Μεταξύ των πιο σημαντικών παραδειγμάτων, βρίσκεται και η περίπτωση της ιδιωτικοποίησης του λιμένα Πειραιώς στην Ελλάδα, το δίκτυο ηλεκτρικής ενέργειας στην Πορτογαλία ή η δημιουργία σιδηροδρομικής γραμμής ανάμεσα στο Βελιγράδι και τη Βουδαπέστη.
Σε σύγκριση με άλλες χώρες, η Κίνα είναι πολύ πίσω όσον αφορά τις επενδύσεις στο εξωτερικό. Η επιτάχυνση των επενδύσεων που πραγματοποιεί, συνοδεύεται και από ένα «αντικινεζικό» πνεύμα, γράφει η γαλλική εφημερίδα Les Echos.
“Πρόκειται για ένα παγκόσμιο φαινόμενο, από το οποίο δεν μπορεί να ξεφύγει ούτε η Ευρωπαϊκή Ένωση. Η Κίνα είναι έτοιμη να κερδίσει το χαμένο έδαφος, επενδύοντας μαζικά στο εξωτερικό”, σημειώνει η γαλλική οικονομική εφημερίδα.
Το σύνολο του κινεζικού επενδυτικού αποθέματος στο εξωτερικό αντιστοιχεί στο 10% του ΑΕΠ της χώρας. Πρόκειται για χαμηλό ποσοστό σε σύγκριση με το 50% που αντιστοιχεί σε Γαλλία και Ηνωμένο Βασίλειο, με το 39% που αντιστοιχεί στη Γερμανία, το 34% των ΗΠΑ ή το 28% της Ιαπωνίας.
Όσον αφορά στην Ευρωπαϊκή Ένωση, τα κεφάλαια με προορισμό τη γηραιά ήπειρο αυξάνονται σημαντικά. Το 2016 άγγιξαν τα 35 δισεκατομμύρια ευρώ, ενώ το 2010 ήταν μόλις 1,6 δισεκατομμύρια ευρώ. Ωστόσο, παρά την αύξηση αυτή, το συνολικό επενδυτικό αποθεματικό κινεζικών συμφερόντων παραμένει οριακό για το 2015, σύμφωνα με τη Eurostat. «Δεν χωρεί καμία αμφιβολία ότι η Κίνα έχει μεγαλύτερη ανάγκη την Ευρώπη από το αντίστροφο», σύμφωνα με μελέτη του ευρωπαϊκού think tank Network (ETNC) που πραγματοποιήθηκε σε 19 ευρωπαϊκές χώρες.
Εκτός από την πρόσβαση στην ευρωπαϊκή αγορά ή σε τρίτες χώρες μέσω της Ευρώπης, οι Κινέζοι επενδυτές αγαπούν πολύ τα εμπορικά σήματα, την τεχνογνωσία, ιδίως στον τομέα της διακίνησης εμπορευμάτων, αλλά και στα συστήματα παραγωγής. Οι πρωτοβουλίες τους συχνά προκαλούνται από τις κοινωνικές αλλαγές και τις νέες καταναλωτικές συνήθειες του πληθυσμού. Χαρακτηριστικό παράδειγμα, είναι η επένδυση στο Carhaix της Βρετάνης στον γαλακτοκομικό τομέα, η οποία αναδεικνύει τις νέες διατροφικές συνήθειες των Κινέζων.
Από την άλλη μεριά, βέβαια, η επέκταση των κινεζικών επενδύσεων στην Ευρώπη δημιουργεί άλλα προβλήματα, που σχετίζονται κυρίως με το ζήτημα της αμοιβαιότητας και του ανταγωνισμού, τη στιγμή που οι ίδιοι οι Ευρωπαίοι δυσκολεύονται να διεισδύσουν στην κινεζική αγορά. Πολύ συχνά, ειδικά όσον αφορά τις μεγάλες δημόσιες επιχειρήσεις, τα συμφέροντα του κινεζικού κράτους παραμένουν αδιάρρηκτα δεμένα με την κινεζική δραστηριότητα στην Ευρώπη.
Μεταξύ των πιο σημαντικών παραδειγμάτων, βρίσκεται και η περίπτωση της ιδιωτικοποίησης του λιμένα Πειραιώς στην Ελλάδα, το δίκτυο ηλεκτρικής ενέργειας στην Πορτογαλία ή η δημιουργία σιδηροδρομικής γραμμής ανάμεσα στο Βελιγράδι και τη Βουδαπέστη. Οι επενδυτικές αυτές δραστηριότητες δείχνουν ότι η Κίνα είναι έτοιμη να διεισδύσει στον ευρωπαϊκό οικονομικό ιστό.
Το παραπάνω συναίσθημα είναι πιο έντονο όταν έχουμε να κάνουμε με εξαγορές εκτός νόρμας. Αυτή ήταν και η περίπτωση της Kuka στη Γερμανία, της οποίας η πώληση στην Κίνα προκάλεσε συζητήσεις που εκδηλώθηκαν για πρώτη φορά στην πολιτική σφαίρα της χώρας, με επιχειρήματα που έκαναν λόγο για ανάγκη προστασίας της εγχώριας βιομηχανίας, αλλά και για την εθνική ασφάλεια. Καθώς, λοιπόν, αναδύονται κάποια «αντικινεζικά» συναισθήματα, η Γερμανία ή ακόμα και η Ουγγαρία, ακολουθώντας το παράδειγμα της Γαλλίας, θεσπίζουν νομοθεσία που στόχο έχει να προστατεύσει τους εθνικούς στρατηγικούς τομείς ή τις ευαίσθητες τεχνολογίες σε σχέση με τους εξωτερικούς επενδυτές. Πρόκειται για μια τάση που θα μπορούσε να επεκταθεί περαιτέρω.
Πηγή: Les Echos, ΑΠΕ-ΜΠΕ,sigmalive.com