Κυριακή 8 Σεπτεμβρίου 2013

Η γενναιοψυχία της πολιτικής και το δίλημμα του κλειδούχου

Του ΘΟΔΟΣΗ ΠΕΛΕΓΡΙΝΗ
Με γενναιοψυχία, όπως ο αξεπέραστος Μέγας Αλέξανδρος, συμπεριφέρθηκε ο συντηρητικός Χάρολντ ΜακΜίλαν, άλλοτε πρωθυπουργός της Αγγλίας. Στην προτροπή του Πολυπέρχωνα να επιτεθεί νύχτα στον Δαρείο, προκειμένου να εκμεταλλευτεί το σκοτάδι, ο Αλέξανδρος αντέδρασε: «Δεν θα το κάνω.

Δεν μου πάει να υπεξαιρώ τις νίκες μου. Καλύτερα να κλαίγομαι για την τύχη, παρά να κοκκινίζω για τη νίκη μου». Και ο ΜακΜίλαν με θάρρος πήρε την απόφασή του, όταν, στη δεκαετία του 1950, συνέβη στη χώρα του πυρηνικό ατύχημα βάζοντας σε κίνδυνο τη ζωή των κατοίκων γύρω από τον τόπο του συμβάντος. Τι έπρεπε να κάνει: να το αποκαλύψει λαμβάνοντας, παράλληλα, η κυβέρνησή του μέτρα ώστε να περιοριστεί το κακό, ή να το αποσιωπήσει, προκειμένου να συνεχίσει το πυρηνικό πρόγραμμα που αποσκοπούσε στην απαραίτητη για την ευημερία της χώρας του οικονομική επάρκειά της;
Σε αντίθεση, μάλιστα, προς τη γενναιοψυχία του Αλέξανδρου, η γενναιοψυχία που εκαλείτο να επιδείξει ο ΜακΜίλαν μοιάζει αδιέξοδη. Ο Αλέξανδρος, όσο κι αν πολεμώντας τίμια τον Δαρείο κινδύνευε να ηττηθεί, μπορούσε, ωστόσο, να ελπίζει στη νίκη. Το δίλημμά του ήταν: να εξασφάλιζε μια εύκολη νίκη ή να διεκδικούσε μια νίκη διακινδυνεύοντας να τη χάσει. Για τον ΜακΜίλαν, αντίθετα, δεν υπήρχε άλλη επιλογή από το να χάσει - ό,τι από τα δύο κι αν αποφάσιζε.
Η περίπτωση του Αγγλου πρωθυπουργού παραπέμπει στο παράδειγμα εκείνο που παρατίθεται σε εγχειρίδια φιλοσοφίας ως θέμα προς συζήτηση, σύμφωνα προς το οποίο ένας κλειδούχος σε σιδηροδρομικές γραμμές, βλέποντας το τρένο να πηγαίνει καταπάνω σε πέντε εργάτες που δουλεύουν ανυποψίαστοι στις γραμμές, έχει τη δυνατότητα να παρέμβει τροχοδρομώντας το σε άλλη γραμμή, όπου εργάζονται, ανυποψίαστοι επίσης, δύο εργάτες. Το δίλημμα του κλειδούχου είναι: να αφήσει το τρένο να σκοτώσει πέντε εργάτες ή να του αλλάξει κατεύθυνση και να σκοτώσει δύο. Ετσι ή αλλιώς, είτε αδιαφορώντας είτε παρεμβαίνοντας, ο κλειδούχος θα έφερε ευθύνη για την απώλεια ανθρώπινων ζωών.
Ως προς το τι έπρεπε ο κλειδούχος να πράξει οι γνώμες στα εγχειρίδια διίστανται. Για τον ΜακΜίλαν, όμως, η ιστορία είναι σαφής. Από τις δύο επιλογές προέκρινε με γενναιοψυχία την πιο ατιμωτική για τον ίδιο, λέγοντας ψέματα στο λαό που τον είχε εμπιστευθεί, ενώ θα μπορούσε, ακολουθώντας την άλλη επιλογή, να πει στο λαό την αλήθεια, με έναν μελοδραματικό μάλιστα τόνο, για να προκαλέσει τη συμπάθεια που οι πολιτικοί επιδιώκουν, και να αφήσει έτσι, πονηρά, σε άλλον, στο μέλλον, την ευθύνη για το πρόγραμμα - χωρίς, μετά το θόρυβο που θα δημιουργούσε η αποκάλυψή του, να είναι και βέβαιο πότε κι αν θα υπήρχε αυτός ο άλλος.
Η πολιτική, έλεγε ο ΜακΜίλαν -κι αυτό μέτρησε στη λήψη της απόφασής του- είναι άνθρωποι. Υπάρχει, για να συμβάλλει στην ευημερία των ανθρώπων, αδιαφορώντας αν θίγεται το προσωπικό συμφέρον του ανθρώπου που την ασκεί.
Ας το έχουν αυτό υπόψη τους όσοι, ανοήτως ή σκοπίμως, διατυπώνουν αφορισμούς όπως «η πολιτική είναι βρόμικη» ή «οι πολιτικοί να λένε την αλήθεια». Τα πράγματα στη ζωή είναι τόσο σύνθετα, ώστε να χρειάζεται κανείς στην πολιτική, τη θεραπαινίδα της, να παίρνει ενίοτε αποφάσεις που παραβιάζουν βασικούς κανόνες ηθικής. Προς τούτο απαιτείται γενναιοψυχία τόσο από όσους, όπως ο Αλέξανδρος, η ιστορία τούς τοποθέτησε στα υψηλά στρώματά της όσο και από τους άλλους, όπως ο ΜακΜίλαν, που τους κράτησε χαμηλά στους διαδρόμους της. Ποιος, αλήθεια, θέλει να τον απαξιώνουν ηθικά;
Να μη συγχέουμε μόνο τον πολιτικό που από χρέος να συμβάλλει στην ευημερία των ανθρώπων κρύβει την αλήθεια με τον πολιτικό που λέει ψέματα προς όφελος δικό του και των περί αυτών. Αντί για γενναιοψυχία, ο τελευταίος αυτός χρειάζεται υποκρισία - μπόλικη, ανάλογη προς το θράσος που διαθέτει.

Πρύτανης του Εθνικού Καποδιστριακού Πανεπιστημίου Αθηνών

Enet.gr