Του Αναστάσιου I Σπηλιόπουλου
«Με ιδιαίτερη χαρά δέχθηκα την πρόταση των υπευθύνων της έκδοσης αυτής να παρουσιάσω κάποιες σκέψεις και απόψεις μου για θέματα που απασχολούν τον ΟΣΕ, τους ανθρώπους του, αλλά και το σύνολο, κατά την προσωπική μου άποψη, των κατοίκων της Βόρειας Ελλάδας και αυτό διότι πιστεύω ακράδαντα ότι οι μεταφορές, στην περίπτωση μας οι σιδηροδρομικές, έχουν τεράστια συνεισφορά στην ανάπτυξη των λαών τόσο σε οικονομικό, κοινωνικό αλλά και πολιτισμικό επίπεδο.
Για την ανάπτυξη της χώρας μας άλλωστε είναι κοινά αποδεκτό ότι η συνεισφορά του σιδηροδρόμου υπήρξε μεγάλη και θα μπορούσε να ήταν ακόμη μεγαλύτερη αν οι εκάστοτε κυβερνώντες, ανεξαρτήτως χρώματος και ιδεολογίας, έδιναν την δέουσα προσοχή και αντιλαμβάνονταν έγκαιρα ότι η ανάπτυξη του ήταν και είναι στενά συνδεδεμένη με την ανάπτυξη και την ευημερία της.
Για την ανάπτυξη της χώρας μας άλλωστε είναι κοινά αποδεκτό ότι η συνεισφορά του σιδηροδρόμου υπήρξε μεγάλη και θα μπορούσε να ήταν ακόμη μεγαλύτερη αν οι εκάστοτε κυβερνώντες, ανεξαρτήτως χρώματος και ιδεολογίας, έδιναν την δέουσα προσοχή και αντιλαμβάνονταν έγκαιρα ότι η ανάπτυξη του ήταν και είναι στενά συνδεδεμένη με την ανάπτυξη και την ευημερία της.
Πλέον όμως αυτής καθ’ αυτής της αδιαφορίας που επέδειξαν για τον σιδηρόδρομο η σημερινή υποβάθμιση σε σημαντικότατο βαθμό οφείλεται και στην αδιαφορία που για πολλά χρόνια επέδειξαν για την σύλληψη και υλοποίηση συγκεκριμένης και με μακροπρόθεσμο ορίζοντα πολιτικής στον τομέα των μεταφορών, κάτι που είχε ως αποτέλεσμα την ανάπτυξη των μέσων μεταφοράς και των υποδομών με τρόπο άναρχο και έντονα ανταγωνιστικό. Έτσι στο παιχνίδι αυτό του άνισου ως και αθέμιτου ανταγωνισμού των μέσων μεταφοράς που φούντωσε κυρίως από το τέλος της δεκαετίας του ’50 και μετέπειτα, συντριπτικά χαμένος βγήκε ο σιδηρόδρομος. Διότι ο έντονος αγροτικός, εσωστρεφής και μη περιβαλλοντικά ευαισθητοποιημένος χαρακτήρας της Ελληνικής οικονομίας την περίοδο εκείνη, ευνοούσε τα ευέλικτα πλην όμως ενεργοβόρα και ρυπογόνα, μέσα μεταφοράς, δηλαδή τα αυτοκίνητα, τα φορτηγά και τα λεωφορεία, ενώ η σοβαρή βιομηχανική παραγωγή, η εξόρυξη ορυκτών και μεταλλευμάτων, ο τομέας των εξαγωγών και η πίεση της κοινωνίας για ανάπτυξη μέσων και υποδομών φιλικών προς το περιβάλλον που θα ευνοούσε τον σιδηρόδρομο, ήσαν υποτυπώδης.
Δυστυχώς όμως ακόμη και σήμερα που από καν έναν δεν αμφισβητείται η σπουδαιότητα και ο ρόλος του στην Εθνική οικονομία, τις μαζικές μεταφορές, την προστασία του περιβάλλοντος, την περιφερειακή ανάπτυξη κλπ εντούτοις ο ρυθμός των επενδύσεων στον τομέα αυτό δεν εναρμονίζεται με τους παραπάνω στόχους. Η παλαιότητα των γραμμών, η έλλειψη σύγχρονου τροχαίου υλικού, εγκαταστάσεων, συστημάτων εκμετάλλευσης, η αδυναμία προσέλκυσης έργου και παροχής υπηρεσιών στοιχειωδώς ανεκτού επιπέδου, η μικρή εμπορική ταχύτητα και η ανομοιομορφία του δικτύου συνεχίζουν να υφίστανται και να εκμηδενίζουν τις οποίες προοπτικές ανάπτυξης υπάρχουν.
Ακόμη και τα οποία θετικά βήματα έχουν γίνει τα τελευταία χρόνια προς την κατεύθυνση αυτή έχουν πραγματοποιηθεί με τρόπο αποσπασματικό, πρόχειρο και χωρίς σαφή στρατηγικό προσανατολισμό, κάτι που αποδεικνύεται και από το γεγονός ότι η πλειονότητα των μεγάλων έργων σιδηροδρομικής υποδομής που έγιναν -ή βρίσκονται σε εξέλιξη - έχουν ως κύρια χαρακτηριστικά τους την προχειρότητα στην σύνταξη και εκτέλεση των σχετικών μελετών, την αδιαφάνεια και την κατασπατάληση των υπαρχόντων οικονομικών πόρων και την καθυστερημένη και χαμηλής ποιότητας κατασκευής των σχετικών έργων.
Χαρακτηριστικά τα οποία δεν έχουμε ανάγκη αν θέλουμε να αποκτήσουμε σιδηρόδρομο λειτουργικό, αξιόπιστο, ανταγωνιστικό και αποδοτικό, προς όφελος όλων των Ελλήνων. Αυτό που χρειαζόμαστε είναι η αξιοποίηση της υπάρχουσας εμπειρίας από τα εν εξελίξει προγράμματα, η συνεχής παρακολούθηση του δικτύου μας, η άμεση καταγραφή και επίλυση των οποίων προβλημάτων, η χρήση σύγχρονων μεθόδων διοίκησης, η έμφαση στην χρήση των νέων τεχνολογιών, η επένδυση στην ανάπτυξη και εξέλιξη του ανθρώπινου δυναμικού, η σωστή εκπόνηση μελετών και τέλος η σωστή, έγκαιρη και με απόλυτη διαφάνεια εκτέλεση των απαραίτητων έργων υποδομής. Με λίγα λόγια χρειαζόμαστε μια σύγχρονη και μακρόπνοη πολιτική σιδηροδρομικών μεταφορών, που θα είναι σε θέση να δώσει απαντήσεις στις προκλήσεις της σύγχρονης εποχής. Μια πολιτική προσανατολισμένη στο μέλλον που θα αξιοποιεί έγκαιρα και με διαφάνεια κάθε διαθέσιμη ευκαιρία χρηματοδότησης και κατ’ επέκταση ανάπτυξης του σιδηροδρομικού έργου, μια πολιτική εκμετάλλευσης των ευκαιριών ανάπτυξης σε τομείς και περιοχές που ο σιδηρόδρομος έχει το συγκριτικό πλεονέκτημα, έναντι των υπόλοιπων μεταφορικών μέσων. Αυτό μπορεί να επιτευχθεί με πολλούς τρόπους προϋποθέτει όμως τον σχεδιασμό και την δημιουργία ενός σύγχρονου σιδηροδρομικού δικτύου με ισορροπεί ανάπτυξη τόσο σε τοπικό όσο και σε εθνικό επίπεδο.
Όσο αφορά το τοπικό επίπεδο η διεθνής εμπειρία έχει αποδείξει ότι η ανάπτυξη ελαφρών σιδηροδρομικών μέσων μαζικής μεταφοράς, αποτελεί μια ικανοποιητική και κερδοφόρα σε πολλούς τομείς επένδυση τόσο για τους σιδηροδρομικούς οργανισμούς όσο και για τοπικές κοινωνίες. Άλλωστε σε όλες τις αναπτυγμένες χώρες του κόσμου η ανάπτυξη Μέσων Μαζικής Μ μεταφοράς Σταθερής Τροχιάς αποτελεί μια από τις βασικότερες εναλλακτικές λύσεις στα κυκλοφοριακά προβλήματα που αντιμετωπίζουν οι σύγχρονες μεγαλουπόλεις. Ο πειθαρχημένος τρόπος κυκλοφορίας τους εξασφαλίζει στους κατοίκους ασφαλείς, γρήγορες και άνετες μετακινήσεις δίνοντας τους την δυνατότητα, λόγω του σταθερού ρυθμού κυκλοφορίας τους, να προγραμματίσουν και να εκμεταλλευτούν καλύτερα τον χρόνο τους. Η εξέλιξη της τεχνολογίας στις μεθόδους ανάπτυξης αλλά και κίνησης τους εξασφαλίζει σε σημαντικό βαθμό την προστασία του περιβάλλοντος κάτι που αποτελεί βασικό ζητούμενο στις μέρες μας για την βελτίωση της ποιότητας ζωής.
Όσα αναφέρθηκαν στην προηγούμενη παράγραφο αποτελούν ελάχιστα μόνο δείγματα των όσων θα μπορούσε να επικαλεστεί όποιος υποστηρίζει την αναγκαιότητα ανάπτυξης δικτύου Προαστιακού Σιδηρόδρομου στην Θεσσαλονίκη με πολλά και πολλαπλά οφέλη τόσο για τον ίδιο τον ΟΣΕ, αφού η ορθολογική ανάπτυξη και εκμετάλλευση ενός τέτοιου δικτύου θα του απέφερε συνεχή και πάγια έσοδα, αλλά και για την Θεσσαλονίκη και τους κάτοικους της.
Η σημερινή μορφή αλλά και οι διαφαινόμενες μελλοντικές τάσεις ανάπτυξης του πολεοδομικού συγκροτήματος κάνουν επιτακτική την ανάπτυξη Προαστιακού Σιδηροδρόμου ο οποίος σε συνδυασμό με την « υπό κατασκευή» εδώ και χρόνια Μετρό θα ενώσει στην αρχική μορφή του τα δυο άκρα της πόλης, περαιτέρω ανάπτυξη του δικτύου θα εξασφαλίσει την σύνδεση του κεντρικού συγκροτήματος με ταχύτατα αναπτυσσόμενες περιοχές πλησίον αυτού, όπως των Δήμων Θερμαϊκού, Μηχανιώνας, Επανομής αλλά και την βιομηχανική ζώνη της Σίνδου και τις όμορες περιοχές προς τα δυτικά, με τα οποία προφανή οφέλη συνεπάγεται από τομείς όπως η ποιότητα ζωής των πολιτών η αποφόρτιση του τεράστιου κυκλοφοριακού προβλήματος της πόλης, η οικονομική ανάπτυξη και η προστασία του περιβάλλοντος. Αξίζει επίσης να σημειωθεί ότι μέσω επέκτασης του Προαστιακού Σιδηρόδρομου η Θεσσαλονίκη μπορεί να «βγει» προς κοντινές σ’ αυτήν πόλεις όπως πχ η Βέροια, η Καβάλα η Εδεσσα και η Σέρρες κάτι που αναμφίβολα θα οδηγήσει σε αναπτυξιακός ρυθμούς όλες αυτές τις πόλεις αλλά και την ίδια την Θεσσαλονίκη. Ιδιαίτερης αναφοράς αξίζει η περίπτωση της σιδηροδρομικής σύνδεσης της Θεσσαλονίκης με την Καβάλα, η οποία διαθέτει αξιόλογη βιομηχανική και αγροτική παραγωγή και ένα λιμάνι με σημαντική κίνηση εμπορευμάτων και πολιτών.
Σε εθνικό επίπεδο μια απλή παρατήρηση του σύγχρονου γεωπολιτικού περιβάλλοντος της ευρύτερης περιοχής των Βαλκανίων μέσα στο οποίο υπάρχει και αναπτύσσεται η χώρα μας και η ανάγκη για διαρκή και βιώσιμη ανάπτυξη όλων των περιοχών της καθιστούν ακόμη πιο επίκαιρη την συζήτηση για την λεγόμενη « Σιδηροδρομική Εγνατία». Το έργο αυτό αποτελεί πρόταση της Νέας Δημοκρατίας από το 1993 ως έργο που θα συμπλήρωνε και θα ολοκλήρωνε την Εγνατία Οδό, ένα έργο που σύμφωνα με τον εμπνευστή του τον αείμνηστο τ. Πρόεδρο της Δημοκρατίας Κωνσταντίνο Καραμανλή, θα αποτελούσε την γέφυρα σύνδεσης μεταξύ Δύσης και Ανατολής. Η αστάθεια στις χώρες της Βαλκανικής και η αδρανοποίηση ουσιαστικά του βασικού άξονα σύνδεσης της Ελλάδος με την Κεντρική και Βόρεια Ευρώπη (γνωστού ως άξονα 10) αποτελεί τροχοπέδη στην αναπτυξιακή πορεία της Βόρειας Ελλάδας αλλά και της χώρας μας γενικότερα. Η δημιουργία της αποτελεί ένα σύνθετο, πολύπλοκο και αναμφίβολα πολυδάπανο έργο διότι εκτός από την κατασκευή ενός σύγχρονου σιδηροδρομικού άξονα προϋποθέτει, μεταξύ των άλλων, και την δημιουργία στην Ηγουμενίτσα η αλλού στην ευρύτερη περιοχή της, ενός σύγχρονου σιδηροδρομικού πορθμείου με την Ιταλία αλλά και την κατασκευή των κάθετων «διαδρομών» σύνδεσης του άξονα αυτού με την κεντρική και νότια Ελλάδα και τις γειτονικές χώρες. Στα πλαίσια όμως ενός μακροπρόθεσμου σχεδιασμού ανάπτυξης της χώρας μας τα αναμενόμενα οφέλη, ξεπερνούν το αναμφίβολα σημαντικό κόστος και τις όποιες δυσκολίες που συνεπάγεται η δημιουργία αυτού του έργου.
Μεταξύ άλλων κυρίαρχη θέση κατέχουν η αναπτυξιακή προοπτική που θα αποκτήσουν οι περιοχές από τις οποίες θα διέλθει η «Σιδηροδρομική Εγνατία» - μερικές από τις οποίες όπως η Δυτική Μακεδονία, η Ηπειρος και η Θράκη συγκαταλέγονται μεταξύ των φτωχότερων περιοχών της Ε.Ε - η δυνατότητα προσέλκυσης σημαντικών παραγωγικών επενδύσεων σε περιοχές της Βόρειας Ελλάδας οι οποίες σήμερα δυστυχώς απομακρύνονται είτε σε άλλες περιοχές είτε σε γειτονικά κράτη εξαιτίας της έλλειψης υποδομών μεταφοράς μεγάλων φορτίων προς τις χώρες της ΕΕ. Επίσης σημαντικά θα είναι τα οφέλη που θα αποκομίσει η χώρα μας από το γεγονός ότι η «σιδηροδρομική Εγνατία» σε συνδυασμό με τα προαναφερθέντα συνοδευτικά έργα (Πορθμείο- κάθετοι άξονες) θα της εξασφαλίσουν μια νέα σημαντική πύλη μεταφορών προς την Ευρώπη και θα την απαλλάξουν από την εξάρτηση που αυτή τη στιγμή έχει από ·την ασταθή γεωπολιτικά περιοχή, των Βαλκανίων.
Παράλληλα όμως αξίζει να σημειωθεί ότι από την δημιουργία και την εκμετάλλευση του άξονα αυτού κερδισμένος θα βγει και ο ΟΣΕ αφού θα διευρυνθεί σημαντικά το αντικείμενο εργασιών του και θα μετατραπεί σε ένα βασικό και κυριότερο ανταγωνιστικό «παίκτη» στον τομέα των μεταφορών στην περιοχή της Ν.Α Ευρώπης, κάτι που θα εξασφαλίσει την οικονομική ευρωστία του Οργανισμού, θα διασφαλίσει τις υπάρχουσες και θα δημιουργήσει νέες θέσεις εργασίας.
Γίνεται λοιπόν προφανές ότι ο Σιδηρόδρομος στην Ελλάδα έχει μέλλον. Χρειάζεται απλώς η χάραξη μιας σοβαρής και μακροπρόθεσμης πολιτικής σιδηροδρομικών μεταφορών, βασισμένης σε νέες και με προοπτική ιδέες. Βασικές προϋποθέσεις για την επιτυχή κατάληξη του εγχειρήματος αυτού είναι η σωστή μελέτη και ανάλυση όλων των παραμέτρων του, η οικονομική βιωσιμότητα των όποιων επιλογών, η σωστή και με πλήρη διαφάνεια αξιοποίηση όλων των διαθέσιμων οικονομικών πόρων, και το κυριότερο η αξιοποίηση και η ανάπτυξη στο έπακρο τον ικανοτήτων και δυνατοτήτων του προσωπικού. Ο ΟΣΕ σήμερα διαθέτει πληθώρα ικανών ανθρώπων που μπορούν και θέλουν να τον φέρουν στην θέση που του αξίζει, ισότιμο με το επίπεδο των εταίρων μας στην Ε.Ε.
Αναστάσιος Σπηλιόπουλος
π. Βουλευτής και Υπουργός της Νέας Δημοκρατίας.
Το άρθρο δημοσιεύτηκε στο περιοδικό «ΕΝΗΜΕΡΩΣΗ» το 2003
με υπεύθυνο έκδοσης τον Χρήστο Γιαννακίδη