Δευτέρα 22 Απριλίου 2019

Η ευρωασιατική πολιτική του Πεκίνου.

Η πρωτοβουλία 17+1 και οι σχέσεις ΕΕ-Κίνας

Του Λευτέρη Στουκογιώργου

Η ένταξη της Ελλάδας στην πρωτοβουλία 16+1 (που πλέον γίνεται 17+1), επικυρώθηκε με την πρόσφατη συμμετοχή του έλληνα πρωθυπουργού Αλέξη Τσίπρα στη Σύνοδο Κορυφής μεταξύ των 17 κρατών της Κεντρικής και Ανατολικής Ευρώπης και της Κίνας, στο Ντουμπρόβνικ. Για την Ελλάδα, η ένταξη αυτή είναι πολύ σημαντική εφόσον της ξαναδίνει ηγετικό ρόλο στα Βαλκάνια, με την άσκηση πολυδιάστατης εξωτερικής πολιτικής και με το δεδομένο ότι είναι τερματικός σταθμός του Θαλάσσιου Δρόμου του Μεταξιού.

Για τη σύνδεση της Ασίας με την Ευρώπη

Η σημαντικότατη γεωστρατηγική πρωτοβουλία της Κίνας των 16+1 (China and 16 Central and Eastern European countries ,CEEC) ξεκίνησε το 2012 στη Βαρσοβία, αλλά το 2013 εντάχθηκε στο στρατηγικό σχεδιασμό (ΟΒΟR) του Προέδρου Xi Jinping. Συμμετείχαν 16 κράτη εκ των οποίων 11 κράτη μέλη της ΕΕ της Κεντρικής και Ανατολικής Ευρώπης και των Βαλκανίων (​Βουλγαρία, Κροατία, Τσεχία, Εσθονία, Ουγγαρία, Λετονία, Λιθουανία, Πολωνία, Ρουμανία, Σλοβακία, Σλοβενία​​) και 5 ακόμα των Δ. Βαλκανίων (Αλβανία, Βοσνία και Ερζεγοβίνη, Β. Μακεδονία, Μαυροβούνιο και Σερβία), τα οποία βρίσκονται σε διαδικασία διαπραγμάτευσης ένταξής στην ΕΕ. Στόχος της πρωτοβουλίας είναι η ανάπτυξη έργων υποδομών για τη σύνδεση της Ασίας με την Ευρώπη και η διευκόλυνση της πρόσβασης της Κίνας στην ευρωπαϊκή αγορά.
Η Πολωνία (από τις 16 χώρες) είναι ο μεγαλύτερος εμπορικός εταίρος της Κίνας , ενώ η Κίνα είναι ο μεγαλύτερος εμπορικός εταίρος της Ουγγαρίας εκτός της ΕΕ. Καθόλου τυχαία, το πρώτο ευρωπαϊκό τραπεζικό κέντρο clearing νομίσματος (Γουάν) της People Bank Of China (PBOC) άνοιξε στη Βουδαπέστη τον Οκτώβρη του 2015.
Οι 17 χώρες ανέδειξαν τα συγκριτικά πλεονεκτήματα των χωρών τους, ως κατάλληλους προορισμούς κινέζικων επενδύσεων και ειδικά σε έργα υποδομών. Οι περισσότερες, όμως, κινεζικές επενδύσεις ως τώρα, στην Ευρώπη, κατευθύνθηκαν κυρίως προς τις τέσσερις μεγαλύτερες ευρωπαϊκές χώρες (Ηνωμένο Βασίλειο, Γερμανία, Ιταλία και Γαλλία). Η Ουγγαρία αποτελεί τη μόνη εξαίρεση στην Ανατολική Ευρώπη.

Δούρειος ίππος;

Ενώ οι υποσχέσεις της Κίνας για αυξημένη οικονομική συνεργασία υλοποιούνται με αργό ρυθμό, η πολιτική και θεσμική συνεργασία με τις χώρες της Α. Ευρώπης έχει προχωρήσει. Η υπογραφή συμφωνίας των κροατικών σιδηροδρόμων με την China Railway Eryuan Engineering Group συνίσταται στο να δημιουργηθεί ένας νέος διάδρομος μεταφοράς, μεταξύ της Κ. Ευρώπης και των λιμανιών της Ελλάδας, Ιταλίας και Κροατίας. Οι Κροάτες υπέγραψαν επίσης μνημόνιο συνεργασίας με την Huawei.
Η ΕΕ ανησυχεί για αυτά τα δρώμενα από το 2015 με το ψήφισμα του Ευρωκοινοβουλίου. Οι δισταγμοί των Βρυξελλών (δηλαδή του γαλλογερμανικού άξονα) οφείλονται στην έλλειψη στρατηγικής τους για την ευρωπαϊκή βιομηχανική πολιτική και στον φόβο της στρατηγικής διείσδυσης της Κίνας στην Ευρώπη. Βερολίνο και Παρίσι φοβούνται ότι η Πρωτοβουλία «17+1» και η συμφωνία Ιταλίας –Κίνας αποτελούν τον «Δούρειο Ίππο» της Κίνας για την ενίσχυση του γεωπολιτικού της ρόλου στην Ευρώπη. Το Πεκίνο δεν φοβάται τον ανταγωνισμό με την ΕΕ. Δεν ισχύει όμως το ίδιο και αντίστροφα!
Η στρατηγική του Προέδρου Xi είναι να πρωταγωνιστήσει σε κάθε βιομηχανικό και μεταβιομηχανικό τομέα στην 4η βιομηχανική επανάσταση, δεδομένης και της τωρινής υπεροχής της Κίνας στα δίκτυα 5G και στην Τεχνητή Νοημοσύνη.

Η συμφωνία ΕΕ και Κίνας

Πρόσφατα υπογράφτηκε η συμφωνία μεταξύ ΕΕ (Juncker και Tusk) και Κίνας (Li Keqiang) που αφορούσε μια πολλαπλή και ευρεία επενδυτική συμφωνία που θα επικυρωθεί «μέχρι το τέλος του επόμενου έτους ή νωρίτερα», σύμφωνα με τον Li Keqiang. Το Πεκίνο θα δεσμευθεί σε τρία ευαίσθητα μέτωπα: τη μείωση των βιομηχανικών επιδοτήσεων, την υποχρέωση μεταφοράς τεχνολογίας και το ουσιαστικό άνοιγμα της κινεζικής αγοράς στις εταιρείες της ΕΕ. Η ΕΕ είναι ο κορυφαίος εμπορικός εταίρος της Κίνας, ενώ η Κίνα είναι ο δεύτερος μεγαλύτερος για την ΕΕ. Γι αυτό, από ευρωπαϊκής πλευράς, δεν ακούστηκαν οι γνωστές εκφράσεις όπως «συστημικός αντίπαλος» για την Κίνα ή «αθέμιτος ανταγωνισμός» στο εμπόριο. Βρυξέλλες και Πεκίνο φαίνεται να στοχεύουν σε κάποια συνέργεια σύνδεσης του «Θαλάσσιου Δρόμου του Μεταξιού» και του Belt and Road Initiative με το Διευρωπαϊκό Δίκτυο Μεταφορών, δηλαδή μια σύνδεση των θαλάσσιων, σιδηροδρομικών, οδικών και εναέριων μεταφορών Ευρώπης- Ασίας.
Μερικές μέρες νωρίτερα, μεταξύ Ιταλίας και Κίνας, υπογράφηκαν 29 Συμφωνίες, κατά τη διάρκεια της επίσκεψης του Προέδρου Xi στον Κόντε με πιο σημαντική αυτή που επισημοποίησε την είσοδο της Ιταλίας στο One Belt One Road (OBOR). Οι 19 συμφωνίες είναι θεσμικές και οι 10 εμπορικές, με κυριότερη την συμμετοχή των Κινέζων στα λιμάνια της Τεργέστης και Γένοβας. H συνολική αξία των συμφωνιών ανέρχεται στα 2,5 δισ., με προοπτική να φτάσει στα 20 δισ. Η συμφωνία ήταν ορόσημο για την ιταλική εξωτερική πολιτική, η οποία παραδοσιακά ήταν στρατηγικά επικεντρωμένη σε Αφρική και Μ. Ανατολή, αλλά και για την Κίνα εφόσον αυξάνει την σφαίρα επιρροής της (ως Soft power) στην γηραιά ήπειρο.
Η ηγεσία του Πεκίνου κατανοεί τις ισχυρές γεωοικονομικές επιπτώσεις μιας θετικής συμφωνίας με την Ευρώπη, δεδομένου του νομισματικού/εμπορικού πολέμου με τις ΗΠΑ (το National Security Strategy των ΗΠΑ, το 2017, επαναβεβαίωσε ότι η κύρια απειλή για τη χώρα είναι η Κίνα). Ακόμα κι αν κλείσει θετικά η εμπορική συμφωνία, μεταξύ ΗΠΑ-Κίνας, θα είναι περιορισμένης διάρκειας. Δεν υπάρχει αμφιβολία ότι το OBOR είναι η οικονομική μορφή της κινεζικής γεωπολιτικής.

Στόχος η μετατόπιση του γεωπολιτικού άξονα

Με τις ΗΠΑ όμως να κυριαρχούν σε διεθνείς οικονομικούς θεσμούς όπως το ΔΝΤ, την Παγκόσμια Τράπεζα και την Ασιατική Τράπεζα Ανάπτυξης (ADB), η πραγματοποίηση της ατζέντας της Κίνας έχει το δικό της όργανο, την Asian Infrastructure Investment Bank (AIIB) στην οποία συμμετέχουν και ευρωπαϊκά κράτη. Η πολιτική των κινέζων θέλει την Ευρασία κέντρο των παγκόσμιων εξελίξεων, ως απάντηση στην αμερικάνικη θαλάσσια κυριαρχία. Η μετατόπιση του γεωπολιτικού άξονα προς την ανατολή είναι ο κινέζικος, αλλά και ο ρώσικος στόχος.
Η διεθνής αστάθεια, ο νεοπροστατευτισμός του Τραμπ, η μείωση του κινέζικου ΑΕΠ (αναμένεται «μόνο» 6,3% για το ’19) και η αδυναμία ανάπτυξης της Ευρώπης (ελέω νεοφιλελευθερισμού) δημιουργούν την ανάγκη για μια εντονότερη συνεργασία μεταξύ των χωρών της ΕΕ και της Κίνας, παρά τις αμοιβαίες επιφυλάξεις. Σε τελική ανάλυση, η ευρωασιατική πολιτική του Πεκίνου έχει τερματικό σταθμό την Ευρώπη.

epohi.gr