσει τα 62 έως το 2030 και είναι πιθανό να εγκλωβιστούν σε μία ή και δύο αυξήσεις ορίων ηλικίας, οδηγούμενοι ακόμη και στα 68-69 ή στα 64 με 40ετία.
Το «πάγωμα» έως το 2029 ευνοεί κυρίως τους σημερινούς 57άρηδες και 58άρηδες, οι οποίοι έως το 2030 θα έχουν συμπληρώσει το 62ο έτος της ηλικίας τους και, εφόσον διαθέτουν 40 χρόνια ασφάλισης, θα έχουν θεμελιώσει δικαίωμα συνταξιοδότησης χωρίς να επηρεαστούν από μελλοντικές αυξήσεις. Αντίθετα, πιο «επίφοβη» κατηγορία θεωρούνται οι σημερινοί 50άρηδες και 55άρηδες, καθώς δεν θα έχουν φτάσει τα 62 έως το 2030 και είναι πιθανό να εγκλωβιστούν σε μία ή και δύο αυξήσεις ορίων ηλικίας, οδηγούμενοι ακόμη και στα 68-69 ή στα 64 με 40ετία.
