Πέμπτη 1 Νοεμβρίου 2018

ΠΡΟΠΟΛΕΜΙΚΑ ΕΞΟΧΙΚΑ ΚΕΝΤΡΑ. Ιχνηλατώντας την παλιά Λάρισα.

ΣΤΗΝ ΠΕΡΙΟΧΗ ΤΩΝ ΣΙΔΗΡΟΔΡΟΜΙΚΩΝ ΣΤΑΘΜΩΝ
Αρχείο Φωτοθήκης Λάρισας

Η περιοχή του Θεσσαλικού Σιδηροδρομικού Σταθμού από αέρος. Στη στρόγγυλη πλατεία εμπρός από το κτίριο του Σταθμού και στο αλσάκι δεξιά βρίσκονταν τα εξοχικά κέντρα της περιοχής. Ιταλική αναγνωριστική αεροφωτογραφία την άνοιξη του 1941. 
Είναι αξιοπερίεργο ότι οι παλιοί Λαρισαίοι είχαν από νωρίς βρει τρόπους ψυχαγωγίας για να ποικίλλουν ευχάριστα τις λίγες ελεύθερες ώρες τους. Παρά τις χωρίς ωράριο εργασίες τους, προσπαθούσαν να εκμεταλλευθούν τις αργίες για να δώσουν χαρά στον εαυτό τους, να συναντηθούν με φίλους και γνωστούς, να συζητήσουν και να μιλήσουν για τα καθημερινά προσωπικά τους προβλήματα, απαλλαγμένοι από τους επαγγελματικούς προβληματισμούς.

Τον χειμώνα στα καφενεία που βρίσκονταν διάσπαρτα γύρω από τις πλατείες της Λάρισας, μεταξύ καφέ και "υποβρυχίου", εξομολογούνταν τους καημούς και τα βάσανά τους. Στην Κεντρική πλατεία το καφενείο του Μαλάκη κάτω από το ξενοδοχείο "Το Στέμμα", στη συνέχεια του Μπόκοτα κάτω από τη Λέσχη Ασλάνη και το "Εμπορικόν", τα οποία βρίσκονταν στη βόρεια πλευρά της, ήταν ανοικτά και τις νύχτες ή άνοιγαν πολύ νωρίς το πρωί. Σ' αυτά σύχναζαν οι αμαξάδες που είχαν παρατεταγμένα στη σημερινή Κύπρου τα μόνιππα (τα ταξί της εποχής), οι περαστικοί από τη Λάρισα που για οικονομικούς λόγους απέφευγαν τα ξενοδοχεία ύπνου και οι επαγγελματίες που έπρεπε να πάνε πολύ νωρίς στη δουλειά τους (φούρναροι, μανάβηδες και άλλοι), να πιουν τον πρώτο καφέ της ημέρας. Στην ανατολική πλευρά ήταν το καφενείο "Νέος Κόσμος" του Καρανίκα αρχικά και μετά του Δ. Αντωνιάδη όπου περνούσαν τις ελεύθερες ώρες οι συνταξιούχοι και οι μικροαστοί. Εδώ γινόταν πόλεμος μεταξύ των πελατών ποιος πρώτος θα διαβάσει την τοπική εφημερίδα, που ήταν προσαρμοσμένη σε ένα μεγάλο και όμορφο ξύλινο πλαίσιο για να μπορεί να διατηρείται εύκολα ανοικτή ολόκληρη η σελίδα της. Στη γωνία με την Κούμα ήταν "Τα Τέμπη" και μετά ο "Παράδεισος". Στη νότια πλευρά στο ισόγειο του μεγάρου Κατσαούνη ήταν το "Ντορέ" του Δημητρίου Πάλτσου και πιο κάτω στο μέγαρο του Μποσινιώτη το καφενείο "Πανελλήνιον" του Μήτσου Βρεττόπουλου. Αυτά τα καφενεία ήταν τόπος συνάντησης της καλής κοινωνίας της Λάρισας (δικηγόροι, ιατροί, έμποροι και άλλοι). Στη δυτική πλευρά, στο ισόγειο του κτιρίου Νικολάου Καρανίκα βρισκόταν το καφενείο "Βασιλικόν" των αδελφών Ρεμπάπη, στο οποίο παραδόξως σύχναζαν αντιβασιλικοί. Όλα αυτά τα καφενεία τα έχουμε ήδη αναφέρει όταν περιγράψαμε τα κτίρια στα οποία στεγάζονταν.

Εξ ίσου πολλά ήταν και τα θερινά κέντρα τα οποία βρίσκονταν στις παρυφές της Λάρισας, γι' αυτό και ονομάζονταν εξοχικά. Αυτά τις ημέρες ήταν συνήθως καφενεία, ενώ τα ζεστά καλοκαιρινά βράδια συγκέντρωναν αρκετό κόσμο που ήθελε να νιώσει λίγη δροσιά. Ήταν το Αλκαζάρ, η Κιβωτός, ο Κήπος του Κατσαούνη, το Λούνα Πάρκ, το Φάληρο. Στο σημερινό σημείωμά μας θα αναφερθούμε στα θερινά εξοχικά κέντρα του μεσοπολέμου, τα οποία βρίσκονταν στην περιοχή των δύο Σιδηροδρομικών Σταθμών, του Διεθνούς ή Λαρισαϊκού και του Θεσσαλικού.

Ένα παλιό εξοχικό κέντρο, το οποίο σήμερα έχει ξεχασθεί από τη λήθη του χρόνου και λίγοι το γνωρίζουν, ήταν το "Κουκλάκι", ένα θερινό κέντρο με παράξενο όνομα, για το οποίο δεν μπόρεσα να βρω μια αιτιολογημένη αναφορά γύρω από την ονομασία του. Ιδιοκτήτης ήταν ο Αλέκος Φρυτζαλάς και βρισκόταν κοντά στον σταθμό του Θεσσαλικού σιδηροδρόμου, δίπλα από τα ψυγεία των Χολέβα-Μαρκατά. Άρχισε να λειτουργεί το 1924, σε μια περίοδο η οποία αντιμετώπιζε τις επιπτώσεις της μικρασιατικής καταστροφής, με την ανταλλαγή των πληθυσμών και την παρουσία στη Λάρισα μεγάλου αριθμού προσφύγων. Ήταν κέντρο λαϊκό και γνώρισε μεγάλες δόξες. Το προτιμούσαν ως τόπο συνάντησης οι στρατιώτες, ίσως γιατί ήταν απομονωμένο από το κέντρο της πόλης, καθώς την εποχή εκείνη δεν επιτρεπόταν να κυκλοφορούν στην Κεντρική πλατεία, ούτε να κάθονται σε καταστήματα αναψυχής όπου σύχναζαν οι αξιωματικοί. Όπως έχουν γράψει άνθρωποι που υπήρξαν θαμώνες του, αυτό ήταν καθαρό, με καλή εξυπηρέτηση και μαζί με τον καφέ πρόσφερε "υποβρύχια", λουκούμια, γλυκά του κουταλιού, καθώς επίσης και τσίπουρο με εξαιρετικούς μεζέδες. Διέθετε μια περιποιημένη αυλή με πολλά λουλούδια και δένδρα και το κυριότερο είχε διαρρυθμίσει μέσα στην αυλή του τα περίφημα "σεπαραδάκια", ειδικά ιδιωτικά διαμερίσματα χωρισμένα με αναρριχόμενα φυτά, ώστε να μπορούν να καταφεύγουν παράνομα ζευγάρια χωρίς να γίνονται εύκολα αντιληπτά. Τα ήθη της εποχής εκείνης δεν επέτρεπαν τις φανερές ερωτικές συναντήσεις έστω και απλές. Επιπλέον το κέντρο διέθετε μουσική από γραμμόφωνο, μεγάλη τεχνική κατάκτηση της εποχής. Παρά την καλή περιποίηση, τα εκλεκτά εδέσματα και το καλό όνομα που είχε αποκτήσει, το "Κουκλάκι" σταμάτησε τη λειτουργία του το 1931.

Ένα άλλο θερινό εξοχικό κέντρο, στην ίδια περιοχή, ήταν το "Θεσσαλικόν". Αυτό είχε αναπτυχθεί σε μια κατάφυτη κυκλική πλατεία την οποία αντίκριζε κανείς καθώς έβγαινε από το κτίριο του σιδηροδρομικού σταθμού[1]. Η πλατεία αυτή ήταν κατάφυτη από δένδρα μικρά και μεγάλα και από λουλούδια, το έδαφός της βρισκόταν ελαφρώς υπερυψωμένο από τους γύρω προσπελάσιμους προς τον σταθμό δρόμους και καλυπτόταν από φυσικό πράσινο χλοοτάπητα. Πάνω του υπήρχαν διάσπαρτα τραπεζοκαθίσματα. Άρχισε τη λειτουργία την ίδια χρονιά με το "Κουκλάκι" (1924), διέθετε πίστα χορού και πολλές φορές ζωντανή ορχήστρα διασκέδαζε τους θαμώνες. Εκτός από τα συνήθη τοπικά αναψυκτικά (γκαζόζες του Χαμαϊδή ή του Δικόπουλου) διέθετε και κουζίνα. Συγκέντρωνε πολύ και εκλεκτό κόσμο και η λειτουργία του διήρκεσε επί μία δεκαετία. Το 1934 έκλεισε και ένας ακόμη χώρος ψυχαγωγίας στην πόλη σταμάτησε.

Η φωτογραφία που συνοδεύει το κείμενο αποτυπώνει την περιοχή του Θεσσαλικού Σιδηροδρομικού Σταθμού της Λάρισας. Εντοπίσθηκε στο διαδίκτυο από τον Θωμά Κυριάκο, μέλος της Φωτοθήκης Λάρισας. Επειδή αποτελεί λεπτομέρεια ευρύτερης από αέρος λήψης, η ευκρίνειά της υπολείπεται, όμως δεν παύει να είναι μια ιστορική λήψη. Απεικονίζει μια περιοχή της πόλης όπως ήταν τον Μάρτιο του 1941. Η φωτογράφιση έγινε από ιταλικό αναγνωριστικό αεροπλάνο και συνοδεύεται από το εξής κατατοπιστικό σημείωμα: "Η θέα από ένα Picchiatello[2]. Πτήση πριν από τον βομβαρδισμό της Λαρίσης την άνοιξη του 1941". Κάτω χαμηλά διακρίνονται οι σιδηροδρομικές γραμμές. Πιο πάνω στο κέντρο απεικονίζεται το κτίριο του σταθμού, με το χαρακτηριστικό κεντρικό υπερώο που είχαν οι σταθμοί του Θεσσαλικού Σιδηροδρόμου σε Λάρισα και Βόλο. Πιο πάνω στο κέντρο η κατάφυτη κυκλική πλατεία. Στο επάνω μέρος της φωτογραφίας βρίσκονται ακινητοποιημένοι συρμοί βαγονιών, που ανήκουν στον σταθμό του Διεθνούς ή Λαρισαϊκού σιδηροδρομικά.

Επί της σημερινής οδού Παλαιολόγου και ακριβώς απέναντι από τον σιδηροδρομικό σταθμό των ΣΕΚ (ΟΣΕ σήμερα) βρισκόταν το εξοχικό κέντρο "Παυσίλυπο". Είχε σχήμα πολυγωνικό, εν είδει ροτόντας, και αρχικά υπήρξε επιχείρηση του Αλέκου Ξυραδάκη[3]. Η έναρξή του τοποθετείται πριν από τον Α΄ παγκόσμιο πόλεμο. Οι πελάτες του έφθαναν μετά τα μεσάνυχτα, διέθετε ορχήστρα με λαϊκά όργανα, καλλίπυγες αρτίστες και μπορούμε να πούμε ότι ήταν ο πρόδρομος των σημερινών "σκυλάδικων". Περί το 1928 κατεδαφίσθηκε η ροτόντα και κατασκευάσθηκε νέο οίκημα, αυτό περίπου που υπάρχει μέχρι σήμερα. Νέος υπήρξε και ο επιχειρηματίας, ένας ονόματι Αρμένος, ο οποίος το δούλεψε ως καφενείο και μόνο τους καλοκαιρινούς μήνες μετακαλούσε και ορχήστρα[4].

Το κέντρο διασκέδασης "Όασις" λειτούργησε στην περιοχή των ΣΕΚ μεταπολεμικά και μάλιστα με μεγάλη επιτυχία.


Από τον Νικ. Αθ. Παπαθεοδώρου
eleftheria.gr