Κυριακή 9 Απριλίου 2017

ΤΟ ΠΡΩΤΟ ΣΦΥΡΙΓΜΑ ΤΡΕΝΟΥ ΣΤΗΝ ΕΔΕΣΣΑ.



Ένα ηλιόλουστο πρωϊνό της Παρασκευής 15 Ιουνίου 1894 ξεκίναγε το πρώτο τρένο από την Θεσσαλονίκη για να διανύσει τα 219 χιλιόμετρα της νέας σιδηροδρομικής γραμμής μέχρι το Μοναστήρι.
Ακριβώς πριν από 122 χρόνια. Κρίνοντας από την επιχρωματισμένη φωτογραφία της ιστορικής αυτής αναχώρησης, ο πρώτος συρμός φαίνεται ότι ήταν…ευάερος και ευήλιος μια και αποτελούνταν από ανοιχτές πλατφόρμες πάνω στις οποίες ήταν τοποθετημένα τα εμπορεύματα στα οποία κάθονταν οι επιβάτες. Θάταν μεσημέρι εκείνης της μέρας όταν η γερμανική ατμομηχανή μάρκας Hanomag, ασθμαίνοντας στην ανηφόρα, έμπαινε σφυρίζοντας στον σταθμό της Έδεσσας (Βοδενά τότε). Το σφύριγμα αυτό καθώς και ο χαρακτηριστικός ήχος της ατμομηχανής, που μια χανόταν και μια ακουγόταν καθώς μπαινόβγαινε στις σύρραγγες πλησιάζοντας στη πόλη, θα γίνονταν ένα καθημερινό ευχάριστο άκουσμα για γενιές Εδεσσαίων. Η πόλη εκείνη τη μέρα γύριζε σελίδα και δρασκέλιζε στην μοντέρνα εποχή. Εμπαινε στο χάρτη ενός ευρύτατου σιδηροδρομικού δικτύου που την ένωνε μέσω Θεσσαλονίκης με πολλές ευρωπαϊκές πόλεις. Ηταν μια ιστορική μέρα.

Επιστολική κάρτα του εκδότη Δαυίδ Ασσαέλ με επιχρωματισμένη φωτογραφία της πρώτης αναχώρησης αμαξοστοιχίας από Θεσσαλονίκη για Μοναστήρι στις 15 Ιουνίου 1894


Αργότερα τα νέα άνετα βαγόνια άρχισαν να φέρνουν εκδρομείς στην Έδεσσα για να θαυμάσουν τα αξιοθέατα της πόλης. Ήταν ο προάγγελος της μετέπειτα τουριστικής εποχής (επιστολική κάρτα του εκδοτικού οίκου Ιούδα Βαρσάνο της Θεσσαλονίκης που ταχυδρομήθηκε τον Οκτώβριο του 1904)


Η απόφαση για την κατασκευή της γραμμής Θεσσαλονίκης – Μοναστηρίου ήταν αποτέλεσμα συγκυριών, ιστορικών ανακατατάξεων και ενός μεγαλεπίβολου σχεδίου που άλλαξε τα οικονομικά δεδομένα στην Βαλκανική. Ας δούμε περιληπτικά πως η εξέλιξη των πραγμάτων οδήγησε τελικά και στην κατασκευή του τμήματος αυτού.

Ο σουλτάνος Αβδούλ Αζιζ (1861-1876) με την αναρρίχηση στο θρόνο αντιλαμβάνεται ότι η συνοχή και η επιβίωση της παραπαίουσας Οθωμανικής αυτοκρατορίας χρειάζεται ένα γενναίο εκσυγχρονισμό με ριζικές αλλαγές και μεταρρυθμίσεις στον τρόπο οργάνωσης και λειτουργίας του κράτους. Στα πλαίσια αυτά ο Μεγάλος Βεζύρης Αλή Πασάς συλλαμβάνει το σχέδιο για τη δημιουργία ενός σιδηροδρομικού δικτύου που θα βελτίωνε την επικοινωνία των επαρχιών της, θα δημιουργούσε νέες οικονομικές ευκαιρίες αλλά και θα επέτρεπε την γρήγορη μεταφορά στρατευμάτων από το ένα σημείο της αυτοκρατορίας στο άλλο. Για τους Ευρωπαίους η σιδηροδρομική σύνδεση του ευρωπαϊκού δικτύου με την Κωνσταντινούπολη μέσω Βιέννης ήταν επίσης πολύ ενδιαφέρουσα ιδέα αφού θα μίκραινε κατά πολύ τον χρόνο και το κόστος μεταφοράς ταξιδιωτών και εμπορευμάτων. Η σύνδεση μάλιστα του λιμανιού της Θεσσαλονίκης με την βόρεια Ευρώπη πρόσφερε την δυνατότητα μιας πιο γρήγορης επικοινωνίας ακόμη και με τις ασιατικές αποικίες των ευρωπαϊκών χωρών. Ετσι η Υψηλκή Πύλη, παρά τους ισχυρούς ενδοιασμούς των παραδοσιακών και θρησκευτικών κύκλων του Ισλαμ που έβλεπαν με δυσπιστία και καχυποψία κάθε αλλαγή που ερχόταν απο τη Δύση, θα αποφασίσει την υλοποίηση ενός μεγάλου σιδηροδρομικού δικτύου στις ευρωπαϊκές επαρχίες της αυτοκρατορίας μήκους 2500 χιλιομέτρων. Το τιτάνιο αυτό έργο θα ανατεθεί τελικά το 1869, με την μέθοδο της χρηματοδότησης, κατασκευής και λειτουργίας για 99 χρόνια, στον βαρώνο Μωρίς ντε Χιρς (Baron Maurice de Hirsch). Ο βαρώνος Χιρς ήταν ένας από τους μεγαλύτερους και πλουσιότερους τραπεζίτες της Ευρώπης την εποχή εκείνη. Γεννημένος στο Μόναχο, σπουδαγμένος και παντρεμένος στις Βρυξέλλες και εγκατεστημένος στο Παρίσι από όπου διηύθυνε τις τραπεζικές του εργασίες, ο Γερμανοεβραίος τραπεζίτης αναλάμβανε την χρηματοδότηση μεγάλων και ριψοκίνδυνων έργων παράλληλα με τις φιλανθρωπικές του πρωτοβουλίες όπως η κατασκευή του συνοικισμού Χιρς και η ανέγερση του νοσοκομείου Χιρς (σημερινό Ιπποκράτειο νοσοκομείο) στη Θεσσαλονίκη. Για την υλοποίηση της συμφωνίας ο βαρώνος Χιρς ιδρύει δυο εταιρείες: την Αυτοκρατορική Εταιρεία Σιδηροδρόμων Ευρωπαϊκής Τουρκίας (Société Imperiale des Chemins de Fer de la Turquie d’Europe) που θα αναλάβει την κατασκευή των σιδηροδρομικών γραμμών και την Γενική Εταρεία Εκμετάλλευσης των Σιδηροδρόμων της Ευρωπαϊκής Τουρκίας (Compagnie Générale d’Exploitations des Chemins de Fer de la Turquie d’Europe) που θα αναλάβει την λειτουργία και εκμετάλλευση για 99 χρόνια των σιδηροδρόμων. Αρχές 1870 αρχίζουν οι κατασκευές με γρήγορο ρυθμό από τέσσερα διαφορετικά σημεία. Το 1872 ο νέος Μεγάλος Βεζύρης αναδιαπραγματεύεται την συμφωνία περικόπτοντας σημαντικά το αρχικό σχέδιο και μειώνοντας αντίστοιχα την περίοδο εκμετάλλευσης από τα 99 στα 50 χρόνια. Την ίδια χρονιά, σε χρόνο ρεκόρ, τελειώνουν οι πρώτες γραμμές. Πρόκειται για τις συνδέσεις Θεσσαλονίκης – Σκοπίων και Ανδριανούπολης – Αλεξανδρούπολης (τότε Δεδέαγατς). Το 1873 ολοκληρώνεται η γραμμή Κωνσταντινούπολης – Ανδριανούπολης, το 1874 τα τμήματα Σκοπίων – Μητροβίτσας και η διακλάδωση Ανδριανούπολης προς Βάρνα. Το 1884, μετά τις καθυστερήσεις λόγω της πτώχευσης της οθωμανικής κυβέρνησης (1875), της βουλγαρικής εξέγερσης (1876), του Ρωσοτουρκικού πολέμου (1877-78) και της ανεξαρτησίας της Σερβίας (1882), τίθεται σε λειτουργία η γραμμή Βελιγραδίου – Νις (Ναϊσσού) και το 1888 οι γραμμές Σκοπίων – Νις και Νις – Σόφιας – Φιλιππούπολης. Ετσι το 1888 η Κωνσταντινούπολη συνδέεται με Σόφια, Βελιγράδι, Βουδαπέστη και Βιέννη και η Θεσσαλονίκη με Βελιγράδι, Βουδαπέστη και Βιέννη. Η Βόρεια θάλασσα (Αμβούργο) συνδέεται με την Μεσόγειο (Θεσσαλονίκη). Ο βαρώνος Χιρς είναι ικανοποιημένος αφού παρά τις αντιξοότητες και τις μεγάλες ανακατατάξεις το σχέδιο ολοκληρώθηκε. Είναι η στιγμή που αποφασίζει να αποτραβηχτεί από την ενεργό οικονομική δράση για να αφοσιωθεί ολοκληρωτικά στις φιλανθρωπικές του δραστηριότητες. Έτσι πωλεί το 1890 τις μετοχές του σε έναν νέο και φιλόδοξο παίκτη που ενστερνίζεται τη νέα γερμανική πολιτική της πορείας προς ανατολάς (Drang nach Osten): πρόκειται για την Ντόϋτσε Μπάνκ (Deutsche Bank) μια νέα γερμανική τράπεζα που ιδρύθηκε το 1870 με την γερμανική ενοποίηση και ενδιαφέρεται να χρηματοδοτήσει μεγάλα σιδηροδρομικά πρότζεκτ, ιδιαίτερα αυτό της σύνδεσης Κωνσταντινούπολης – Βαγδάτης.

Η κατασκευή των διαφόρων σιδηροδρομικών τμημάτων στην Βαλκανική την περίοδο 1870-1888 (οι ημερομηνίες του κειμένου είναι οι σωστές)


Η Υψηλή Πύλη όμως δεν είναι ιδιαίτερα ευχαριστημένη από τις εξελίξεις. Ναι μεν επετεύχθη η σιδηροδρομική σύνδεση της Κωνσταντινούπολης με την Δυτική Ευρώπη αλλά ένα μεγάλο τμήμα της γραμμής είναι τώρα υπό τον έλεγχο της αυτόνομης – και ευνοούμενης της εχθρικής Ρωσίας – Βουλγαρίας και ένα άλλο υπό την κυριαρχία της ανεξάρτητης πλέον Σερβίας. Αμέσως μετά πρώτη προτεραιότητα για τον νέο σουλτάνο Αβδούλ Χαμίτ (1876-1909) είναι η σύνδεση των υπό οθωμανική κυριαρχία ακόμη ευρωπαϊκών περιοχών με την Κωνσταντινούπολη. Πρέπει επειγόντως να συνδεθεί η πρωτεύουσα με την Θεσσαλονίκη, έδρα μεγάλης στρατιάς, και η τελευταία με το Μοναστήρι , έδρα στρατιωτικών ακαδημιών. Συγχρόνως θα εξεταστεί και η σύνδεση του Μοναστηρίου με την Αδριατική. Ο Γερμανοεβραίος τραπεζίτης και εκπρόσωπος των οπλικών συστημάτων Μάουζερ στη Κωνσταντινούπολη Άλφρεντ Κάουλα (Alfred von Kaulla) προωθεί τις αυτοκρατορικές σκέψεις στον διευθυντή της Deutsche Bank (τον Georg von Siemens) ο οποίος χωρίς δισταγμό προτείνει στον σουλτάνο την ανάληψη της κατασκευής και λειτουργίας της γραμμής Θεσσαλονίκης – Μοναστηρίου. Η πρόταση γίνεται δεκτή και μια σύμβαση παραχώρησης για 99 χρόνια υπογράφεται το 1890 μεταξύ της Πύλης και του Άλφρεντ Κάουλα που ενεργεί για λογαριασμό της Deutsche Bank. Ιδρύεται στη Κωνσταντινούπολη η Εταρεία Οθωμανικού Σιδηροδρόμου Θεσσαλονίκης – Μοναστηρίου (Société du Chemin de Fer Ottomane Salonique – Monastir) και προσλαμβάνεται η γαλλική κατασκευαστική εταιρεία RGCF (Régie Générale des Chemins de Fer et des travaux publics) γνωστή και ως “Vitali & Cie” για την κατασκευή της νέας γραμμής. Επικεφαλής και ιδιοκτήτης της γαλλικής εταρείας είναι ο κόμης Philippe Vitali ή καλύτερα ο Φίλιππος-Σπυρίδων Βιτάλης γιός του Ζακυνθινού αριστοκράτη Γεωργίου Βιτάλη. Ο Γεώργιος Βιτάλης μαζί με τον αδελφό του Σπύρο είχαν βοηθήσει ενεργά τον απελευθερωτικό αγώνα προωθώντας στις ευρωπαϊκές καγκελαρίες την υπόθεση της ελληνικής ανεξαρτησίας. Θα συνεισφέρουν χρήματα και όπλα στον λόρδο Βύρωνα πριν το ταξίδι του τελευταίου στο Μεσολόγγι. Θεωρούνται οι ιδρυτές της γαλλικής μερίδας – του μετέπειτα γαλλικού κόμματος του Κωλέττη – και θα εργαστούν για να φέρουν στον ελληνικό θρόνο τον δούκα του Νεμούρ (duc de Nemours) του οίκου της Ορλεάνης, γιό του Γάλλου βασιλιά Λουδοβίκου Φιλίππου του 1ου. Με την ενθρόνιση όμως του Όθωνα το 1832 ο Γεώργιος Βιτάλης θα εγκατασταθεί στο Παρίσι. Ο γιός του Φίλιππος-Σπυρίδων (1830-1909) μετά την αποφοίτησή του από σχολή μηχανικών (Ecole Centrale) θα αναδειχτεί σε έναν από τους ικανότερους επιχειρηματίες κατασκευής μεγάλων έργων σε Ευρώπη, Μέση Ανατολή και Ασία. Ειδικότητά του οι σιδηρόδρομοι και τα λιμάνια. Λογικό λοιπόν η εταιρεία του να κληθεί να κατασκευάσει και τον σιδηρόδρομο Θεσσαλονίκης – Μοναστηρίου. Η κατασκευή αρχίζει τον Ιούνιο του 1890. Στα εργοτάξια εργάζονται ντόπιοι και ξένοι ειδικοί. Οι τελευταίοι αντιστοιχούν σε περίπου 30% της συνολικής εργατικής δύναμης (στοιχεία από εξαιρετικές εργασίες του πανεπιστημιακού Βασίλη Γούναρη). Από τους ξένους οι περισσότεροι είναι Ιταλοί απο την περιοχή του Πιεμόντε και δουλεύουν κυρίως στο βόρειο κομμάτι της γραμμής. Αλλες εθνικότητες είναι Αυστριακοί, Σέρβοι, Γερμανοί, Ελβετοί ακόμη και Ρώσοι. Σύμφωνα με την τότε εφημερίδα “Φάρος της Θεσσαλονίκης” στα εργοτάξια δούλευαν την άνοιξη του 1892 περίπου 2.300 στο τμήμα Θεσσαλονίκη – Έδεσσα και 1.300 στο τμήμα Εδεσσα – Μοναστήρι. Ο μέγιστος αριθμός εργαζομένων έφτασε και τους 6.000. Η ελονοσία όμως δημιουργεί πολλά προβλήματα με υψηλό αριθμό ασθενειών και θανάτων σε σημείο που η ιταλική κυβέρνηση προτρέπει τους Ιταλούς να φύγουν.

“Στο αγαπημένο μας παιδί Αλμπέρ Φρέυ που απεβίωσε στις 7 Μαΐου 1893 σε ηλικία 3 ετών” Επιτύμβια στήλη που σώζεται στο νεκροταφείο Έδεσσας. Κατά πάσα πιθανότητα γιός ενός από τους αλλοδαπούς (Ελβετούς ή Γερμανούς) εργαζόμενους σε κοντινό στη πόλη εργοτάξιο.


Το πρόβλημα έλλειψης επαρκών εργατικών χεριών υποχρεώνει την εταιρεία να ζητήσει παράταση των εργασιών κατά έξι μήνες πράγμα που γίνεται αποδεκτό. Τελικά τέσσερα χρόνια μετά την έναρξη των εργασιών, σαν σήμερα στις 15 Ιουνίου 1894 το πρώτο τρένο αναχωρεί από τη Θεσσαλονίκη για το Μοναστήρι.

Οι περισσότεροι σταθμοί ακολουθούσαν το ίδιο αρχιτεκτονικό σχέδιο. Στις φωτογραφίες οι σταθμοί του Γιδά (αριστερά του 1894) και της Έδεσσας (δεξιά του 1899)


Το τρένο και ο σιδηροδρομικός σταθμός της Έδεσσας βρέθηκαν στο επίκεντρο των σημαντικότερων γεγονότων στη πόλη. Εκεί έφτασαν οι πρώτοι στρατιώτες που απελευθέρωσαν τη πόλη, απο εκεί πέρασε ο διάδοχος Κωνσταντίνος στη νικηφόρα πορεία προς Φλώρινα στον Α’ Βαλκανικό Πόλεμο, από εκεί τέλος γίνονταν οι μεταφορές υλικού, εφοδίων και ασθενών στο Α’ Παγκόσμιο Πολεμο ενώ με το τρένο έρχονταν οι κυριακάτικοι εκδρομείς από Θεσσαλονίκη στο μεσοπόλεμο και με τα τρένα γίνονταν μεταπολεμικά οι εξαγωγές των φρούτων της περιοχής. Αλλά και η βιομηχανική ανάπτυξη της πόλης θα ήταν δύσκολη έως αδυνατη χωρίς την σιδηροδρομική σύνδεση με το λιμάνι της Θεσσαλονίκης και τις μακρινές αγορές. Ισως τώρα το τρένο να φαντάζει σαν ο φτωχός συγγενής των μεταφορών. Συνεισέφερε τα μέγιστα όμως στη πρόοδο της πόλης.

Αριστερά φωτογραφία από την απελευθέρωση της Έδεσσας (18 Οκτωβρίου 1912) και δεξιά το πέρασμα του Κωνσταντίνου από τον σταθμό τον Νοέμβριο του 1912


ΣΥΝΤΑΚΤΗΣ: ΝΙΚ. ΣΙΒΕΝΑΣ
Πηγή: tastv.gr