Για να ταξιδέψει κανείς από τα γραφικά Χρυσοχώραφα Ν. Σερρών ως τον Άγιο Τρύφωνα στην Άνω Γλυφάδα θα χρειαστεί να διανύσει 600 χλμ σε τέσσερα διαφορετικά μέσα μεταφοράς (ΚΤΕΛ, τρένο, ΜΕΤΡΟ, αστικό λεωφορείο).
Θα μπορούσατε να φανταστείτε να πραγματοποιήσετε ένα τέτοιο ταξίδι χωρίς καν να ανοίξετε το πορτοφόλι σας -νόμιμα- και πληρώνοντας ακριβώς όσο αντίτιμο αναλογεί στην απόσταση που διανύσατε; Για τους 16 εκατομμύρια κατοίκους των Κάτω Χωρών που ταξιδεύουν μια ανάλογη διαδρομή από το Μααστρίχτ ως το Χρόνινγκεν δεν αποτελεί παρά μια καθημερινότητα. Για την χώρα μας, ωστόσο, αποτελεί ακόμα κάτι το αδιανόητο.
Ήδη από το 2011, όλα τα Μέσα Μαζικής Μεταφοράς στην Ολλανδία δέχονται την κάρτα ανέπαφων (contactless) συναλλαγών ov-chipkaart ως ηλεκτρονικό εισιτήριο. Η ίδια κάρτα διατίθεται ως ονομαστική ή ανώνυμη και φορτώνεται με χρήματα σε ειδικά μηχανήματα διαθέσιμα σε σούπερ μάρκετ, πολυκαταστήματα και σταθμούς μετεπιβίβασης. Στην δε ονομαστική της έκδοση, η κάρτα ενημερώνεται αυτόματα με ποσό που ορίζει ο κάτοχός της από τον τραπεζικό του λογαριασμό, όταν το διαθέσιμο υπόλοιπο πέσει κάτω από ένα ποσό. Αξίζει μάλιστα να σημειωθεί πως η ονομαστική κάρτα δεν είναι υποχρεωτική, δεν είναι άλλωστε επιτρεπτό να γνωρίζει ο συγκοινωνιακός φορέας τα προσωπικά στοιχεία των επιβατών, εάν αυτοί δεν το επιθυμούν. Ο κάτοχος της κάρτας ακουμπάει την κάρτα σε ειδικό τερματικό στην επιβίβαση (check-in) και αντίστοιχα στην αποβίβαση (check-out), οπότε και χρεώνεται αποκλειστικά και μόνο για την απόσταση που διένυσε με το συγκεκριμένο μέσο μεταφοράς, όπως είναι και το δικαιότερο. Στην πράξη, αυτό που συμβαίνει είναι πως ένας κεντρικός φορέας συλλέγει τα ποσά, κάθε φορά που φορτώνετε χρήματα στην κάρτα σας και κατόπιν πληρώνει τον εκάστοτε συγκοινωνιακό πάροχο με βάση τα αποδεικτικά επιβίβασης – αποβίβασης της κάθε κάρτας. Έτσι οι μεν ταξιδιώτες δεν σπαταλούν πολύτιμο χρόνο σε ουρές εκδοτηρίων ψάχνοντας για ψιλά, πληρώνουν ακριβώς για τα χιλιόμετρα που ταξίδεψαν, ενώ οι μεταφορείς απαλλάσσονται από το βάρος διαχείρισης μετρητών και το κόστος εκτύπωσης χάρτινων εισιτηρίων, προστατεύοντας το περιβάλλον και εξοικονομώντας πόρους.
Από την άλλη στην χώρα μας επιλέγουμε να λειτουργούμε αποσπασματικά. Οι αστικές συγκοινωνίες της Αττικής έχουν αναλάβει το έργο εγκατάστασης του ηλεκτρονικού εισιτηρίου αξίας 95 εκατομμυρίων ευρώ, με εφαρμογή από το 2017, με τρόπο παρόμοιο με το αντίστοιχο στην Ολλανδία. Απεναντίας, στη Θεσσαλονίκη, το ΣΑΣΘ ολοκλήρωσε το ευρωπαϊκό έργο ATTAC για τη δική του μελέτη εγκατάστασης ηλεκτρονικού εισιτηρίου, διαφορετική αυτής της Αττικής, η ΤΡΑΙΝΟΣΕ καθιέρωσε την ηλεκτρονική κράτηση θέσεων, ενώ στα ΚΤΕΛ επικρατεί απόλυτος κατακερματισμός στην υλοποίηση σχετικών ηλεκτρονικών υπηρεσιών, όπως και στις αστικές συγκοινωνίες των επαρχιακών πόλεων. Το αποτέλεσμα είναι να ξοδεύονται υπέρογκα ποσά σε συστήματα που εξυπηρετούν μόνο τον τοπικό πληθυσμό και δυσχεραίνουν το πρόβλημα των συνδυασμένων μετακινήσεων, ειδικά εάν σκεφτεί κανείς πως είμαστε μια χώρα μόλις 10 εκατομμυρίων ανθρώπων και δεχόμαστε διπλάσιους, σε αριθμό, τουρίστες κάθε χρόνο.
Στην εποχή που ζούμε, δεν έχει νόημα να φτιάχνεις το ευφυέστερο σύστημα και να το καθιστάς ασύμβατο με συγγενικά (υπό)συστήματα, καθώς έτσι δεν λύνεις παρά εν μέρει το πρόβλημα και ενθαρρύνεις τους τεχνοσκεπτικιστές. Σε έναν κόσμο με γρήγορες ταχύτητες που διψά για επικοινωνία, η διαλειτουργικότητα (interoperability) είναι σημαντικότερη της ευφυίας, δεν αποτελεί δηλαδή καινοτομία να εφεύρουμε το όποιο πολύπλοκο σύστημα, εάν δεν είναι αρκετά ευέλικτο, φιλικό στους χρήστες και ικανό να εξυπηρετεί το σύνολο των αναγκών τους. Ο τροχός έχει 7000 χρόνια που εφευρέθηκε, ας στραφούμε καλύτερα προς νέες αναζητήσεις.
Συντάκτης: Χαράλαμπος Ξανθοπουλάκης.
Πηγή: makthes.gr