Τετάρτη 27 Ιουλίου 2016

Βαλκανικό Express. Μια συναρπαστική περιπλάνηση με το τρένο στη γειτονιά της Ελλάδας.

11277-26031Καμήλα στον καυτό ήλιο της ερήμου, ιστιοπλοϊκό στο γαλάζιο του Αιγαίου και ανοιχτή cadillac στην άσφαλτο της αμερικανικής ενδοχώρας… Κάποια ταξίδια έχουν ταυτιστεί τόσο στενά με το μέσο, που αν τα ταξιδέψεις αλλιώς είναι σαν να κλέβεις από την γοητεία τους.
Στα Βαλκάνια ταιριάζει το ταξίδι με τρένο. Με αυτές τις παλιές, γερασμένες αμαξοστοιχίες που πηγαινοέρχονται δεκαετίες τώρα πάνω στις βαλκανικές ράγες και ενώνουν πόλεις πού απέχουν μεταξύ τους μια νύχτα δρόμο και ένα κόσμο ολόκληρο. Χώρες που αλλάζουν, ενώνονται και διαλύονται, που πολεμούν και συνυπάρχουν, λαοί που τσακώνονται και κάνουν μπίζνες, αγαπιόνται και μισιούνται ταυτόχρονα, αλλά πάντα μοιράζονται αυτή την ζόρικη πλανητική γωνιά και κάποια χαρακτηριστικά τόσο κοινά, που θα μπορούσαν να είναι ένα, αν μιλούσαν την ίδια γλώσσα.
Τα παλιά αυτά τρένα, με τις πολύχρωμες ντιζελάμαξες, που έχουν μείνει πολλά χρόνια πίσω από τους Δυτικοευρωπαίους συγγενείς τους τύπου Thalys, TGV και Eurostar, πάντα φτάνουν στον προορισμό τους, έστω κι αν φτάνουν λίγο πιο αργά, λίγο πιο μετά από την ώρα που απαιτούν οι εξωφρενικοί ρυθμοί του δυτικού πολιτισμού και μοιάζουν τόσο με τους βαλκάνιους ταξιδιώτες που κουβαλούν: Λίγο πιο αργά, λίγο πιο μετά, αλλά όλα θα γίνουν… Γιατί να μην απολαύσεις το ταξίδι;
image
Απομεινάρι άλλης εποχής

image
Ο σιδηροδρομικός σταθμός της Σόφιας

Ο Προμαχώνας, είναι ο πρώτος συνοριακός σταθμός. Χαράματα με καφεδάκι από τα χέρια του σιδηροδρομικού υπαλλήλου του βαγονιού και αποχαιρετισμός στην Ελληνική επικράτεια με σύντομο ξεμούδιασμα στον ήσυχο σταθμό και μερικά μέτρα παρακάτω, καλωσόρισμα από τους Βούλγαρους σιδηροδρομικούς. Oι διαδικασίες στα ενδοευρωπαϊκά πια σύνορα γίνονται γρήγορα και χαλαρά, όμως οι εξονυχιστικοί συνοριακοί έλεγχοι της ψυχροπολεμικής εποχής πλανώνται μέσα στα ίδια αυτά βαγόνια.
Λίγες ώρες μετά, μεσημεράκι, ο σιδηροδρομικός σταθμός της Σόφιας μας περιμένει μέσα στη μίζερη αλλά αυθεντική σοσιαλιστική αύρα του και παρόλο που πρόκειται για έδαφος της Ευρωπαϊκής Ένωσης, έχει ένα άρωμα και μια χρονική αίσθηση αντιδιαμετρικά αντίθετη από το Waterloo του Λονδίνου ή το Hauptbahnhof του Βερολίνου. Αν δεν υπήρχε ένα μικρό κιόσκι Μακντόλαντς θα νόμιζες ότι μόλις έφτασες στη χώρα του…Ζίβκοφ και θα περίμενες κάποια άγρυπνα και καχύποπτα κρατικά μάτια να πέσουν πάνω σου και να ελέγχουν κάθε βήμα που κάνεις στη χώρα τους.
Αντί γι’ αυτά όμως, σε εντοπίζουν μέσα στο πλήθος τα άγρυπνα μάτια των ταξιτζήδων που πέφτουν πάνω σου, σαν πεινασμένοι κόρακες, για να σου προσφέρουν τις υπηρεσίες τους. Ξέρεις ότι κάτι βρομάει, ξέρεις ότι θέλουν να σε γδύσουν, όμως θα το ανακαλύψεις μόνο όταν θα φτάσεις στο κέντρο και καταλάβεις ότι τα ταξί του σιδηροδρομικού σταθμού χρεώνουν δυόμισι λέβα το χιλιόμετρο, σε αντίθεση με όλα τα ταξί που κυκλοφορούν στην πόλη και χρεώνουν…μισό! Και αυτό, με καθ’ όλα νόμιμο τρόπο παρακαλώ: Ο καθένας μπορεί να χρεώνει ότι γουστάρει αρκεί να γράφει την τιμή πάνω στην πόρτα! Η ελεύθερη αγορά τους έπεσε κατακέφαλα και μάλλον δεν μπορούν να την κουμαντάρουν…
Ας είναι, όποιος πάει αδιάβαστος αυτά παθαίνει. Ο ταρίφας πάντως για να γλυκάνει τον πόνο μας, μάς έβαλε …Τερζή και Μαργαρίτη μέχρι να φτάσουμε!

n
Τα πρώην γραφεία του «κόμματος»

n
Περίχωρα της Σόφιας

Πέρα όμως από τη νόμιμη αυτή κλεψιά, τα βαλκανικά ταξί είναι πάμφθηνα και εξυπηρετικότατα. Και δεν πολυχρειάζονται, η Σόφια είναι μια μικρή και μαζεμένη πόλη, το κέντρο της περπατιέται άνετα σε μια-δυό μέρες και όλα της τα αξιοθέατα είναι μαζεμένα στο κέντρο. Ανάμεσα στα λίγα, εξαιρετικής αρχιτεκτονικής και παγκόσμιας κλάσης κτήρια, στέκουν εκατοντάδες άλλα κτήρια-κουτιά της κομουνιστικής περιόδου, γκρίζα και καλυμμένα τα περισσότερα με γιγαντιαίες διαφημίσεις. Αν οι καταναλωτικές συνήθειες είναι ένα ενδεικτικό κριτήριο της κουλτούρας ενός λαού, τότε Έλληνες και Βούλγαροι είμαστε πια ένα. Ξεχνώντας ότι είσαι στο κέντρο της Σόφιας, αν κοιτάξεις μόνο τις επιγραφές των καταστημάτων και τις διαφημίσεις, βρίσκεσαι ξαφνικά κάπου στην πλατεία Συντάγματος. Όλες οι Ελληνικές τράπεζες, καταστήματα ηλεκτρονικών και κινητής τηλεφωνίας, fast-food και κάθε άλλου είδους Ελληνική επιχείρηση λιανικής, έχουν καταλάβει όλα τα σημεία «φιλέτα» στο κέντρο της πόλης και μετρούν πελάτες και εισπράξεις, σε μια αγορά διψασμένη για άγρια κατανάλωση. Δεν χρειάστηκε να μπουν καν στον κόπο οι Ελληνικές επιχειρήσεις να προσαρμόσουν το μάρκετινγκ και τα λογότυπά τους· «ελάτε όπως είστε» τους έγνεψε ο Βούλγαρος καταναλωτής και έσπευσαν! Μέχρι και το σήμα κατατεθέν της ελληνικής κουλτούρας της χαλάρωσης, ο αθάνατος ελληνικός φραπέ, χωρίς βέβαια να έχει την ίδια ποιότητα με αυτόν στην παραλία της Θεσσαλονίκης, σερβίρεται σχεδόν παντού.
n
Πλατεία και άποψη της Σόφιας

Τα εισιτήρια της συνέχειας του ταξιδιού θα τα προμηθευτούμε από τον δημόσιο υπάλληλο του σταθμού, που με δημοσιοϋπαλληλική προθυμία μας πληροφορεί ότι το τρένο για Βουκουρέστι δεν διαθέτει δίκλινες καμπίνες, ή εν πάσει περιπτώσει δεν μπορεί να μας δώσει και να απευθυνθούμε, λέει, στον ελεγκτή του βαγονιού. Μαύρη κατάθλιψη πέφτει στη συνοδό μου που θα πρέπει να μοιραστεί την καμπίνα με αμφιβόλου προέλευσης βαλκάνιους συνταξιδιώτες, όμως εγώ που έχω ψυλλιαστεί τι γίνεται την καθησυχάζω. Και έχω δίκιο: Ο Βούλγαρος που μας τακτοποιεί στην εξάκλινη, βλέποντας το τρομοκρατημένο ύφος της καταλαβαίνει ότι μια ασυνήθιστη στα σιδηροδρομικά ταξίδια κυρία θα κάνει ότι είναι δυνατόν για να μην ταξιδέψει μαζί με τέσσερις αγνώστους και με ρωτάει με τρόπο αν θα ήθελα να είμαστε μόνοι στην καμπίνα. [Εντάξει αδερφέ Βαλκάνιε, το πιάσαμε το υπονοούμενο, δεν είμαστε άλλωστε ασυνήθιστοι σ’ αυτά]: Εικοσιπέντε ευρώ ακατέβατα, αλλάζουν γρήγορα χέρια μαζί με μια πρόθυμη υπόσχεση ότι δεν θα μας ενοχλήσει κανείς.
Αφού ξεκινά το τρένο, καταλαβαίνουμε ότι οι μισές καμπίνες είναι άδειες και ότι μάλλον θα ταξιδεύαμε έτσι κι αλλιώς μόνοι, ακόμα και χωρίς το μπαξίσι. Και να σου, σε λίγο και ο συνοδός του διπλανού βαγονιού να μού χτυπάει το τζάμι και να με ρωτάει αν θέλω δίκλινη. Δώσαμε-δώσαμε, του λέω στα ελληνικά, και τον καληνυχτίζω…
Ξαπλωμένος στην αποκλειστικής χρήσης πια καμπίνα μας, νυσταγμένος, χαμογελάω για το εικοσιπεντάευρο χουνέρι και σκέφτομαι ότι με κάτι τέτοια στην Ελλάδα γίνομαι έξω φρενών. Όμως έτσι είναι, το ταξίδι σε εξευμενίζει, βλέπεις τα πράγματα αλλιώς…
n
Άποψη του Βουκουρεστίου από το Παλάτι του Λαού

Gare de Nord, Βουκουρέστι, έξι το πρωί. Μέσα στο ημίφως και τη θολή ατμόσφαιρα που δημιουργεί το χάραμα, τρένα μπαινοβγαίνουν και μιλιούνια ταξιδιώτες κινούνται σε κάθε κατεύθυνση και συνωστίζονται στις αποβάθρες του σταθμού. Ρουμάνες χωριάτισσες και τσιγγάνες με μπόγους στην πλάτη, βιαστικοί ταξιδιώτες και κάθε λογής ύποπτες φάτσες από αυτές που ξημεροβραδιάζονται στους σιδηροδρομικούς σταθμούς όλου του κόσμου, σπρώχνονται και ανεβοκατεβαίνουν στα πρωινά τρένα. Κάποιοι πίνουν ένα γρήγορο καφέ στο πόδι, άλλοι στήνονται στην ουρά για μια εφημερίδα, περίεργα πηγαδάκια, βιαστικές και ύποπτες συναλλαγές, μια οποιαδήποτε Δευτέρα πρωί στο σταθμό του Βουκουρεστίου…
n
Υπαίθρια αγορά βιβλίων στο Βουκουρέστι

Αφού σπρώξουμε και σπρωχτούμε από το πλήθος του σταθμού και προσπεράσουμε τους συνήθεις τύπους που προσφέρουν δωμάτια στους ελάχιστους αφιχθέντες τουρίστες, βγάζουμε λεφτά από ΑΤΜ …Ελληνικής τράπεζας και παραγγέλνουμε καφέ στο … Ελληνικό ταχυφαγείο του σταθμού. Πού είναι τα χρόνια που όλα στα ταξίδια ήταν νέα και διαφορετικά; Καταραμένη παγκοσμιοποίηση…
Με την έξοδο από το σταθμό, γίνεται αμέσως αντιληπτό ότι το Βουκουρέστι είναι μια χαοτική μεγαλούπολη. Η κυκλοφορία στους δρόμους είναι απερίγραπτη ακόμα και για έναν επισκέπτη συνηθισμένο στους Αθηναϊκούς δρόμους. Τα φανάρια μάλλον υπάρχουν για να δίνουν χρώμα στην πόλη, πανδαιμόνιο από κορναρίσματα και μαρσαρίσματα, καυσαέριο και θόρυβος που όμως περιέργως δεν είναι τόσο ενοχλητικά: Ξέρεις που είσαι, ξέρεις τι ήρθες να δεις και αρχίζεις να το γλεντάς. Αλλιώς θα είχες διαλέξει να πας στη Ζυρίχη. Ναι λοιπόν, υπάρχουν δρόμοι και πεζοδρόμια σε χειρότερη κατάσταση από τα Ελληνικά, χειρότεροι οδηγοί από τους Έλληνες και περισσότερο καυσαέριο από ότι στην Αθήνα και τη Θεσσαλονίκη.
Όμως, περπατώντας στις γειτονιές του Βουκουρεστίου και βλέποντας τους έστω ρημαγμένους, έστω ανάμεικτους με σοβιετικού τύπου μεγαθήρια, αρχιτεκτονικούς θησαυρούς αυτής της πόλης, δεν μπορείς παρά να μελαγχολήσεις σκεπτόμενος την αρχιτεκτονική φτώχια των ελληνικών πόλεων. Πανέμορφα, ογκώδη κτήρια αρ νουβό και αρ ντεκό των αρχών και του πρώτου μισού του περασμένου αιώνα, διάσπαρτα σε όλη την πόλη, την πλημμυρίζουν με ένα άρωμα μεγαλοπρέπειας που δραπετεύει από τις χαραμάδες του χρόνου. Παρόλο που η κατάσταση των περισσότερων είναι τραγική, υπάρχουν, στέκονται εκεί και ξέρεις ότι κάποτε θα ξαναζωντανέψουν και θα δώσουν και πάλι στη μεγάλη πόλη την παλιά αριστοκρατική τους λάμψη.
n
Το Παλάτι του Λαού, το τρίτο μεγαλύτερο κτήριο στον κόσμο

Από όλα τα κτήρια του Βουκουρεστίου όμως, αυτό που πραγματικά ξεχωρίζει είναι το Παλάτι του Λαού που έχτισε ο Τσαουσέσκου, ισοπεδώνοντας ένα μεγάλο μέρος του κέντρου της πόλης. Ανατριχίλα και δέος είναι τα συναισθήματα που περιγράφουν καλύτερα αυτό που νιώθει κανείς αντικρίζοντας αυτό των μυθικών διαστάσεων και απερίγραπτου αρχιτεκτονικού ρυθμού κατασκεύασμα. Και όταν επισκεφθεί και τις χιλιόχλιδες μαρμάρινες και χρυσές αίθουσές του, τότε θα καταλάβει πόση τρέλα μπορεί να χωρέσει το κεφάλι ενός ανθρώπου!
Το Παλάτι του Λαού, μας εξηγεί με φανερή ειρωνεία η ξεναγός μας, δεν επιτρεπόταν να το επισκεφθεί κανείς από το λαό. Ενώ τώρα – είπα να προσθέσω αλλά το άφησα – μπορεί να το επισκεφθεί ο καθένας αν πληρώσει το αντίτιμο εισόδου!
Και σ’ αυτή τη χώρα ο καπιταλισμός τούς έχει έρθει λίγο ξανάστροφα και είναι φανερή η αμηχανία με την οποία ακόμα και τόσα χρόνια μετά, αντιμετωπίζει εδώ ο κόσμος τη νέα τάξη. Νεόπλουτοι σουλατσάρουν επιδεικνύοντας τα αποκτήματά τους – κυκλοφορούν τόσα θηριώδη τζιπ και Φερράρι εδώ, όσα και στα μέρη μας – και νεόπτωχοι τραβιόνται καθημερινά σε μια βιοπάλη άγρια και αδυσώπητη για όσους δεν είναι μέσα στα «πράγματα».
n
Βουκουρέστι – κέντρο

n
Καφέ στο Βουκουρέστι

Κι εδώ όπως και στη Σόφια, τα γιγαντιαία διαφημιστικά πανό που καλύπτουν τα αμέτρητα κτήρια σοσιαλιστικού ρεαλισμού, αποτελούν μια απόλυτη θριαμβική διακήρυξη και θυμίζουν μελαγχολικά την πλήρη και βίαιη κατίσχυση του ενός συστήματος επί του άλλου.
Ακόμη και το λόμπι του θρυλικού ξενοδοχείου Athénéé Palace, που κάποτε έσφυζε από τη νομενκλατούρα του καθεστώτος, σκοτεινούς κατασκόπους και κάθε είδους παρασκηνιακούς τύπους της εποχής του Ψυχρού Πολέμου, τώρα είναι γεμάτο Έλληνες που κάνουν «μπίζνες στα Βαλκάνια».

Δυό-τρείς μέρες δεν φτάνουν σε καμία περίπτωση για να εντρυφήσουμε στη μεγάλη και πρώην μεγαλοπρεπή αυτή πόλη και να ευχαριστηθούμε βόλτες στις φαρδιές λεωφόρους με τις πανύψηλες καστανιές και βελανιδιές και η στιγμή της αναχώρησης για το πιό ενδιαφέρον, στο μυαλό μου, μέρος του ταξιδιού πλησιάζει. Το διεθνές δρομολόγιο για Βελιγράδι αναχωρεί αργά το βράδυ, ο σιδηροδρομικός σταθμός του Βουκουρεστίου είναι το ίδιο πολύβουος και ο πολυπληθής θίασος των κομπάρσων του ταξιδιού μας είναι πάλι εκεί· αυτή τη φορά όμως ανεβαίνουν κουρασμένοι στα βραδινά βαγόνια της επιστροφής προς τη Ρουμανική επαρχία.
 n
Βραδινό δρομολόγιο για Βελιγράδι

Ξαπλωμένος στο κρεβάτι της καμπίνας με ένα μπουκάλι φτηνή βότκα από το μαγαζάκι του σταθμού, προσπαθώ ανυπόμονα να φανταστώ τον επόμενο προορισμό: Το Βελιγράδι, μια πόλη θρυλική στο μυαλό μου, που έχει καταστραφεί και χτιστεί καμιά σαρανταριά φορές στη διάρκεια της δισχιλιετούς ιστορίας της, είναι η πρωτεύουσα που συνδέθηκε με τον μοναδικό Ευρωπαϊκό πόλεμο στη διάρκεια της ζωής μου. Για αυτό και μόνο το λόγο είναι μια ξεχωριστή πόλη: Η ιστορία αχνίζει ακόμα από πάνω της και οι βομβαρδισμένες γέφυρες στον πάτο του Δούναβη έχουν μόλις αρχίσει να σκουριάζουν.
Φανταζόμουν μια ρημαγμένη πόλη, μια κατεστραμμένη οικονομία και ένα λαό που με το ηθικό του κουρελιασμένο και τις τσέπες του άδειες περιμένει μοιρολατρικά τον υπόλοιπο κόσμο να συγχωρήσει τα λάθη των προηγούμενων ηγετών του και να τον δεχτεί κάποτε στην «Ευρωπαϊκή Οικογένεια». Περίμενα να δώ στοιχειώδεις υποδομές, πενιχρή οικονομία, ανεργία, μιζέρια και εγκατάλειψη…
Κι ενώ τα σκεφτόμουν όλα αυτά και με νανούριζε το χτύπημα των τροχών στις σιδερένιες ράγες, αποκοιμήθηκα ζαλισμένος από τη ρουμάνικη βότκα και είδα στον ύπνο μου ότι το Βελιγράδι είναι μια σύγχρονη Ευρωπαϊκή πρωτεύουσα. Με πεζόδρομους γεμάτους μαγαζιά με όλες τις διεθνείς τάσεις της μόδας, αμέτρητα τραπεζάκια για καφέ και φαγητό στα πεζοδρόμια, βιβλιοπωλεία γεμάτα κόσμο και ναι… Ελληνικές τράπεζες! Παντού. Ονειρεύτηκα πως οι Σέρβοι είναι ένας λαός πολύ σικ και περιποιημένος, οι περισσότεροι ντυμένοι άψογα κυκλοφορούν στους δρόμους με ζωντάνια και χαμόγελα χωρίς ίχνος από την μιζέρια που συναντήσα αρκετές φορές στους δύο προηγούμενους βαλκανικούς προορισμούς. Τα κτήρια στο κέντρο της πόλης όμορφα, καθαρά και ανακαινισμένα, μια νοικοκυρεμένη πόλη που σχεδόν τίποτα δεν προδίδει ότι βομβαρδιζόταν πριν από δέκα και κάτι χρόνια.
n
Άφιξη στο Βελιγράδι

Και όμως δεν τα έβλεπα στον ύπνο μου: Είχαμε ήδη φτάσει, σουλατσάραμε στην Kneza Michailova, τον κεντρικό πεζόδρομο της πόλης και πίναμε καπουτσίνο χαζεύοντας τους καλοντυμένους ντόπιους να βολτάρουν, να ψωνίζουν, να μιλούν στα κινητά τους όπως ακριβώς και σε οποιαδήποτε άλλη δυτικοευρωπαϊκή πρωτεύουσα. Τα εστιατόρια γεμάτα κόσμο, μοντέρνα μπαράκια παντού, αγορές με τέτοια αφθονία αγαθών που θα τη ζήλευαν σε πολλές χώρες και άνθρωποι τόσο οικείοι που θαρρείς, αν κλείσεις τα αυτιά σου και δεν ακούς τη γλώσσα που μιλάνε, πως είσαι ανάμεσα σε δικούς σου, Έλληνες.
Κι εδώ βέβαια η κίνηση στους δρόμους είναι χαοτική, κι εδώ πιστεύουν βαθιά ότι το κορνάρισμα είναι ένας τρόπος για να εξαφανίζεις τα αυτοκίνητα που βρίσκονται μπροστά σου και να φτάνεις πιο γρήγορα στον προορισμό σου, όμως ο αέρας της πόλης είναι περισσότερο δυτικοευρωπαϊκός και λιγότερο βαλκανικός.
Πουθενά δεν φαίνεται στον ξένο ότι πρόκειται για μια χώρα με υπερβολική φτώχια και ανισότητες. Αντιθέτως, βλέπει κανείς μια κοινωνία με μεγάλη συνοχή και αξιοπρόσεκτη έλλειψη υπερβολών. Το καταναλωτικό μεθύσι που έχει συνεπάρει τους βαλκάνιους γείτονες τους (ή όσους από αυτούς μπορούν), εδώ φαίνεται ελεγχόμενο και η νεοπλουτίστικη πόζα και αλαζονεία λείπει ακόμα και από τα πιο χάι στέκια της πόλης. Μια ευχάριστη έκπληξη από κάθε άποψη.
n
Βελιγράδι – κέντρο

n
Ο Άγιος Σάββας, η μεγαλύτερη εκκλησία των Βαλκανίων

Όμως περπατώντας στο κέντρο της πόλης, κάποια στιγμή πέφτεις πάνω και στα βομβαρδισμένα κτήρια που οι Σέρβοι για λόγους μνήμης έχουν αφήσει από τον καιρό του πολέμου να στέκουν ξεκοιλιασμένα και να θυμίζουν… τι άραγε και σε ποιούς;
Στα παιδιά τους και στους ξένους, την βάρβαρη επίθεση που δέχτηκαν από τη Δύση και το ΝΑΤΟ; Στους ίδιους, τα λάθη των ηγετών τους και του κακού εθνικιστικού εαυτού τους; Σε κάθε περίπτωση η θέα των κατεστραμμένων κτηρίων στο κέντρο μιας σύγχρονης Ευρωπαϊκής πόλης σοκάρει και προκαλεί πρωτόγνωρα συναισθήματα, ειδικά σε ανθρώπους που έχουν δει πόλεμο μόνο στην τηλεόραση.
Οι μέρες περνούν ευχάριστα κι εδώ, με βόλτες στην πόλη, παραδοσιακά σέρβικα ταβερνεία, καφέ, μουσεία, μπαράκια και το τρένο για Θεσσαλονίκη περιμένει ήδη στην πλατφόρμα 1. Μια ατμομηχανή(!) που ξεφυσάει άσπρους καπνούς στο μισοσκόταδο ανάμεσα στα τρένα και τους επιβάτες του σταθμού, προσθέτει ακόμη μια γρήγορη κινηματογραφική εικόνα στις τόσες αυτού του ταξιδιού.
Ύπνος γλυκός, ταξιδιάρικος και πάλι μέχρι το χάραμα και στάση στα σύνορα της Σερβίας για έλεγχο διαβατηρίων. Ξανά συνοριακή αστυνομία, σταθμάρχες, τελωνειακοί, συνοδοί των βαγονιών και μηχανοδηγοί. Οι πιο πολλοί γνωρίζονται μεταξύ τους, ανεβοκατεβαίνουν στα τρένα και μιλούν ο ένας τη γλώσσα του άλλου αν και από διαφορετικές χώρες. Αυτό το παράξενο σινάφι που κατοικοεδρεύει στους μεθοριακούς σιδηροδρομικούς σταθμούς όλου του κόσμου, θα το συναντάμε όλη τη νύχτα. Γιατί σ’ αυτό το τελευταίο μέρος του ταξιδιού, έχουμε δύο σύνορα να διασχίσουμε: Θα περάσουμε και αυτή τη μικρή χώρα που αλλιώς την ονομάζουμε οι Έλληνες και αλλιώς ο υπόλοιπος κόσμος…
n
Σχολικός περίπατος

n
Βράδυ στο κέντρο

Περνάμε τα σύνορα, έλεγχος διαβατηρίων από τους «Φυρομιανούς» αυτή τη φορά. Ξανά ύπνος, μόνο που δεν διαρκεί πολύ. Σύντομα θα καταλάβουμε ότι μάλλον δεν υπάρχουν και πολλοί τρόποι μεταφοράς στο εσωτερικό της ΠΓΔΜ και οι ντόπιοι περιμένουν το διεθνές τρένο Βελιγράδι-Θεσσαλονίκη για να μετακινηθούν!
Έτσι ο Σκοπιανός μηχανοδηγός θα σταματήσει χωρίς να πολυσκοτιστεί, σε κάθε απίθανο σταθμό στη μέση χωραφιών και μικροσκοπικών χωριών για να ανέβουν διάφοροι τύποι με τσουβάλια πατάτες, καλάθια και κάθε είδους αγροτικό προϊόν, και να ξανακατέβουν μετά από λίγα χιλιόμετρα σε κάποιο άλλο χωριό.
Έχει πια ξημερώσει και τουλάχιστον μπορούμε να χαζεύουμε από τα παράθυρα, αυτή τη μετατροπή του διεθνούς δρομολογίου σε τοπική συγκοινωνία. Εντάξει, κάνα δυομισάωρο καθυστέρηση, ας είναι… κάπως πρέπει να εξυπηρετηθούν κι αυτοί οι άνθρωποι…
Επιτέλους φτάνουμε πάλι στα σύνορα. Δεύτερος και τελευταίος έλεγχος από τους Σκοπιανούς και μετά μπαίνουμε ξανά σε έδαφος της Ευρωπαϊκής Ένωσης.
Ανεβαίνουν στο βαγόνι, κοιτάζουν τα διαβατήρια και εμάς στα μάτια. Ζητάω από έναν να μου σφραγίσει το διαβατήριο, έτσι, για ενθύμιο. Με κοιτάει και μου αρνείται -στα ελληνικά- χαμογελώντας πικρά: «Εσείς, μεγάλη χώρα, δεν αφήνετε σφραγίσουμε διαβατήριά σας…»

n
Άποψη της πόλης και του Δούναβη

n
Δείγμα σοσιαλιστικής μεγαλομανίας

n
Αλλαγή φρουράς στο Προεδρικό Μέγαρο στα Σόφια

n
Σιδηροδρομικός σταθμός της Σόφιας

n
Μουσείο νοσταλγίας του τρελού δικτάτορα

n
Πύλη του θριάμβου αλά Ρουμανικά

n
Βουκουρέστι – κέντρο

n
Πνιγμένοι στον καταναλωτισμό

n
Πολύχρωμη ντιζελάμαξα στο Βελιγράδι

 n
Ο σιδηροδρομικός σταθμός του Βελιγραδίου

n
Βελιγράδι – κέντρο

n
Kneza Michailova, η Ερμού του Βελιγραδίου


n
Το βομβαρδισμένο κτήριο της τηλεόρασης


Πηγή: gargalianoionline.gr