Εκείνος ο μικρός οικίσκος του Ο.Σ.Ε. που βρίσκεται απέναντι απ’ το χωριό μας στον Αρμακά, δεν έχει απολύτως κανένα αρχιτεκτονικό ενδιαφέρον, εν συγκρίσει όλων ανεξαιρέτως των άλλων, που πραγματικά αποτελούν αριστοτεχνικά κομψοτεχνήματα και στολίζουν εκατοντάδες πόλεις και χωριά της χώρας μας, όπου διέρχονται και σταθμεύουν αμαξοστοιχίες του Ο.Σ.Ε.
Αυτό όμως λίγο ενδιέφερε τους Αγια Σοφίτες την παλιότερη εποχή.
Εκείνο που πραγματικά τους ενδιέφερε και το κατάφεραν, ήταν να επιτύχουν την προαιρετική στάθμευση του τρένου σ’ αυτό το χιλιομετρικό σημείο (Χ.Θ. 102. 750) και την κατασκευή αυτού του οικίσκου, ώστε να εξυπηρετούνται οι ταξιδιώτες του χωριού μας και να προφυλάσσονται απ’ τις άστατες καιρικές συνθήκες.
Σήμερα η ματιά όλων μας, που καθημερινώς πλανιέται πέρα στην πλαγιά της Ροϊνάς, διόλου, ούτε δευτερόλεπτο, δε στέκεται πάνω σ’ εκείνο το μικρό σπιτάκι. Παρά βιαστικά το προσπερνά και καταλήγει άλλοτε στη γαλαρία της Μπερτσοβάς, άλλοτε στην βραχώδη κορυφή του βουνού, κι άλλοτε στα απόκρημνα βράχια της Κορακοφωλιάς.
Κάποτε όμως, το βλέμμα των Αγια Σοφιτών ήταν συνεχώς προσηλωμένο σ’ αυτό το σημείο, αφού ήταν ο μοναδικός «κόμβος» επικοινωνίας του χωριού, ειδικά πριν γίνει η διάνοιξη των αμαξιτών οδών (1969). Προσπαθούσαν να ξεχωρίσουν πόσες «κουκίδες» θα κατέβαιναν απ’ το σταματημένο ωτομοτρίς, τις οποίες παρακολουθούσαν προσεκτικά, μια να χάνονται πίσω απ’ τα ψηλά πουρνάρια και μια να φανερώνονται, κάνοντας προβλέψεις για την ταυτότητα της κάθε μιας. Ήταν οι Αγια Σοφίτες που έρχονταν κρατώντας τις πραμάτειες στα χέρια, πότε από Αθήνα, από Άργος, από Μύλους, από Κιβέρι….
Κάποτε εκείνος ο μικρός- ξεχασμένος πια οικίσκος του Ο.Σ.Ε. αποτελούσε το κέντρο επικοινωνίας και σημείο αναφοράς για το χωριό. Εκεί περίμεναν το οτομοτρίς οι Αγια Σοφίτες για να ταξιδέψουν σύμφωνα με το εκάστοτε δρομολόγιο. Άλλοτε στις 10:00 το πρωί, στις 11:00, στις 2:00 το μεσημέρι, στις 7:00 το απόγευμα ή στις 2:00 τη νύχτα. Εκεί, από κείνο το σπιτάκι, έστρεφαν το λυπημένο βλέμμα τους τα Αγια Σοφιτόπουλα προς το χωριό, όταν το εγκατέλειπαν για την Αμερική, κι ορισμένα μάλιστα το έκαναν για τελευταία φορά.
« Το τομοτρίς πέρασε…., 11:00 η ώρα…» έλεγαν από μέσα τους καθημερινώς οι κάτοικοι του χωριού. Πότε το Οτομοτρίς, πότε η Ταχεία, η Τριζήνα και πότε ο υπερθεαματικός «Μουντζούρης» με τα δεκάδες βαγόνια (που πάντα μπερδεύαμε στο μέτρημα εμείς τα παιδιά) πνιγμένα όλα στον μαύρο πυκνό καπνό που έβγαινε απ’ το μπροστινό κατάμαυρο βαγόνι της μηχανής. Με το που ακούγαμε από μακριά το χαρακτηριστικό μούγκρισμα του Μουτζούρη (απ’ όταν αυτός βρισκόταν ακόμα στα όρια της Μάσκλινας) τρέχαμε στους δρόμους για να μην χάσουμε το θέαμα…….., άλλοτε 20, άλλοτε 22, άλλοτε 25 βαγόνια…….
Ο ξεχωριστός ήχος που έκανε το τρένο κι ακουγόταν απ’ άκρη σ’ άκρη στο χωριό, αποτελούσε ένα ρολόι ακριβείας για τους Αγια Σοφίτες. Εκείνη την ώρα, άλλοι επέλεγαν να καθίσουν για μεσημεριανό φαγητό κι άλλοι να φύγουν απ’ το χωράφι……………..
Ας θυμηθούμε τις παραπάνω νοσταλγικές εποχές, μέσα απ’ το βαγόνι ενός οτομοτρίς, όταν περνούσε απέναντι απ΄τη μεγάλη γέφυρα και το χωριό μας, στο ταξίδι για Μάσκλινα, Αχλαδόκαμπο κ.ο.κ. (στο τέλος των φωτό).