Συνεχίζουμε την παρουσίαση αρχειακού υλικού του παππού μας Χρίστου Θ. Μαυρόπουλου, που διαφύλαξε ο πατέρας μας Δημήτριος Χ. Μαυρόπουλος. Το αρχειακό αυτό υλικό το δημοσιεύουμε για πρώτη φορά και αφορά κυρίως έργα κατασκευής σιδηροδρομικών γραμμών και άλλων τεχνικών έργων.
Μας δίνεται έτσι η δυνατότητα να αναφερθούμε όχι μόνο σε ιστορικά γεγονότα αλλά και στον τρόπο ζωής των εργατών τεχνικών έργων στην τότε Ρωσία και στον Πόντο στις αρχές του εικοστού αιώνα.
Μας δίνεται έτσι η δυνατότητα να αναφερθούμε όχι μόνο σε ιστορικά γεγονότα αλλά και στον τρόπο ζωής των εργατών τεχνικών έργων στην τότε Ρωσία και στον Πόντο στις αρχές του εικοστού αιώνα.
Σε ηλικία περίπου 25 ετών, γύρω στα 1897, ο νεαρός εργολάβος Χ. Μαυρόπουλος ανέλαβε τη διάνοιξη πολύ μεγάλης σήραγγας στον Καύκασο (πρέπει να ήταν κοντά στην Τιφλίδα). Ο Ρώσος επόπτης του δημοσίου τον ρώτησε: «Ξέρεις ότι ο προηγούμενος μηχανικός του έργου, μετά την αποτυχία του να το ολοκληρώσει, αυτοκτόνησε;». Το έργο ήταν μια πρoκληση για το Χ. Μαυρόπουλο. Τα συνεργεία από τις αντίθετες κατευθύνσεις διεμβόλισαν το βουνό και συναντήθηκαν με επιτυχία. Ο ενθουσιασμός τους ήταν απερίγραπτος. Αυτό το πολύ δύσκολο για την εποχή εκείνη έργο προκάλεσε το θαυμασμό των ρώσων μηχανικών και αύξησε ακόμα περισσότερο το κύρος του Χ. Μαυρόπουλου, ώστε να του εμπιστευθούν οι Ρώσοι μια σειρά από έργα στην Τιφλίδα, το Καρς, Τουαψέ, Ναχιτσεβάνη και αλλού.
Ένα από τα πολλά έργα που του ανέθεσαν ήταν και η κατασκευή της σιδηροδρομικής γραμμής Σαρίκαμις-Καράουργαν, μήκους περίπου 38 χιλιομέτρων. Έργο στο οποίο θα αναφερθούμε λόγω του ιδιαίτερου ιστορικού του ενδιαφέροντος. Κατά τη δήλωση εκκαθαρίσεως, στη Μικτή Επιτροπή Ανταλλαγής Ελληνοτουρκικών Πληθυσμών, στις 22 Ιανουαρίου του 1927, ο Σανταίος Χ. Μαυρόπουλος δηλώνει ότι στην κατασκευή αυτής της γραμμής εργάζονταν 1.500 εργάτες και μαστόροι. Για τη διαμονή τους υπήρχαν 40 οικήματα, 2 φούρνοι, μαγειρείο, 2 παντοπωλεία, 2 σιδηρουργεία, 2 πυριτιδαποθήκες, τα απαραίτητα υλικά, εργαλεία και μηχανήματα καθώς και τα γραφεία. Φανταστείτε! Ένα ολόκληρο χωριό!
Χωριά, που είχαν σχηματισθεί από τη μετανάστευση των Σανταίων το 1881 σ’ αυτή την περιοχή, ήταν το Καμισλή (500 περίπου κάτοικοι), το Πελίκ-πας (1000), το Παρτούζ (800), το Τσόρμικ (1000), το Γενίκιοϊ κ.λ.π., όπου οι Σανταίοι εργαζόμενοι είχαν συγγενείς και επιπλέον υπήρχαν αρκετοί μαστόροι για εργασία.
Οι καλοπληρωμένοι εργαζόμενοι παρέμεναν συνήθως για δύο ή και περισσότερα χρόνια και επέστρεφαν στην πατρίδα τους κατά το τέλος του φθινοπώρου, λόγω του επερχόμενου δύσκολου για εργασία χειμώνα. Η επιστροφή στην πατρίδα τους συνοδευόταν με πανηγύρια. Αντίθετα, όταν γυρνούσαν στην εργασία τους, συνήθως μετά την Κυριακή του Θωμά, οι δικοί τους, τους αποχωρίζονταν με δάκρυα. Οι γυναίκες τους ήταν πραγματικές ηρωίδες! Αυτές έπρεπε να φροντίσουν για τα πάντα!
Σε τόσους πολλούς εργαζόμενους ο Χ. Μαυρόπουλος με την ανθρωπιά του και τη δικαιοσύνη του προκαλούσε το σεβασμό. Το ίδιο και οι συνεταίροι του, που σ’ αυτό το έργο ήταν ο αδελφός του Γιάννης και ο θείος του Κωστής, καθώς και οι υπόλοιποι συνεργάτες του.
Η κατασκευή σιδηροδρομικής γραμμής εκείνη την εποχή, με τα μέσα που διέθεταν, ήταν δύσκολη υπόθεση στα βουνά του Καυκάσου. Ευτυχώς είχαν πολύ καλά όργανα μετρήσεων που κατόπιν τα μετέφεραν στην Ελλάδα. Σε κάθε γέφυρα, που κατασκεύαζαν σε ποτάμι, έμπαινε ο ίδιος ο Χ. Μαυρόπουλος και έκανε την κατασκευή των πελμάτων. Μια ιδέα για τις δυσκολίες των εργασιών στη σιδηροδρομική γραμμή Σαρίκαμις-Καράουργαν έχουμε από το Θεοχάρη Κ. Χάρη, στο εξαιρετικό βιβλίο του «Το Καράουργαν του Καρς και η ζωή μου», που κάνει περιγραφή του Καράουργαν. Εμείς χρησιμοποιούμε λίγα στοιχεία.
Το Καράουργαν είναι κτισμένο σε μια πολύ μικρή κοιλάδα ορεινής περιοχής, σε υψόμετρο 1.673 μέτρα. Αν και γυμνός ξερότοπος, παρουσιάζει μια ιδιότυπη γραφικότητα. Την είσοδο του χωριού από τη βορειοανατολική πλευρά του τη φράζουν δύο αντιμέτωποι θεόρατοι κατακόρυφοι βραχώδεις λόφοι, που συγκλίνουν τόσο, ώστε το φαράγγι που σχηματίζεται ανάμεσά τους να χρησιμεύει σαν φυσική πόρτα του χωριού. Το φαράγγι αυτό έχει τόσο μόνο άνοιγμα, που μόλις επιτρέπει το πέρασμα απ’ αυτό του δημίσιου αμαξιτού δρόμου και του ποταμού. Επειδή ήταν αδύνατο να περάσει και η σιδηροδρομική γραμμή από το άνοιγμα του φαραγγιού, λαξεύτηκαν σε ύψος περίπου 30 μέτρων από την επιφάνεια του ποταμού, τα βράχια με τα τεντωμένα στον αέρα στήθη τους, για την κατασκευή της σιδηροδρομικής γραμμής.
Οι εγκαταστάσεις που αναφέραμε, αξίας 4.000 χρυσών λιρών Τουρκίας, εγκαταλείφθηκαν στις 12 Δεκεμβρίου του 1914, και ενώ είχαν κατασκευασθεί τα τελευταία 22 χιλιόμετρα της γραμμής, λόγω της προέλασης των Τούρκων με τον Εμβέρ-πασά. Σκοπός του Εμβέρ-πασά ήταν να αιχμαλωτίσει το ρωσικό στρατό. Ο Τσάρος Νικόλαος ο Β’, για να τονώσει το ηθικό του στρατού του επισκέφθηκε το μέτωπο, αλλά αναγκάσθηκε να φύγει με το τρένο από το Σαρίκαμις. Στον παγωμένο Καύκασο, κοντά στη σιδηροδρομική γέφυρα του Σαρίκαμις, οι Σιβηριανοί Κοζάκοι που είχαν φθάσει για να ανακόψουν την προέλαση των Τούρκων, θέρισαν τους Τούρκους κυριολεκτικά. Από εκεί ξεκίνησε η διάλυση της στρατιάς του Εμβέρ-πασά. Οι Ρώσοι, μετά τη θεαματική αυτή επιτυχία τους, κυρίευσαν τη μια μετά την άλλη τις πόλεις και τα οχυρά της Τουρκίας: Ερζερούμ, Ερζιγκιάν, Τραπεζούντα, ελευθερώνοντας και πολλά ελληνικά χωριά του Πόντου.
Σε αυτές τις περιοχές, που κατέλαβαν οι Ρώσοι από τους Τούρκους, ανέθεσαν σε ελληνικά συνεργεία την κατασκευή έργων. Έτσι ο Μητροπολίτης Ροδοπόλεως Κύριλλος, στις 23 Ιουνίου 1916, στέλνει ιδιόχειρη ευχετήρια επιστολή στο Χ. Μαυρόπουλο για την ανάληψη απ’ αυτόν της κατασκευής της σιδηροδρομικής γραμμής από το Καράουργαν ως το Ερζερούμ, μήκους περίπου 108 χιλιομέτρων. Ένα μέρος της δισέλιδης αυτής επιστολής σας παρουσιάζουμε, γιατί τον πληροφορεί επιπλέον και για τις θηριωδίες του τουρκικού στρατού κατά την υποχώρησή του. Η κατασκευή αυτού του έργου σταμάτησε το 1918 λόγω οπισθοχώρησης των Ρώσων.
Το Σεπτέμβριο του 1917, ο Χ. Μαυρόπουλος ανέλαβε και την κατασκευή της σιδηροδρομικής γραμμής από το Τσεβιζλίκ μέχρι το Χαμψή-κιοϊ. Από την ευχετήρια επιστολή του Μητροπολίτη Κύριλλου, που σας παρουσιάζουμε, πληροφορούμαστε ότι τμήματα του όλου έργου το αναλάμβαναν υποεργολάβοι. Τα καλά λόγια του Μητροπολίτη ήταν προφανώς και για τη βοήθεια που είχε παρασχεθεί από το Χ. Μαυρόπουλο μετά την επιστολή - έκκληση για βοήθεια υπέρ των πασχόντων χωρίων το Σεπτέμβριο του 1916 και η οποία επιστολή δημοσιεύθηκε στο τεύχος 6 του «Όραμαν».
Λίγο αργότερα, ο Χ. Μαυρόπουλος έδωσε χρήματα στο Μητροπολίτη Τραπεζούντας Χρύσανθο για τα σχολεία της Τραπεζούντας και ο Μητροπολίτης τα διαβίβασε στην Εφορία των Ελληνικών Σχολείων Τραπεζούντας, στις 28 Νοεμβρίου 1917.
Η προσφορά του Χ. Μαυρόπουλου στα εκκλησιαστικά και εκπαιδευτικά δρώμενα ήταν συνεχής, λόγω της οικονομικής δυνατότητας που υπήρχε, από την κατασκευή των σιδηροδρομικών έργων, και είχε επίγνωση του έργου που επιτελούσε.
Πρέπει να τονίσουμε ότι και πολλοί άλλοι Σανταίοι κατά την κατάληψη από τους Ρώσους τουρκικών εδαφών είχαν αναλάβει κυβερνητικές εργασίες-οδοποιίας. Στις 28 Ιουνίου του 1917 ο Ι. Σπαθάρος με επιστολή του πληροφορεί το φίλο του Χ. Μαυρόπουλο, ότι οι χίλιοι (1000) περίπου εργάτες του συνεργείου του τέλειωναν τα έργα που είχαν αναλάβει κοντά στον ‘Αε Ζαχαρέαν. (Ο Ι. Σπαθάρος είναι ο μετέπειτα Γεν. Οπλαρχηγός των ανταρτών της Σάντας). Ο Γ. Λαζαρίδης επίσης στις αρχές του 1917 ανέλαβε έργα οδοποιίας μεταξύ Ερζερούμ και Αργυρούπολης, δίνοντας δουλειά σε αρκετούς υποεργολάβους. Είναι μια εποχή που ο πληθυσμός του Πόντου είχε οικονομική και πολιτισμική ανάπτυξη. Η εκτίμηση και η εμπιστοσύνη που έδειχναν οι Ρώσοι στον ελληνικό πληθυσμό του Καυκάσου και του Πόντου ήταν μεγάλη και το βιοτικό επίπεδο των Ελλήνων στην τότε Ρωσία ήταν αρκετά καλό.
Τα ιστορικά στοιχεία που σας παρουσιάσαμε αφορούσαν κυρίως Σανταίους εργολάβους και τεχνίτες. Ανθρώπους που γνώριζαν να δουλεύουν την πέτρα και να κατασκευάζουν γεφύρια και τούνελ, δείχνοντας την τόλμη τους να προσλαμβάνουν το καινούργιο για τις δικές τους ανάγκες και να το ενσωματώνουν στις εμπειρίες τους. Παρ’ ότι βρέθηκαν σε άλλους τόπους, η ελληνική αυτοσυνειδησία τους δεν αλλοτριώθηκε. Οι απόγονοι του Οδυσσέα γύριζαν εκείνα τα χρόνια όλο τον Καύκασο και πρόκοβαν.
(Τα βάσανα της ξενιτιάς των Σανταίων στον Καύκασο έκανε ποιήματα ο Γεώργιος Πατσακίδης ενώ αρκετά ιστορικά στοιχεία για τη ζωή στον Καύκασο παρουσίασε ο Ευγένιος Τσαντεκίδης στο ανέκδοτο έργο του «Λίγα απ’ όλα για την Κωμόπολη Σάντα»)
ΒΙΒΛΙΟΓΡΑΦΙΑ
1) «Το Καράουργαν του Καρς και η ζωή μου» Θεοχάρης Κ. Χάρης. Εκδ. οίκος Α/φών Κυριακίδη
2) «Ιστορία Σάντας του Πόντου» του Μιλτ. Νυμφόπουλου.
3) «Ιστορία του Ποντιακού Ελληνισμού» του Χ. Σαμουηλίδη Εκδόσεις «Αλκυών».
4) «Το Κυβερνείο Καρς - Αντικαυκάσου» του Στ. Μαυρογένη
Πηγή: kafkasios-pontokomitis.blogspot.gr