Σάββατο 5 Δεκεμβρίου 2009

Η τέχνη ως μέσο έκφρασης της καθημερινότητας των σιδηροδρομικών





Οι εργαζόμενοι στον σιδηρόδρομο, απο πολύ παλιά και ακόμα απο τα πρώτα χρόνια της λειτουργίας του, είχαν την τάση μέσα απο όλες τις μορφές της τέχνης, να εκφράζουν τα προβλήματα της καθημερινότητας τους, άλλοτε μέσα απο την ποίηση, το τραγούδι, την ζωγραφική και άλλοτε μέσα απο το θέατρο, σατιρίζοντας καταστάσεις και αυτοσαρκάζοντας, με ένα μοναδικό και αξιοπρόσεκτο τρόπο, κάτι που συνεχίζουν ακόμα και σήμερα. Προφανώς το είδος της εργασίας τους να παίζει και αυτό το δικό του ρόλο και να γίνεται σημείο αναφοράς και έμπνευσης. Άνθρωποι απλοί οι σιδηροδρομικοί, μεταφέρουν τα συναισθήματα τους χωρίς να έχουν γνώση της περισσότερες φορές φόρμες και καλούπια για αυτό που κάνουν, είναι μια αυθόρμητη και πηγαία έκφραση αληθινή και ανθρώπινη. Αυτόν τον κόσμο εκφράζουν οι σιδηροδρομικοί, Νίκος Καράβατος και Αντιγόνη Λουμάκου μέσα από τα ποιήματα τους και ο Βασίλης Καραγιαννίδης μέσα από την ζωγραφική του.



Ο αγώνας της ζωής.
Μέσα στην νύχτα ακούγονται
Τα τρένα να σφυρίζουν
σαν προϊστορικά ερπετά
Την γη την ξεσχίζουν.

Σταθμάρχες, μηχανοδηγοί,
Σημειωτές, κλειδούχοι,
Βουβά κορμιά, νεκροί σταθμοί,
στου κόσμου το μπουλούκι.

Ειν’ αγώνας της ζωής
Η βάρδια δέκα - έξη
Να ξημερώσει η αυγή
Ο ήλιος για να φέξη,

να πλημμυρίσει η γη με φως
ν’ ανθήσουν οι ελπίδες,
να γίνει ο ήλιος αδελφός
τα τρένα ηλιαχτίδες..

ο Θανάσης ο ψαράς.
Απο νωρίς κινήσαμε
Μαζί με τον Θανάση
Να πάμε για το ψάρεμα
Και έλαμπε όλη η πλάση.

Σ’ όλο το δρόμο ξύριζε *
σα’ νάτανε κουρέας
κατόρθωσε και ήτανε
το κέντρο της παρέας.

Στη Ντούζλα κάπου επήγαμε
να πιάσουμε μουρμούρια
ρίχνει ο Θανάσης πετονιά
και πιάνει δυο καβούρια.

Έπεσε γέλιο δυνατό
Και δούλεμα μεγάλο
Μα ο Θάνος χαμογέλασε
Είχε σχέδιο άλλο

Την άλλη μέρα στη δουλειά
σ’ όλα τα παλικαριά
έλεγε πως τάχα έπιασε
δέκα καλάθια ψάρια.
*Ξύριζε - Παραμύθιαζε.

Ο Χρήστος ο δημοσιογράφος.
Δεν είναι ποιητής
Δεν είναι φωτογράφος
Είναι Χρήστος ο φίλος
Μας ο δημοσιογράφος

Όλη την ημέρα τρέχει,
Τι κι αν λιάζει, τι κι αν βρέχει,
Τι κι αν τον κτυπά το αγιάζι,
Τον Χρηστάρα δεν τον ενοιάζι

Το μικρόφωνο στο χέρι,
Το στυλό και το τεφτέρι
Κι ένα μαγνητοφωνάκι.
Θα το πιάσει το λαβράκι.

Πέρσι ήρθαν τα μαντάτα,
Πως θα πάει στην Καλαμάτα,
Μα ο Χρήστος δεν κωλώνει
Και με μιας τους φασκελώνει.

Τώρα είναι εξουσία
Κι όλοι τον υπολογίζουν,
Χρήστο κάνε την Δουλειά σου
Τα παλικαριά δεν τρομάζουν.

Νίκος Καράβατος
Σταθμάρχης
Διαλογή Θεσσαλονίκης.


                                          Φωτογραφία από πίνακα ζωγραφικής του Βασίλη Καραγιαννίδη

                 ΚΑΤΙ ΑΛΛΟ

πόσα δάκρυα σ' άλλων τά μάτια δεν τρέχουν

Κι" αν ξεφύγει ένα δάκρυ πικρό
τής αγάπης ξεχύνεται γλύκα
λες κι είναι θάλασσα, κύμα μικρό
 ταιριασμένα σ' ελπίδας σκοπό

Στά βάθη του κρύβει μιά στάλα βροχή
πού ξέσπασε πριν φύγει τό σύννεφο
ένοιωσε μόνη, κουκίδα τόσο μικρή
στάχτη φωτιάς, ηλιαχτίδα.

"Ηταν εκείνο τό κάτι, σημάδι πικρό
σημάδι αιώνιο, αμόλυντο μικρό
αγάπης τραγούδι, πίκρας σταγόνα
ήταν βουβό τής άνοιξης γιόμα νερό,
αίμα και χώμα.

Αντιγόνη Λουμάκου
Το ποιητικό αυτό έργο
Δημοσιεύτηκε το 1980