Τρίτη 15 Νοεμβρίου 2022

Πως ένας σιδηροδρομικός Τουρκαλβανός έσωσε κατοίκους του Ξινού Νερού από τους Τούρκους.

Πανηγυρική ομιλία του δικηγόρου Ευάγγελου Ιωαννίδη με αφορμή την επέτειο της απελευθέρωσης του Αμυνταίου 

 

«Ἕνα Ἔθνος δὲν δύναται νὰ ζήσῃ ἐπὶ πολύ, ὅταν δὲν ἔχῃ Ἰδανικόν, σκοπὸν πρὸς τὸν ὁποῖον νὰ τείνῃ. Ἕνα ξεχωριστόν, ἰδικόν του σκοπόν. Ὅταν τὸ Ἔθνος δὲν ἔχῃ Ἰδανικόν, ὅταν δὲν πιστεύῃ εἰς αὐτό, δὲν ἔχει πρόγραμμα, δὲν ἔχει γνώμονα νὰ κρίνῃ τί τὸ συμφέρει καὶ τί ὄχι, ποῖος τὸ ὠφελεῖ καὶ ποῖος τὸ βλάπτει, παραπαίει, στέκεται, λιμνάζει σὲ τέλμα συναλλαγῆς καὶ ἀλληλοφαγώματος, εἰς τὸ ὁποῖον οἱ ἀσυνείδητοι μόνον ἐπιτήδειοι ἐπιτυγχάνουν, ὡς ὅτου ἄλλο Ἔθνος ποὺ ἀκολουθεῖ μὲ πίστιν τὸ ἰδικόν του πρόγραμμα τοὺς σαρώσῃ ὅλους».

 

 ΙΩΝ ΔΡΑΓΟΥΜΗΣ


Πανοσιοτατε, Ανώτατες πολιτικές στρατιωτικές και αστυνομικές αρχές, κυρίες και κύριοι

Είμαστε εδώ όπως κάθε χρόνο, όταν από το 2008 καθιερώσαμε με επίσημο τρόπο και προεδρικό διάταγμα μετά από πολύ μεγάλη προσωπική προσπάθεια οκτώ ετών την επέτειο απελευθέρωσης της ακριτικής μας περιοχής από τον τυραννικό Οθωμανικό ζυγό πεντέμισι αιώνων. Σήμερα για 15 φορά, όπως κάνουμε από το 2008 επί 14 χρόνια, τιμούμε παράλληλα το ολοκαύτωμα της 5ης μεραρχίας, το ολοκαύτωμα του Αμυνταίου και του Ξινού Νερού την 24 Οκτωβρίου 1912 όπως και τις 2 απελευθερώσεις του Αμυνταίου από τους Οθωμανούς στις 18 Οκτωβρίου και στις 6 Νοεμβρίου 1912 με την τελική νίκη του ελληνικού στρατού. Είναι τιμή και ιστορικό προνόμιο για την ακριτική αυτή γωνιά της Ελλάδας να έχει απελευθερωθεί δύο φορές κατ’ εξαίρεση σε σύντομο χρονικό διάστημα και να έχει υπάρξει θέατρο σκληρών μαχών και συγκρούσεων.

Είμαστε εδώ εθελουσίως, όχι από υποχρέωση, ούτε κάνοντας αγγαρεία, ούτε υποκρινόμενοι πως αποδίδουμε τιμές, γιατί έχουμε ιερή υποχρέωση απέναντι σε αυτούς που έπεσαν εδώ για την δική μας ελευθερία. Και ακόμη μεγαλύτερη υποχρέωση έχουν οι άρχοντες αυτού του τόπου να τιμούν πάντα, όσους έπεσαν για να έχουν αυτοί σε ένα ελεύθερο κράτος το δικαίωμα να διοικούν. Δεν ήμαστε εδώ, ούτε για δημόσιες σχέσεις, ούτε για εικονικές υποκριτικές αποδόσεις τιμών.

Ας δούμε λοιπόν τι συνέβη πριν 110 χρόνια και πως το Αμύνταιο, το Ξινό Νερό και τα γύρω χωριά αντίκρισαν μετά από χρόνια σκλαβιάς και υποτέλειας το φως της ελευθερίας. Όταν μετά την κήρυξη του Α΄ Βαλκανικού πολέμου και τις διαφωνίες του διαδόχου Κωνσταντίνου και του πρωθυπουργού Ελευθερίου Βενιζέλου , η ελληνική στρατιά κατευθύνθηκε προς Θεσσαλονίκη ανατέθηκε από τον αρχιστράτηγο Κωνσταντίνο στην 5η μεραρχία να καλύπτει το αριστερό πλευρό της και να αναλάβει την ευθύνη, εκτιμώντας την κατάσταση να προχωρήσει στην απελευθέρωση του ελληνικού Μοναστηρίου που κατοικούνταν σε πολύ μεγάλο ποσοστό τότε από Έλληνες.

Ήταν ημέρα Πέμπτη 18η Οκτ. του 1912, όταν για πρώτη φορά γνώρισε το φως της ελευθερίας η πολύπαθη περιοχή Αμυνταίου, αφού ο ελληνικός στρατός, συνεχίζοντας την προέλαση του, την απελευθερώνει εκείνη την ημέρα για πρώτη φορά.

Στις 23 Οκτ, διεξάγεται η ιστορική μάχη του Σόροβιτς, η οποία καταλήγει με νίκη περιφανή για τον ελληνικό στρατό μετά την ήττα των τουρκικών στρατευμάτων, με παράλληλη προώθηση του 16ο συντάγματος πεζικού, πέρα από το Αμύνταιο και τις σιδηροδρομικές γραμμές, ως το χωριό Πέτρες.

Την τραγική όμως νύχτα εκείνης της Τρίτης στις 23ης Οκτωβρίου 1912 η ιστορία επεφύλασσε στον ελληνικό στρατό και στους κατοίκους της περιοχής μια δραματική εξέλιξη. Το βράδυ, ένας Τουρκαλβανός, υπολοχαγός από τα Ιωάννινα, ο Εσσάτ, ζήτησε την άδεια από τον αρχηγό των τουρκικών δυνάμεων Τζαβίτ Πασά να διενεργήσει επιχείρηση παράτολμη κατά των νώτων της 5ης μεραρχίας, με δύναμη λίγων ανδρών και 4 πολυβόλα. Όπως έγινε αργότερα γνωστό, επρόκειτο για την πολυβολαρχία του 49ου συντάγματος πεζικού της 17ης μεραρχίας του τουρκικού στρατού. Ο Τζαβίτ Πασάς, με μεγάλη δυσκολία έδωσε την άδεια του, απειλώντας ωστόσο τον τολμηρό αξιωματικό, ότι αν έχανε τους άνδρες και τα πολυβόλα, θα διέταζε τον τουφεκισμό του. Εκείνη τη νύχτα όμως, ο Εσσάτ πέτυχε ό,τι δεν είχαν πετύχει με σκληρό αγώνα οι μονάδες του Τσαβίτ τις προηγούμενες μέρες.

Η βαλτώδης περιοχή είχε ομίχλη και το κρύο ήταν απελπιστικό. Χαρακτηριστική είναι η αφήγηση του στρατιώτη Βασίλειου Βελισσάριου μέσα απο γράμμα του: <<…Κρύο φοβερόν. Απελπισία. Τι θα γίνη το χάλι μας και εγώ δεν γνωρίζω. Οι στρατιώται στερούνται άρτου. Από την πείνα εχάλασεν η όψις των. Είναι αξιολύπητοι οι δυστυχείς. Εγώ, ευτυχώς, επαιτών με τα χρήματα εις το χέρι και παρακαλών εξοικονομούμαι από άρτον. >> Οι στρατιώτες αναπαύονταν και προσπαθούσαν να ανακτήσουν τις δυνάμεις τους. Στο αριστερό άκρο όμως προς το χ. Ροδώνα ακούγονταν ασυνήθιστα γαυγίσματα σκύλων. Οι περίπολοι που έστειλε ο 5ος Λόχος του 2ου Τάγματος που βρισκόταν εκεί σε προφυλακές διαπίστωσαν πως στο χωριό υπήρχε τουρκικό τμήμα στρατού.

Ο λόχος ανέφερε την πληροφορία στο τάγμα του, αλλά ο διοικητής του τάγματος δεν προέβη σε οποιαδήποτε ενέργεια με την δικαιολογία, ότι οι προφυλακές δεν ήταν δική του ευθύνη και μάλιστα απάντησε απαράδεκτα ότι: « Εσείς και στον ύπνο σας Τούρκους ονειρεύεστε…». Αργότερα είπε στο στρατοδικείο κατά την απολογία του, πως δεν έλαβε κανένα μέτρο, επειδή νόμιζε ότι ο υπόψη λόχος υπαγόταν στις άμεσες διαταγές της Μεραρχίας και εκτελούσε συγκεκριμένη αποστολή, στην οποία δεν μπορούσε να επέμβει.

Μια τέτοια όμως παράτολμη ενέργεια όπως αυτή του Εσάτ δεν θα μπορούσε να επιτύχει, αν δεν υπήρχαν οι κατάλληλοι οδηγοί. Πράγματι, ένας μπέης των χωριών Ροδώνα – Φανού, ο περιβόητος Ισίν Χασάν, αναλαμβάνει να συμμετάσχει στην αποστολή και να βρει τρόπο να καθοδηγήσει το μικρό τουρκικό τμήμα στα νώτα του ελληνικού στρατού, μέσα από τον βάλτο της περιοχής. Για τον σκοπό αυτό λοιπόν βρήκε έναν οδηγό, που δούλευε ως εργάτης στα χωράφια του και καταγόταν από το χωριό Πεδινό.

Ο οδηγός αυτός δεν ήταν άλλος από τον διαβόητο κομιτατζή της εποχής του Μακεδονικού Αγώνα, τον επονομαζόμενο από τους Τούρκους «Καρά Κομίτ» ( Μαύρος κομιτατζής). Ο άνθρωπος αυτός, που δούλεψε με λύσσα υπέρ της βουλγαρικής εξαρχίας τα προηγούμενα χρόνια, ήταν γνωστός για τις φρικαλεότητες του εις βάρος και Ελλήνων πατριαρχικών κατοίκων του Ξινού-Νερού, το οποίο τότε ήταν το διοικητικό κέντρο και το μεγαλύτερο χωριό της περιοχής. Για αυτό και ο Κύπριος γιατρός εθελοντής στους Βαλκανικούς πολέμους Πηγασίου, που καταγόταν από τον αδελφό δήμο Καραβά της Κύπρου αναφέρει τα εξής στο ημερολόγιο του: << Προς βορράν δε του Σόροβιτς εις απόστασιν μιας και ημισείας ώρας ευρίσκεται το Εξήσου. Το Εξήσου φαίνεται, μεγαλύτερον του Σόροβιτς. Εις αυτό κατοικούσι και πλείστοι Έλληνες, οι οποίοι κατά τον Μακεδονικόν αγώνα υπέφεραν πάρα πολύ από τους Κομιτατζήδες Βουλγάρους>>.

Δέχτηκε λοιπόν την πρόταση του Ισίν Χασαν και καθοδήγησαν μαζί τους Τούρκους, περνώντας τους μέσα από στεγνά μονοπάτια του βάλτου αλλά και όπου χρειαζόταν, χρησιμοποιώντας βάρκες. Τον βάλτο, τον γνώριζε καλά από τα γεγονότα της περιόδου 1903-1908.

Έτσι η πολυβολαρχία του Εσσάτ, βρέθηκε ανενόχλητη στα μετόπισθεν του ελληνικού στρατού, Βόρεια της περιοχής ερείπια Νέας Κόμης στις 6: 30 το πρωί της Τετάρτης 24 Οκτ., κοντά στο ύψωμα 640 τον λόφο της θυσίας και σε μικρή απόσταση από τις θέσεις του εκεί εγκατεστημένου λόχου μηχανικού της 5ης μεραρχίας. Αφού έταξε τα πολυβόλα, άνοιξε πύρ στα μετόπισθεν της ελληνικής μεραρχίας, χωρίς οι σκοποί του λόχου μηχανικού να προλάβουν να καλέσουν σε συναγερμό, οι διπλοσκοποί του οποίου ούτε «στα όπλα» δεν κατόρθωσαν να φωνάξουν. Τα αιφνιδιαστικά καταιγιστικά πυρά, οι πολλές απώλειες και οι φωνές των Τούρκων, σκόρπισαν τον πανικό στον λόχο μηχανικού, του οποίου οι άντρες αναμίχθηκαν με τους άντρες του 1ου λόχου γεφυροποιών.

Ο πανικός μεταδόθηκε γρήγορα μεταξύ των ελλήνων στρατιωτών. Οι άνδρες του λόχου έφυγαν προς όλες τις κατευθύνσεις, μη προβάλλοντας αντίσταση, εγκαταλείποντας τις θέσεις τους, τον οπλισμό, υλικά ακόμη και στολές, συμπαρασύροντας στην άτακτη φυγή τους και άλλα σώματα.

Οι Τούρκοι μέσα στην σύγχυση που δημιουργήθηκε, κινήθηκαν γρήγορα προς την 5η πυροβολαρχία. Την στιγμή εκείνη, η πυροβολαρχία προσπαθεί ηρωικά να αντιδράσει, αλλά δεν πρόλαβε να ρίξει περισσότερα από 10 βλήματα. Οι απώλειες της πυροβολαρχίας, που αποτελεί φωτεινό παράδειγμα, αφού δεν πανικοβλήθηκε, ήταν πολύ μεγάλες. Μεταξύ των νεκρών, ήταν ο διοικητής της, λοχαγός Δελαπόρτας Σπυρίδων, ο υπολοχαγός Δούκας Αθανάσιος και τρεις αρχηγοί στοιχείων.

Τότε ενώ όλες οι Πυροβολαρχίες διατάχθηκαν να συμπτυχθούν, στην Πυροβολαρχία Κοσκινά δόθηκε ρητή διαταγή από τον Ταγματάρχη Γουβέλη να μην εγκαταλείψει τη θέση της, χωρίς γραπτή διαταγή ή προσωπική ειδοποίηση του ιδίου. Ο Θεόδωρος Κοσκινάς και ενώ ο κίνδυνος είχε γίνει άμεσος και φανερός και οι στρατιώτες που αποχωρούσαν τους καλούσαν, να υποχωρήσουν, για να μη κυκλωθούν, απάντησε ήρεμα και περήφανα:«… είναι καύχημά μας – είπε στους αξιωματικούς και στους άνδρες του – ότι μας δίνουν μια τόσο τιμητική εντολή να μείνουμε εδώ τελευταίοι και να πεθάνουμε για τους άλλους. Είμαι βέβαιος ότι θα κάμετε το καθήκον σας, ότι θα μείνετε ακλόνητοι και αποφασιστικοί οτιδήποτε και αν συμβεί…».

Παρά την ηρωική τους όμως αντίσταση τα καταιγιστικά πυρά των Τούρκων κατέβαλαν την Πυροβολαρχία. Από τους πρώτους νεκρούς έπεσαν ο Λοχαγός Κοσκινάς και οι δύο Αξιωματικοί του Ανθυπολοχαγοί Καθήκουρας Κωνσταντίνος και Οικονομόπουλος Νικόλαος και ακολούθησαν οι υπόλοιπο πυροβολητές. Τους σκότωσαν όλους οι Τούρκοι επάνω στα κανόνια τους. Πίσω από την Πυροβολαρχία, το εφεδρικό τμήμα υποχώρησε. Η ειρωνεία της ιστορίας είναι, ότι οι Τούρκοι πήραν και μετέφεραν τα πυροβόλα αυτά αργότερα, μέσω Κορυτσάς, στην πολιορκία του Μπιζανίου και ο ελληνικός στρατός τα ξαναπήρε πίσω, όταν απελευθέρωσε τα Γιάννενα στις 21 Φεβρουαρίου 1913.

Οι Τούρκοι προβαίνουν σε απίστευτες φρικαλεότητες και πυρπολούν τα χωριά Ξινό-Νερό, το οποίο κατέστρεψαν ολοσχερώς και Αμύνταιο το οποίο έκαψαν μερικώς εκτός από το ταχυδρομείο του, τον Σιδηροδρομικό Σταθμό και τον τουρκομαχαλά. Οι περισσότεροι κάτοικοι του Ξινού-Νερού και της γύρω περιοχής το είχαν εγκαταλείψει και είχαν βρεί καταφύγιο πολλοί από αυτούς στα Σέρβια και άλλες νότιες περιοχές, ενώ είναι χαρακτηριστικό, ότι κάποιες γυναίκες, φεύγοντας, άφησαν σε κρυφά σημεία τα παιδιά τους και τα περιμάζεψαν οι επόμενοι κάτοικοι που έφευγαν και αυτοί.

Η οργή των Οθωμανών κατακτητών ξέσπασε πάνω σε σαράντα γέροντες, που αρνήθηκαν να εγκαταλείψουν το χωριό τους, το Ξινό Νερό και συγκεντρώθηκαν από τους Τούρκους σε έναν στάβλο, όπου τους έκαψαν ζωντανούς, ενώ τα οστά τους τάφηκαν αργότερα σε ομαδικό τάφο. Άλλοι 20 περίπου διασώθηκαν, όταν ο Τουρκαλβανός κλειδούχος Οσμάν του σιδηροδρομικού σταθμού Ξινού-Νερού, τους έκρυψε στο υπόγειο της αποθήκης του σταθμού και παραπλάνησε τους Τούρκους, ώστε να μην τους ανακαλύψουν. Απο την οργή των Τούρκων δεν γλίτωσαν ούτε τα ζώα ειδικά οι χοίροι, τους οποίους κατέσφαξαν. Το δε σχολείο του χωριού, που πριν 3 χρόνια είχε λειτουργήσει, πυρπολείται, όπως και οι εκκλησίες του.

Ο ακαδημαϊκός Σπύρος Μελάς, ο οποίος υπηρετούσε στην 4η Μεραρχία, στο βιβλίο του ¨οι πόλεμοι 1912-1913¨, αναφερόμενος στην απελευθέρωση του Σόροβιτς γράφει: «βαδίσαμε προς το Σόροβιτς. Όμως δεν βρήκαμε παρά σωρούς από ρημάδια. Από την πλούσια εκείνη κωμόπολη ελάχιστα σπίτια υψώνονταν ακέραια πάνω από τη μαύρη στάχτη>>.

Στα Σέρβια, οι Ξινονερίτες, οι Αμυνταιώτες και οι άλλοι πρόσφυγες που κατέφυγαν εκεί, για να διασωθούν, βρήκαν την στήριξη και την συγκινητική βοήθεια των κατοίκων τους. Μέρος τους, στεγάστηκε προσωρινά στο ιστορικό μεγάλο κτήριο, που διασώζετε μέχρι σήμερα στην δεξιά πλευρά του δρόμου μετά την γέφυρα του Αλιάκμονα, στην είσοδο της πόλης των Σερβίων. Είναι ίσως ο κατάλληλος χρόνος και θα το προτείνω άλλη μία φορά να αναδείξουμε οι δύο δήμοι Σερβίων και Αμυνταίου την κοινή μας ιστορία και να γίνει κάποια εκδήλωση μνήμης στον χώρο του συγκεκριμένου κτιρίου, όπου βρήκαν προστασία πολλοί κάτοικοι της περιοχής μας, διότι είμαστε εν τοις πράγμασι δήμοι αδελφοί.

Ο στρατός όμως στο μεταξύ με εντολή αυστηρή του αρχιστράτηγου Κωνσταντίνου ανασυντάχθηκε, δημιουργείται τμήμα Στρατιάς, το οποίο αποτελείται από την 5η Μεραρχία και αποσπάσματα Ευζώνων υπό την ηγεσία του Συνταγματάρχη Μηχανικού Στέφανου Γεννάδη και με τηλεγράφημα του διαδόχου στις 4 Νοεμβρίου 1912 ήταν σαφής η εντολή προς αυτόν, μετά από επιτυχή συμμετοχή της σε μάχες γύρω από τα χωριά Κόμανος και Μαυροπηγή, «Συγχαίρω 5η Μεραρχία δια την επιτυχή μάχη και το θάρρος το οποίο επέδειξε. Χαίρω, ότι ήρχισεν η απόπλυσις της κηλίδος και προσδοκώ τελείαν ταύτην».

Έτσι, φτάνουμε στην ιστορική ημέρα, την Τρίτη 6 Νοεμβρίου 1912 και στην οριστική απελευθέρωση της περιοχής Αμυνταίου. Στις 11 το πρωί, η 5η Μεραρχία, υπό την νέα διοίκηση της, προελαύνει μέσω της οδού Πτολεμαίδας- Βεύης. Η 4η Μεραρχία, με διοικητή τον υποστράτηγο Κωνσταντίνο Μοσχόπουλο, κινούνταν ήδη, περίπου από τις 7 το πρωί, από το χωριό Μανιάκι, μέσω της οδού, που το συνέδεε με την Βεγόρα, προχωρώντας κοντά στην όχθη της λίμνης. Το ιππικό της προπορευόταν της εμπροσθοφυλακής και μετά από σκληρή μάχη κατέλαβε την γέφυρα της Βεγόρας. Στη 1 το μεσημέρι, η 4η μεραρχία μπαίνει στο Αμύνταιο και προωθεί τμήματα της προς την στενωπό Κλειδιού. Χαρμόσυνα ήχησαν οι καμπάνες της ελευθερίας ! Η 5η μεραρχία, αφού προέλασε, έφτασε στις 3 το μεσημέρι η κεφαλή της κύριας φάλαγγας της, στην διακλάδωση της οδού προς το Αμύνταιο, όπου δέχτηκε αραιά πυρά πυροβολικού. Η απόπλυσης της κηλίδος είχε συντελεστεί.

Κάποιοι θα αναρωτηθούν υποχθόνια, όπως πάντα, διότι εμφορούνται από απέχθεια απέναντι σε εθνικές γιορτές και ακόμη και για την ίδια την έννοια του έθνους μας, γιατί τιμούμε σήμερα εκτός από την τελική απελευθέρωση μας και την καταστροφή της 5ης Μεραρχίας όπως και της περιοχής Αμυνταίου / Ξινού Νερού; Η απάντηση είναι απλή. Για τον ίδιο λόγο που τιμούμε ορθά τους νεκρούς των ολοκαυτωμάτων των Γερμανών Ναζί και στην περιοχή μας και σε όλη της Ελλάδα. Για να μην ξεχάσουμε όσους άφησαν οικογένειες και παιδιά ορφανά για να παραδώσουν την ζωή τους στο θυσιαστήριο του Έθνους, ως θυμίαμα για την δική μας ελευθερία. Για να μην καταστούμε αχάριστοι, αγνώμονες και ανάξιοι της ελευθερίας αυτής. Γιατί τέλος οφείλουμε να μην ξεχνούμε τα διδάγματα της ιστορίας μας, ώστε να μην χρειαστεί να τα ξαναζήσουμε με τραγικό τρόπο στις μέρες μας.

Ειδικά τώρα που η αναθεωρητική αυταρχική Τουρκία οραματίζεται νέες οθωμανικές αυτοκρατορίες και μιμείται άλλες αυταρχικές δυνάμεις, που επιθυμούν να καταπατούν το διεθνές δίκαιο, τα σύνορα των κρατών, την κυριαρχία τους και την ελευθερία των λαών τους. Έτσι όμως πάντα έπρατταν οι τυραννίες. Έτσι έπραξε ο Χίτλερ με τις θεωρίες του ζωτικού χώρου στον Β΄ Παγκόσμιο Πόλεμο μαζί με τον Μουσολίνι και τους Ιάπωνες, καταστρέφοντας την Ευρώπη και τον κόσμο. Έτσι πράττει η φίλη του Ερντογάν- Ρωσία με την βάρβαρη εισβολή και τις εκατόμβες θυμάτων και εγκλημάτων στην δύστυχη Ουκρανία, επειδή δεν μπορεί να ανεχθεί να συνορεύει με ελεύθερες δημοκρατικές χώρες και φαντασιώνεται την αναβίωση παρηκμασμένων αυτοκρατοριών και ζωτικών χώρων.

Πριν λίγες μέρες τιμήσαμε το ηρωικό γεμάτο αυταπάρνηση όχι των Ελλήνων στην βάρβαρη και άνανδρη εισβολή των Ιταλών το 1940 εις βάρος της χώρας μας, γιατί και εκείνοι μας θεωρούσαν ζωτικό τους χώρο και ήθελαν να μας καταλάβουν, όπως σήμερα θέλει να μας δορυφοροποιήσει η Τουρκία.

Αυτό το ΟΧΙ, ίσως θα χρειαστεί σύντομα, να το ξαναπούμε και να το εννοούμε ανεξαρτήτως θυσιών, διότι το κλίμα σήμερα θυμίζει έντονα τις παραμονές του ελληνοϊταλικού πολέμου με τις ιταμές προκλήσεις των Τούρκων, όπως έπρατταν τότε οι φασίστες του Μουσολίνι, τορπιλίζοντας μέχρι και το έυδρομο Έλλη στην Τήνο.

Χώρος και περιθώριο ενδοτισμού απέναντι στην κυριαρχία μας αλλά και τα κυριαρχικά μας δικαιώματα, αν αυτά αμφισβητηθούν εμπράκτως, δεν μπορεί και δεν πρέπει ποτέ να υπάρξει. Χώρος για μεταπράτες των εθνικών μας δικαίων δεν υπάρχει. Μόνο μια Ελλάδα ισχυρή με ισχυρές και καλά εξοπλισμένες ένοπλες δυνάμεις και με συμμαχίες αμοιβαίας στρατιωτικής συνδρομής, όπως η Ελληνογαλλική και η συμμαχία με τα ΗΑΕ, μπορεί και τα δικαιώματα της με βάση το Διεθνές Δίκαιο και το Δίκαιο της Θάλασσας να προστατέψει και να υπερασπιστεί την ειρήνη και την σταθερότητα στην περιοχή. Η ειρήνη δεν κατακτάται με υποχωρήσεις απέναντι στον εχθρό και σε έναν αδηφάγο γείτονα, όπως έλεγε ο πρώην πρωθυπουργός Ανδρέας Παπανδρέου.

Αν η Τουρκία αποφασίσει να μπει σε περιπέτειες, λόγω της καταρρέουσας κατάστασης στο εσωτερικό της και της διαλυόμενης οικονομίας της και να απειλήσει την ειρήνη και την ασφάλεια μας, τότε θα πρέπει η απάντηση μας να είναι συντριπτική σε όλα τα μέτωπα. Μόνον όταν ο ελληνικός λαός ήταν αποφασισμένος για θυσίες, κατάφερε να γίνει πρωταγωνιστής των εξελίξεων και να τον σεβαστούν εχθροί και φίλοι. Αντιθέτως, όταν επέλεγε ιστορικά την διαβρωτική ευζωία και την ράθυμη στάση, υπακούοντας σε δημαγωγούς, που του έταζαν υποκριτικά, αντί θυσιών και ενίσχυσης της εθνικής μας άμυνας βούτηρο αντί για κανόνια οδηγήθηκε στην καταστροφή και την ταπείνωση, έχασε και το βούτυρο και τα κανόνια, με αποτέλεσμα να μην έχει, ούτε ελευθερία, ούτε ευημερία στο τέλος. Οι υποχωρήσεις όμως και ο κατευνασμός, οσάκις εφαρμόσθηκαν, όπως στον Β΄ Παγκόσμιο Πόλεμο απέναντι σε επεκτατικές τυραννικές δυνάμεις, είχαν ως αποτέλεσμα γενίκευση του πολέμου και επέκταση της καταστροφής, όπως γνωρίζουμε πολύ καλά από την ιστορία.

Η Ελλάδα έχει και σήμερα όπως και το 1912 και το 1940 το δίκαιο με το μέρος της. Έχει το διεθνές δίκαιο και το δίκαιο της Θάλασσας, που πάντοτε επικαλούμαστε κόντρα στην απειλούσα ανατολική γείτονα και στο δίκαιο της ζούγκλας και των ανατολίτικων παζαριών, που υπηρετεί.

Εμείς όμως σήμερα παραλάβαμε πατρίδα ακέραια και δεν έχουμε δικαίωμα να την παραδώσουμε ακρωτηριασμένη στις επόμενες γενεές. Ας το καταλάβουν αυτό καλά τόσο οι εχθροί της χώρας μας, που ανησυχούν και το δείχνουν, χάνοντας την ψυχραιμία τους, όσο η χώρα ενισχύεται αμυντικά, όσο και οι άεθνοι, αρνησιπάτριδες, που κάνουν, πως δεν καταλαβαίνουν ότι η πατρίδα είναι το κοινό μας σπίτι. Όταν όμως δεν αγαπάς την πατρίδα σου, είναι σαν να μην αγαπάς την μητέρα, που σε μεγάλωσε και αυτό θα τους χαρακτηρίζει εσαεί.

Κλείνοντας, θα θυμηθώ πάλι τα λόγια του Ίωνα Δραγούμη, άοκνου υπερασπιστή της Ελλάδας και αγωνιστή για την απελευθέρωση της Μακεδονίας μας από τον Οθωμανό τύραννο και από τον παραμονεύντα δολίως Σλάβο:

<< Οἱ ἄνανδροι, εἶπε μεγάλος πολιτικός, οἱ ἄνανδροι ποὺ δὲν αἰσθάνονται τὸ σθένος νὰ ὑπερασπίσουν τὴν Πατρίδα των, μόνον αὐτοὶ κάμνουν τὴν ἀθλιότητά των φιλοσοφίαν νὰ τὴν ἀρνοῦνται. Ἡ ἀνάγκη τῆς ὑπάρξεως ἑνὸς Ἔθνους εἶνε ἔνστικος εἰς αὐτό, ὅσον καὶ εἰς ἕνα ἄτομον εἶνε ἔνστικτον ἡ ἀνάγκη νὰ ζῇ. Η ελευθερία δεν είναι δικαίωμα είναι καθήκον >>.

Με αυτό το καθήκον έπεσαν και θυσιάστηκαν, όσοι σήμερα στο Αμύνταιο τιμούμε. Για να μπορεί ο Κωστής Παλαμάς σε ποίημα του μετά την απελευθέρωση της Μακεδονίας μας και την ένωση της με την μητέρα Ελλάδα να γράφει: << Μακεδονία! Ελληνική πνοή την ανασταίνει,
κι όσο κι αν λιώνεις το κορμί, μα η ψυχή απομένει >>.
 


Ζήτω το ελεύθερο Αμύνταιο

Ζήτω η ελληνική και μόνη πραγματική Μακεδονία!

 


sidirodromikanea.blogspot.com