Τρίτη 7 Απριλίου 2020

ΣτΕ: Ευθύνη της Αττικό Μετρό η ολοκλήρωση του διαγωνισμού για τη Γραμμή 4 του Μετρό.


Τα βήματα που θα πρέπει να ακολουθήσει η Αττικό Μετρό, προκειμένου ο διαγωνισμός για τη Γραμμή 4 του Μετρό να περάσει στην επόμενη φάση και να ολοκληρωθεί, περιγράφει με σαφήνεια το σκεπτικό της απόφασης του Συμβουλίου της Επικρατείας για τα ασφαλιστικά μέτρα που είχαν καταθέσει οι δύο εναπομείνασες στη διαδικασία κοινοπραξίες Άκτωρ – Ansaldo –Hitachi Rail Italy και Άβαξ – Ghella – Alstom Transport.
Το σκεπτικό της απόφασης του Συμβουλίου της Επικρατείας καταρρίπτει έτσι τα σενάρια που έκαναν λόγο ακόμα και για τον κίνδυνο ακύρωσης του διαγωνισμού, επιβεβαιώνοντας στην ουσία τις φωνές των ψυχραιμότερων που συνιστούσαν υπομονή μέχρι να καθαρογραφεί η απόφαση και να μελετηθεί επαρκώς το σκεπτικό του Ανώτατου Δικαστηρίου.

Στο επίκεντρο της ανησυχίας που επικράτησε αρχικά την περασμένη εβδομάδα, βρέθηκε ο φόβος το ΣτΕ, αποδεχόμενο τα ασφαλιστικά μέτρα των δύο κοινοπραξιών, να αποδέχεται επί της ουσίας ότι αμφότεροι οι συμμετέχοντες πρέπει να αποκλειστούν αυτομάτως, αφήνοντας κατά αυτόν τον τρόπο τον διαγωνισμό άνευ διεκδικητών. 

Απεναντίας, αυτό που προκύπτει από την απόφαση του Ανώτατου Δικαστηρίου είναι πως, ενώ το ΣτΕ σαφώς αναγνωρίζει πως υπάρχουν ελλείψεις στο πρακτικό της Επιτροπής Διαγωνισμού της Αττικό Μετρό και κάνει αποδεκτές σε μεγάλο βαθμό συγκεκριμένες αιτιάσεις των δυο κοινοπραξιών – βάσει των οποίων, άλλωστε, δέχτηκε τα ασφαλιστικά μέτρα – ωστόσο, κάνει σαφέστατα λόγο για πλημμελή τεκμηρίωση από πλευράς της επιτροπής του διαγωνισμού και υποδεικνύει τα στοιχεία που χρήζουν διόρθωσης, ώστε ο διαγωνισμός να μπορέσει να περάσει στο στάδιο του ανοίγματος των δύο οικονομικών προσφορών.

Σύμφωνα με το περιεχόμενο της απόφασης, το ΣτΕ, όχι μόνο δεν θέτει ζήτημα ματαίωσης του διαγωνισμού, αλλά αντιθέτως, θωρακίζει απόλυτα τη διαδικασία και παρέχει πλήρη νομιμοποίηση στη συνέχισή της, με την περιγραφή ενός πολύ ξεκάθαρου οδικού χάρτη για τις ενέργειες στις οποίες υποχρεούται να προβεί η Αττικό Μετρό στο εξής, χωρίς μάλιστα να αφήνει κανένα περιθώριο αμφισβήτησης ως προς αυτές.


Όπως προκύπτει, η Αττικό Μετρό υποχρεούται να διορθώσει το πρακτικό της Επιτροπής Διαγωνισμού και να το επανακαταθέσει, έχοντας προσαρμόσει στις υποδείξεις του Ανώτατου Δικαστηρίου την τεχνική αξιολόγηση των δύο κοινοπραξιών.

Εξάλλου, στην παρούσα φάση, η Πολιτεία δεν απαιτείται να λάβει απόφαση επί της ματαίωσης του διαγωνισμού, ούτε είναι αναγκαίο να περιμένει 1,5 χρόνο για την εκδίκαση των αιτήσεων ακύρωσης, παίρνοντας το ρίσκο να βρεθεί μπροστά στο απευκταίο σενάριο μίας απόφασης που θα οδηγεί στον αποκλεισμό και των δύο διεκδικητών και θα καθιστά το διαγωνισμό άγονο, αφού πρώτα θα έχουν χαθεί ακόμα 18 μήνες. Αρκεί απλά, η Αττικό Μετρό να συμμορφωθεί όπως οφείλει και να διορθώσει το πρακτικό της τεχνικής αξιολόγησης με βάση τις υποδείξεις του ΣτΕ, σεβόμενη την απόφαση της Δικαιοσύνης. Αν το ΣτΕ σε δυο μήνες κάνει και πάλι δεκτά τα ασφαλιστικά μέτρα που οι εταιρείες πιθανότατα θα έχουν υποβάλλει, τότε πια το υπουργείο θα μπορεί να εξετάσει με πολύ πιο ξεκάθαρη εικόνα τις επιλογές του και κανείς δεν θα μπορεί να του προσάψει ότι βιάστηκε, ότι αγνόησε το ανώτατο δικαστήριο ή ότι έχασε πολύτιμο χρόνο.

Φαίνεται, άλλωστε, πως η κατάσταση θα έχει αποσαφηνιστεί σημαντικά μέχρι τις αρχές του Ιουνίου, καθώς σύμφωνα με τα μέχρι στιγμής δεδομένα, το ζήτημα του κορωνοϊού δεν έδειξε να επηρεάζει την εκδίκαση των ασφαλιστικών μέτρων, διαδικασία που απαιτεί το πολύ δυο μήνες, χρονικό διάστημα που σε έναν διαγωνισμό που συμπληρώνει αισίως 3 χρόνια, δεν μπορεί να θεωρηθεί σε καμία περίπτωση ουσιαστική καθυστέρηση.

Σε μία κατασκευαστική αγορά που, ακόμα και πριν το ξέσπασμα της πανδημίας, μετρούσε πληγές από τις συνέπειες της κρίσης και την έλλειψη δημοπράτησης νέων έργων, η εξέλιξη του διαγωνισμού για το μοναδικό τόσο ώριμο μεγάλο δημόσιο έργο καθίσταται ακόμα πιο κρίσιμη. 

Παράγοντες του κλάδου τόνιζαν μάλιστα πως «Η σκέψη και μόνον για την ακύρωση ενός διαγωνισμού για το μεγαλύτερο συγχρηματοδοτούμενο δημόσιο έργο της τελευταίας δεκαετίας, με προϋπολογισμό 1,8 δις ευρώ, φέρνει ενώπιων των χειρότερων σεναρίων όχι μόνο τις διαγωνιζόμενες εταιρείες αλλά και μία ολόκληρη εφοδιαστική αλυσίδα που περιλαμβάνει τσιμεντοβιομηχανίες, χαλυβουργίες, μελετητικές εταιρείεςκαι δεκάδες χιλιάδες θέσεις εργασίας». Όπως συμπληρώνουν: «Όπως γνωρίζει πολύ καλά οποιοσδήποτε έχει εικόνα της συγκεκριμένης αγοράς στην Ελλάδα, μία ακύρωση και επαναπροκήρυξη του διαγωνισμού θα χρειάζονταν τουλάχιστον 2-3 χρόνια για να ολοκληρωθεί, ακόμα και υπό τις καλύτερες συνθήκες». 

Πολύ περισσότερο δε, όταν ασχέτως από το γεγονός ότι η διακήρυξη του διαγωνισμού κατηγορήθηκε εξαρχής ως ελλιπής σε επίπεδο μελετών κι άλλων στοιχείων, οι προσφυγές των δυο διεκδικητών δεν αφορούσαν καθόλου προβληματικές διατάξεις του διαγωνισμού και υποδείκνυαν αποκλειστικά εκατέρωθεν ελλείψεις και λάθη στους τεχνικούς φακέλους των δύο συμμετεχόντων. Σε ανάλογα ζητήματα εστίαζαν άλλωστε και οι προσφυγές που είχαν υποβληθεί σε προηγούμενα στάδια της διαδικασίας από τις υπόλοιπες εταιρείες που αποκλείστηκαν.

cnn.gr