Μπορεί να πέρασαν 55 χρόνια από τότε που σταμάτησε την λειτουργία του το μικρό τρενάκι της γραμμής Σαρακλή - Σταυρού, όμως εξακολουθεί να υπάρχει στο νου και στην καρδιά των ανθρώπων που το έζησαν. Σήμερα λίγοι νέοι πιθανόν να γνωρίζουν την ύπαρξη αυτής της γραμμής, όμως και αυτό το κομμάτι του σιδηροδρόμου έχει γράψει την δική του ιστορία αφού άφησε στις μνήμες των ανθρώπων της περιοχής έντονες αναμνήσεις και συγκινήσεις. Θα προσπαθήσουμε στο σημερινό μας αφιέρωμα να σκιαγραφήσουμε την σύντομη πορεία του στον χρόνο και στον τόπο που κυκλοφόρησε.
Βρισκόμαστε στα 1916 και στην περίοδο του πρώτου παγκόσμιου πόλεμου. Οι συμμαχικές δυνάμεις για την μεταφορά στρατιωτικού υλικού κατασκευάζουν την γραμμή με αφετηρία το χωριό Σαρακλή λίγο έξω από τον Λαγκαδά στο σημερινό Ηράκλειο . Η γραμμή κατευθύνονταν νότια των λιμνών Αγίου Βασιλείου και Βόλβης διέρχονταν από τα στενά της Ρεντίνας και από την Ασπροβάλτα κατέληγε ανάμεσα στα χωριά Μύρινα και Δήμητρα των Σερρών. Το έργο άρχισε να λειτουργεί το 1920 αφού νωρίτερα είχε εξαγοραστεί από το ελληνικό κράτος. Λίγα χρόνια αργότερα η γραμμή περιορίστηκε στην Ασπροβάλτα για να τερματίσει στην συνέχεια στο Σταυρό. Στο διάστημα της κυκλοφορίας του τρένου πολλοί κάτοικοι των χωριών Άγιος Βασίλειος, Βασιλούδη, Γερακαρού, Λαγκαδίκια, Νικομηδηνό, Στίβος, Περιστερώνα, Ν. Απολλωνία, Ν. Μάδυτος, Βόλβη, Ρεντίνα, Σταυρός, καθώς και χώρια που ήταν κοντά στην γραμμή όπως το Σχολάρι, ο Προφήτης, η Νυμφόπετρα κτλ, δέθηκαν με το τρένο είτε ως επιβάτες είτε γιατί με αυτόν τον τρόπο μετέφεραν τα προϊόντα τους. Στην περίοδο της κατοχής και λίγο πριν φτάσει στο τέλος της κυκλοφορίας του, το τρένο πρόσφερε μεγάλες και ανεκτίμητες υπηρεσίες ιδιαίτερα στην Θεσσαλονίκη με την μεταφορά εμπορευμάτων όπως τα καυσόξυλα και το αλάτι αλλά και επιβατών για να κάνουν τα μπάνια τους στο Σταυρό και την λουτροθεραπεία τους στα λουτρά της Ν. Απολλωνίας. Το μήκος της γραμμής μέχρι το Σταυρό ήταν 66 χ.λ.μ. και το άνοιγμα των γραμμών 60 εκατοστά. Η ταχύτητα του τρένου ήταν από 15 ως 25 χ.λ.μ. την ώρα. Η διαδρομή ήταν ευχάριστη. Περνούσε δίπλα από τις λίμνες με τους κύκνους και τα ψαροπούλια ενώ το πέρασμα από τα χώρια έδινε πανηγυρικό χαρακτήρα αφού ήταν και η μοναδική επικοινωνία των κατοίκων. Σήμερα μόνο ορισμένα υποστυλώματα υπάρχουν σε ξεροπόταμους που θυμίζουν ότι κάποτε περνούσε από εκεί τρένο. Θα πρέπει να αναφέρουμε ότι οι μεταφορά των επιβατών από το Σαρακλή- στην Θεσσαλονίκη και αντίστροφα γίνονταν με λεωφορεία των Σ.Ε.Κ.
Η ΑΝΑΤΙΝΑΞΗ ΤΟΥ ΤΡΕΝΟΥ ΚΑΙ Η ΔΙΑΚΟΠΗ ΤΟΥ.
Το γεγονός της ανατίναξης του τρένου, δεν θα μπορούσε να το περιγράψει κανείς άλλος καλύτερα από αυτόν που το έχει ζήσει. Παραθέτουμε παρακάτω την αφήγηση του κ. Ιωάννη Τάταρη όπως την κατέγραψε στο περιοδικό «ΕΝΗΜΕΡΩΣΗ» ο αείμνηστος σταθμάρχης Άλκης Τούλας. «Το μεσημέρι της 6ης Ιανουαρίου 1947, ημέρα των Θεοφανίων, ξεκίνησε το τρένο από το Σαρακλή για το Σταυρό. Χιόνιζε από την προηγούμενη και το χιόνι δημιούργησε ανησυχίες για την πορεία του τρένου. Με καθήκοντα εργοδηγού, αντικατέστησα τον εργοδηγό κ. Ψωμαδιανό ο οποίος κωλύονταν την ημέρα εκείνη, πήρα την ομάδα γραμμής και επιβιβαστήκαμε στο τρένο. Τότε ήμουν αρχιεργάτης. Είχαμε εντολή την διάνοιξη της γραμμής σε περίπτωση εμποδίου από τα χιονιά. Στο χιλιομετρικό σημείο Χ.Σ., 35 +500 που βρίσκεται μεταξύ Περιστερώνας και Λουτρών Ν. Απολλωνίας , οι αντάρτες έστησαν ενέδρα. Αρχηγός των ανταρτών ήταν ο γνωστός στην περιοχή «Κοκκινοσκούφης» πρώην εργάτης γραμμής. Οδήγησε την ομάδα του με πλάβες μέσα από την λίμνη και έφθασε στη γραμμή. Εκεί ο ίδιος ο «Κοκκινοσκούφης» που γνώριζε τον τρόπο να σταματήσει το τρένο, σήκωσε την κόκκινη σημαία και το σταμάτησε. Θα ήταν περίπου η ώρα δύο το μεσημέρι. Ανέβηκαν όλοι στο τρένο και το οδήγησαν στην τοποθεσία «Κρύα νερά». Εκεί κατέβασαν όλους τους επιβάτες και γύρω στις πέντε το απόγευμα με μπαζούκα κατέστρεψαν την μηχανή και δυο από τα πέντε βαγόνια. Θυμάμαι χαρακτηρίστηκα ότι την πρώτη φορά δεν πυροδότησε το μπαζούκα αλλά έγινε και δεύτερη προσπάθεια με την οποία πέτυχαν το σκοπό τους δηλαδή να αχρηστέψουν το συρμό. Στην συνέχεια αναλάβαμε την πρωτοβουλία να γλιτώσουμε τους επιβάτες οι οποίοι διανυκτέρευσαν στη Ν. Απολλωνία και την άλλη μέρα γύρισαν και αυτοί και εμείς στα σπίτια μας με έντονο τον τρόμο από την ανατίναξη των ανταρτών του «Κοκκινοσκούφη». Ο τελευταίος πήρε την ομάδα του και με τις πλάβες μέσα από την λίμνη γύρισε και πάλι στην απέναντι όχθη. Στην αμαξοστοιχία αυτή της 6ης Ιανουαρίου του 1947 μηχανοδηγός ήταν ο Σαράντης Μπίτσιος και θερμαστής ο Στέργιος Γκούμας». Όπως πληροφορηθήκαμε την περίοδο της γερμανικής κατοχής έγιναν πολλές ανατινάξεις στην γραμμή αυτή με πολλά θύματα μεταξύ αυτών και ο σταθμάρχης Αβράμογλου και ο γιος του σταθμάρχη Παντελίδη. Με τα αλλεπάλληλα χτυπήματα που δέχθηκε την περίοδο της κατοχής και του εμφύλιου ήταν αναμενόμενο ότι θα έπαυε η κυκλοφορία του γραφικού τρένου. Στης 17/8/1947 το τρένο σταματά οριστικά τα δρομολόγια του με τα οποία έγραψε την δική του ιστορία . Μέχρι το 1955 η γραμμή εξακολουθούσε να συντηρείται όμως το όνειρο να ξαναλειτουργήσει έμεινε όνειρο και την ίδια χρονιά άρχισε το ξήλωμα. Συζητώντας με τους κάτοικους της περιοχής διαπιστώνει κανείς πόσο βαθιά είναι η επιθυμία τους να ξανακούσουν το ήχο του τρένου στην περιοχή τους όχι μόνο από λόγους συναισθηματικούς αλλά και για λόγου οικονομικής ανάπτυξης. Όπου περνά το τρένο λενε είναι προτέρημα αφού υπάρχει ανάπτυξη. Πιστεύουμε ότι δεν έχουν άδικο.