Ανοικτό αφήνει η Κομισιόν το ενδεχόμενο να ζητηθεί από τη χώρα μας να επιστρέψει ευρωπαϊκά κονδύλια που έχουν διατεθεί για συγχρηματοδότηση της ανακατασκευής της σιδηροδρομικής γραμμής από Έδεσσα προς Φλώρινα και Κοζάνη, στη Δυτική Μακεδονία..
Η είδηση έρχεται ως αποτέλεσμα γραπτής ερώτησης του ευρωβουλευτή των Οικολόγων Πράσινων Μιχάλη Τρεμόπουλου, που είχε φέρει στο ευρωκοινοβούλιο το θέμα της διακοπής της σιδηροδρομικής σύνδεσης της Φλώρινας με την Έδεσσα και τη Θεσσαλονίκη, στα πλαίσια των περικοπών στα δρομολόγια του ΟΣΕ. Από τις 30 Ιανουαρίου, που διακόπηκαν τα δρομολόγια, στη Φλώρινα και την ευρύτερη περιοχή της έχει αναπτυχθεί ένα πρωτόγνωρο για τα ελληνικά δεδομένα κίνημα, με το σύνολο σχεδόν της τοπικής κοινωνίας να διεκδικεί δυναμικά την επιστροφή του τρένου. Ενδεικτικό είναι ότι την πρώτη κιόλας μέρα της εκστρατείας, τη σχετική έκκληση υπέγραψε μέσα σε λίγες ώρες το 1/3 του πληθυσμού της πόλης.
Στη γραπτή απάντησή του προς τον ευρωβουλευτή των Οικολόγων Πράσινων, ο Επίτροπος Μεταφορών και αντιπρόεδρος της Κομισιόν SiimKallasαναφέρει ότι η Ευρωπαϊκή Επιτροπή έχει ζητήσει ενημέρωση και εξηγήσεις από τις ελληνικές αρχές. Στην ίδια απάντησή του διευκρινίζει δύο σημαντικά σημεία:
"Ότι, εάν επιβεβαιωθεί η αναστολή των δρομολογίων στη γραμμή για την οποία διατέθηκαν κοινοτικοί πόροι, θα ζητηθεί η επιστροφή μέρους του ποσού από την Ελλάδα.Ότι, στις περιπτώσεις που μια σιδηροδρομική γραμμή δεν είναι κερδοφόρα, οι δημόσιες αρχές επιτρέπεται να συνάπτουν σύμβαση με σιδηροδρομικές εταιρείες για την εκτέλεση των συγκεκριμένων δρομολογίων.
Ακολουθεί το κείμενο της ερώτησης του Μ. Τρεμόπουλου και η απάντηση της Κομισιόν
Θέμα: Σιδηροδρομική γραμμή Έδεσσας-Κοζάνης-Φλώρινας
Η σιδηροδρομική γραμμή Έδεσσας-Κοζάνης-Φλώρινας ανακατασκευάστηκε με συγχρηματοδότηση από το Γ' Κοινοτικό Πλαίσιο Στήριξης, μετά πολυετή αναστολή λειτουργίας.
Η λειτουργία της έχει διακοπεί, από 1.7.2010 για το τμήμα Αμύνταιο-Κοζάνη και από 30.1.2011 για το τμήμα Έδεσσα-Φλώρινα, παρά τον υψηλό βαθμό πληρότητας των δρομολογίων στη διαδρομή προς Φλώρινα. Σε περιόδους κακοκαιρίας, η συγκεκριμένη σιδηροδρομική γραμμή αποτελούσε το αποκλειστικό σχεδόν μέσο συγκοινωνίας της ευρύτερης περιοχής.
Πρωτοβουλίες πολιτών(1) κινητοποιούνται για την επαναλειτουργία της, ενώ η διοίκηση των ελληνικών σιδηροδρόμων επικαλείται το περιορισμένο ύψος Υποχρεώσεων Δημόσιας Υπηρεσίας που προβλέπει ο Νόμος 3892/2010 «για την εξυγίανση του ΟΣΕ». Ο Νόμος ψηφίστηκε στα πλαίσια εφαρμογής του Μνημονίου(2) που έχει υπογράψει η ελληνική κυβέρνηση με την Ευρωπαϊκή Επιτροπή, την Ευρωπαϊκή Κεντρική Τράπεζα και το Διεθνές Νομισματικό Ταμείο.
Ερωτάται η Ευρωπαϊκή Επιτροπή:
1.Αν η διακοπή λειτουργίας της συγκεκριμένης γραμμής είναι συμβατή με τις υποχρεώσεις που είχε αναλάβει η Ελλάδα για τη συγχρηματοδότηση της ανακατασκευής της.
2.Αν το κλείσιμο σιδηροδρομικών γραμμών χωρίς προηγούμενη μελέτη οικονομικής βιωσιμότητάς τους είναι συμβατό με την ευρωπαϊκή πολιτική για τις μεταφορές.
Απάντηση του κ. Kallas εξ ονόματος της Επιτροπής
1. Εάν για την κατασκευή ή την αναβάθμιση της γραμμής που αναφέρει το Αξιότιμο Μέλος του Κοινοβουλίου διατέθηκαν ενωσιακά χρήματα από τα διαρθρωτικά ταμεία ή το Ταμείο Συνοχής και έχει ανασταλεί η λειτουργία της γραμμής αυτής, η Επιτροπή θα εξετάσει, βάσει των πληροφοριών που διαβίβασε η Ελλάδα, κατά πόσον θα έχουν εφαρμογή οι σχετικές διατάξεις των κανονισμών για τα διαρθρωτικά ταμεία. Σε περίπτωση επιβεβαίωσης η Ελλάδα μπορεί να υποχρεωθεί να επιστρέψει μέρος του ποσού αυτού.
2. Το ευρωπαϊκό σιδηροδρομικό δίκαιο δεν επιβάλλει ειδικούς όρους σχετικά με αποφάσεις για το κλείσιμο σιδηροδρομικών γραμμών. Σύμφωνα με τη νομοθεσία της ΕΕ, τα κράτη μέλη πρέπει να καθορίζουν τους όρους για να εξασφαλίζεται ότι οι διαχειριστές σιδηροδρομικής υποδομής έχουν τη δυνατότητα να ισοσκελίζουν τα έσοδα (από τα τέλη πρόσβασης τροχιάς και από άλλες πηγές, συμπεριλαμβανομένης της συμμετοχής του κράτους) και τις δαπάνες. Κατά συνέπεια, τα κράτη μέλη δεν πρέπει να επιβάλλουν υποχρεώσεις σε διαχειριστές υποδομής, όταν οι τελευταίοι δεν είναι σε θέση να αποσβέσουν τις πραγματοποιούμενες δαπάνες.
Στις περιπτώσεις που επιβατικές σιδηροδρομικές γραμμές δεν είναι κερδοφόρες και οι δημόσιες αρχές επιθυμούν να διατηρήσουν την υπηρεσία για λόγους δημοσίου συμφέροντος, οι δημόσιες αρχές επιτρέπεται να συνάπτουν σύμβαση με μια σιδηροδρομική επιχείρηση, στην οποία καθορίζονται οι υποχρεώσεις δημόσιας υπηρεσίας που συμφωνεί να εκπληρώσει η επιχείρηση με αντάλλαγμα οικονομική αποζημίωση. Το ζήτημα ρυθμίζεται με τον κανονισμό (ΕΚ) αριθ. 1370/2007 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, της 23ης Οκτωβρίου 2007, για τις δημόσιες επιβατικές σιδηροδρομικές και οδικές μεταφορές(1).
Απάντηση του κ. Kallas εξ ονόματος της Επιτροπής
1. Εάν για την κατασκευή ή την αναβάθμιση της γραμμής που αναφέρει το Αξιότιμο Μέλος του Κοινοβουλίου διατέθηκαν ενωσιακά χρήματα από τα διαρθρωτικά ταμεία ή το Ταμείο Συνοχής και έχει ανασταλεί η λειτουργία της γραμμής αυτής, η Επιτροπή θα εξετάσει, βάσει των πληροφοριών που διαβίβασε η Ελλάδα, κατά πόσον θα έχουν εφαρμογή οι σχετικές διατάξεις των κανονισμών για τα διαρθρωτικά ταμεία. Σε περίπτωση επιβεβαίωσης η Ελλάδα μπορεί να υποχρεωθεί να επιστρέψει μέρος του ποσού αυτού.
2. Το ευρωπαϊκό σιδηροδρομικό δίκαιο δεν επιβάλλει ειδικούς όρους σχετικά με αποφάσεις για το κλείσιμο σιδηροδρομικών γραμμών. Σύμφωνα με τη νομοθεσία της ΕΕ, τα κράτη μέλη πρέπει να καθορίζουν τους όρους για να εξασφαλίζεται ότι οι διαχειριστές σιδηροδρομικής υποδομής έχουν τη δυνατότητα να ισοσκελίζουν τα έσοδα (από τα τέλη πρόσβασης τροχιάς και από άλλες πηγές, συμπεριλαμβανομένης της συμμετοχής του κράτους) και τις δαπάνες. Κατά συνέπεια, τα κράτη μέλη δεν πρέπει να επιβάλλουν υποχρεώσεις σε διαχειριστές υποδομής, όταν οι τελευταίοι δεν είναι σε θέση να αποσβέσουν τις πραγματοποιούμενες δαπάνες.
Στις περιπτώσεις που επιβατικές σιδηροδρομικές γραμμές δεν είναι κερδοφόρες και οι δημόσιες αρχές επιθυμούν να διατηρήσουν την υπηρεσία για λόγους δημοσίου συμφέροντος, οι δημόσιες αρχές επιτρέπεται να συνάπτουν σύμβαση με μια σιδηροδρομική επιχείρηση, στην οποία καθορίζονται οι υποχρεώσεις δημόσιας υπηρεσίας που συμφωνεί να εκπληρώσει η επιχείρηση με αντάλλαγμα οικονομική αποζημίωση. Το ζήτημα ρυθμίζεται με τον κανονισμό (ΕΚ) αριθ. 1370/2007 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, της 23ης Οκτωβρίου 2007, για τις δημόσιες επιβατικές σιδηροδρομικές και οδικές μεταφορές(1).