Τρίτη 9 Σεπτεμβρίου 2014

ΤΑ ΤΡΕΝΑ ΠΟΥ ΦΥΓΑΝ


Δεν ξέρω ποιος και γιατί τα καταντήσανε έτσι τα τρένα για να φτάσουνε άγαρμπα και παρατεταμένα σαν πολίτες κατηγορίας δεύτερης στη λησμονιά και την εγκατάλειψη. Και από το κοσμοξακουστό λυκαυγές και το μεγαλείο τους που φώτισε αιώνες τον πολιτισμό και κανάκεψε υπηρετώντας τον άνθρωπο, φτάσανε στο μελαγχολικό λυκόφως της περιφρόνησης, κουρνιασμένα παλιοσίδερα έξω από τους καλόχτιστους ρημαγμένους σταθμούς και τις φιλόξενες μόρτες.
Και κει τίποτα δεν καρτερούνε πια, παρεκτός το πυρωμένο φίλημα στο χωνευτήρι κάποιας αδηφάγας και λαίμαργης υψικαμίνου για να τα μετατρέψει ανώνυμο λιώμα στα εξών συνετέθησαν. Όσα βέβαια γλυτώσουν από την αρπαγή των επιτήδειων, έτσι καθώς αφύλακτα είναι στο έλεος των αρπακτοκλεφταράδων, μικρών και μεγάλων.
Είναι να λυγμοπονάς έτσι καθώς τα θωρείς λυπητερά ολόμαυρα, λες με προσχεδιασμένη τη μοίρα τους να σε κοιτάζουν περιγελαστικά και να δρασκελάνε σκαμπρόζικα το μεταίχμιο του είναι τους ολοκληρώνοντας έτσι τον άκαιρα επιβαλλόμενο κύκλο της ζωής τους αποκτώντας μια μεταφυσική ησυχία, ένα ρέκβιεμ αιωνιότητας. Λες να 'χουνε ψυχή και να αναθυμούνται τις παλιές τους δόξες και τα περασμένα τους μεγαλεία; Τότε που στη σφριγηλή αγκαλιά τους θώπευαν αιθέριες υπάρξεις σεργιάνι σε ταξίδια ονείρου; Λες να πονάνε για την περιφρόνηση και οι ψυχές όλων αυτών των αντρόκορμων και πολυκάτεχων μαστόρων, πεζούρα και καβαλαρία σε αυτά που με σωφροσύνη και γνώση τα κουμαντάρισαν άσφαλτα και νοικοκυρίσια; Λες να πλανώνται ανάμεσα τους φαντάσματα έμψυχα απωθώντας τις μιαρές νυχτερίδες, χαϊδεύοντας κτητικά τα σκεβρωμένα χειριστήρια με εξιδανικευμένο φετιχισμό δίνοντας σινιάλο στην άυλη παρουσία των συναδέλφων που τους αφουγκράζονται αόρατα και με τους οποίους ήπιανε από το ίδιο ποτήρι νερό και μοιράστηκαν φτωχοπορεψή τους; Μακάριοι όσοι τα αισθάνονται αυτά και ευτυχέστεροι όσοι καταλαβαίνουν το ψυχοπόνιο όλων αυτών που τη ζωή τους καδενοδέσανε με τα τρένα!
Και όλοι εμείς οι εναπομείναντες ζωντανοί, γκριζομάλλιδες και ψαρομελιγκάτοι να τους αναθυμόμαστε με πνευματική επικοινωνία συλλειτουργώντας μαζί τους, τα πρώτα και τα στερνά μας φτερουγίσματα, γεφυρώνοντας τη ζωή με το υπερπέραν. Τα πετροπελεκημένα κτίρια, τα ανεπανάληπτα αυτά έργα τέχνης, τα γιοφύρια, οι γαλαρίες και τα άλλα περίτεχνα δημιουργήματα όλου αυτού τους παζλ, χειροψτιαγμένα με την παραμίνα και τον κασμά, που άντεξαν και αντέχουν στης φύσης τα στοιχειά, γυρίζοντας προκλητικά την πλάτη στον πανδαμάτωρα χρόνο, στέκουν εκεί πεισματικά μάρτυρες μιας άλλης δοξασμένης εποχής και που οι θησαυροί τους δεν αξιοποιήθηκαν αλίμονο ούτε για πολιτιστικούς λόγους!...
Όμως, ας ελπίσουμε πως οι μπιστικοί της εξουσίας που διαφεντεύουν ποικιλότροπα σήμερα τον κόσμο, αλλά και τον τόπο μας, θα καταδεχτούν να δώσουν έστω ψύχουλα από το μερτικό που δικαιούνται τα τρένα για την προκοπή και την ανάπτυξη των σιδηροδρόμων και να είναι βέβαιοι πως αυτό θα επιστρέφει πολλαπλάσια στον κόσμο!
Τα τρένα το δικαιούνται για να γυρίσουν ξανά, όχι γιατί φύγανε μόνα τους, αλλά γιατί' τα διώξανε στανικά και άκριτα!... Γένοιτο.

Ηλίας Παρ. Γεωργακόπουλος
Συντ/χος Επιθεωρητής Εκμεταλλεύσεως

«Ο ΤΥΠΟΣ»