Τετάρτη 22 Ιουνίου 2016

Τοποθέτηση του Γεν. Γραμματέα της ΓΣΕΕ κ. Νικ. Κιουτσούκη σχετικά με τη συνάντηση στο Υπουργείο Εργασίας με την επιτροπή εμπειρογνωμόνων για το ασφαλιστικό.

Είναι ξεκάθαρο ότι η Κυβέρνηση της Αριστεράς, υλοποιώντας κατά γράμμα τις εντολές των Θεσμών, συνομολόγησε, προσυπέγραψε και συμφώνησε στο πλαίσιο του 3ου Μνημονίου την περαιτέρω ελαστικοποίηση των εργασιακών σχέσεων, την κατάργηση και των τελευταίων εναπομεινάντων εργασιακών δικαιωμάτων, την πλήρη αποδυνάμωση της Συλλογικής Αυτονομίας και Προστασίας. 
Η Επιτροπή Εμπειρογνωμόνων –διορισμένη από το Υπουργείο Εργασίας κατ’ εφαρμογή της συμφωνίας– ενώ είναι βέβαιο ότι γνωρίζει τα σημεία απορρύθμισης της εγχώριας αγοράς εργασίας καλεί τους κοινωνικούς συνομιλητές (ΓΣΕΕ, ΓΣΕΒΕΕ, ΕΣΕΕ, ΣΕΒ, ΣΕΤΕ) σε διάλογο για τη διαμόρφωση του τελικού της πορίσματος στα ζητήματα που αφορούν:

α) τις Συλλογικές Διαπραγματεύσεις 
β) τις Ομαδικές Απολύσεις 
γ) τον Κατώτατο Μισθός 
δ) τη Συνδικαλιστική Δράση και Λειτουργία (απεργιακός νόμος, lock out κ.λπ.)

υπό το βάρος των ασφυκτικών προαπαιτούμενων της πλευράς των Δανειστών και των δεσμεύσεων τις οποίες έχει αναλάβει η Κυβέρνηση για τη θεσμοθέτηση μέτρων που εάν νομοθετηθούν θα μετατρέψουν οριστικά την Ελλάδα σε κράτος της Ασιατικής Ηπείρου.
Σε ότι με αφορά, με τη θεσμική ιδιότητα του Γενικού Γραμματέα της Συνομοσπονδίας, μιλώντας στην εν λόγω "Επιτροπή Εμπειρογνωμόνων-Τεχνοκρατών" κατέστησα σαφή τα παρακάτω: 

Την ώρα που στην Ε.Ε. ο Πρόεδρος της Κομισιόν έχει ως πρωταρχικό στόχο την ενίσχυση του κοινωνικού διαλόγου, στην Ελλάδα καταγράφεται έμμεση ή άμεση κατάλυση κάθε διαδικασίας κοινωνικής διαβούλευσης και κατ’ επέκταση κοινωνικής συμφωνίας. 

Σύμφωνα με τη ΔΟΕ, η ελληνική νομοθεσία στο ζήτημα των ομαδικών απολύσεων είναι απολύτως συμβατή τόσο με τις αρχές της σχετικής Διεθνούς Συνθήκες, όσο και με το ευρωπαϊκό πλαίσιο. Η μόνη αλλαγή που θα μπορούσαμε να δεχτούμε είναι η διαμόρφωση ενός ειδικού πλαισίου στήριξης των εν λόγω απολυμένων αφενός με τη χρονική επιμήκυνση της καταβολής του επιδόματος ανεργίας και αφετέρου με παράλληλες δράσεις ενδυνάμωσης της προσπάθειας επανένταξής τους στην αγορά εργασίας. 
Όπως υποστηρίζει και η ΔΟΕ οι βέλτιστες πρακτικές ενός κράτους-μέλους δεν είναι σίγουρα μεταβιβάσιμες στις διαφορετικές πραγματικότητες άλλων χωρών. Η στείρα λοιπόν μεταφορά τους, χωρίς να συνυπολογίζονται οι εθνικές ιδιαιτερότητες, δύναται να επιφέρει τα ακριβώς αντίθετα αποτελέσματα από τα προσδοκώμενα. Σε αυτήν την κατεύθυνση απαιτείται η ιδιαίτερα προσεκτική διερεύνηση και προσομοίωσή τους ώστε να προβλεφθεί στην ολότητά του είτε ο θετικός αντίκτυπος είτε οι αρνητικές επιπτώσεις. 
Οι βέλτιστες ευρωπαϊκές πρακτικές δεν μπορεί να ...εισάγονται αλά καρτ αγνοώντας το ενδεδειγμένο πλαίσιο προστασίας και δικαιωμάτων των απολυμένων που ισχύει -ορθώς -στις περισσότερες χώρες, αν όχι σε όλες, του στενού πυρήνα της Ευρώπης.
Στην Πατρίδα μας οι ομαδικές –και όχι μόνο– απολύσεις γίνονται γιατί κλείνουν οι επιχειρήσεις ή επειδή οι εργοδότες αδυνατούν να ανταπεξέλθουν στο υψηλό ενεργειακό κόστος, στο κόστος δανεισμού στην αγορά χρήματος, στη φορολογία και στην γραφειοκρατία.
Αυτά τα κρίσιμα αναπτυξιακά και παραγωγικά ζητήματα που θα συνιστούσαν διαρθρωτικές αλλαγές υψηλής προστιθέμενης αξίας απουσιάζουν παντελώς από την υφεσιακή ατζέντα Κυβέρνησης και Δανειστών.
Αλήθεια, όμως, σε μια χώρα με 25% επίσημη ανεργία και το 97% των επιχειρήσεων να είναι μικρές ή πολύ μικρές (0 έως 9 εργαζόμενους) γιατί κόπτονται για τις ομαδικές απολύσεις; Τι σχεδιάζουν και ποιους θέλουν να στοχοποιήσουν;
Πάγια θέση της ΓΣΕΕ αποτελεί το αίτημα για επαναφορά του πλαισίου των Συλλογικών Συμβάσεων Εργασίας στην προ Μνημονίου εποχή. Η ελεύθερη διαπραγμάτευση και συμφωνία των κοινωνικών εταίρων, χωρίς κρατικές παρεμβάσεις, είναι η βασικότερη προϋπόθεση για την αυτορρύθμιση της αγοράς με όρους οικονομικής ανάκαμψης, κοινωνικής συνοχής και στοιχειώδους εργασιακής δικαιοσύνης. 
Χαρακτηριστικό της αποδυνάμωσης κάθε προστασίας για την εργατική πλευρά είναι ότι το 55% των νέων συμβάσεων, είναι συμβάσεις ελαστικών μορφών απασχόλησης αποτελώντας μια βραδυφλεγή βόμβα στα θεμέλια της Κοινωνικής Ασφάλισης και της Εγχώριας Ζήτησης-Κατανάλωσης με κοινό παρανομαστή την οικονομική ασφυξία, την υπονόμευση της προοπτικής αξιοπρεπούς διαβίωσης και την εκτόξευση της φτώχειας στην εργασία. 
Η μείωση του κατώτατου μισθού κατά 22% (751 € - 586€) για τους εργαζόμενους άνω των 25 ετών και κατά 32% για τους κάτω των 25 ετών πραγματοποιήθηκε με την επίσημη αιτιολογία της αύξησης της ανταγωνιστικότητας της εθνικής οικονομίας αλλά και τη μείωση της ανεργίας, και κυρίως της νεανικής ανεργίας. 
Τελικά ούτε το πρώτο επετεύχθη, ούτε το δεύτερο… Η δογματική εμμονή στην πολιτική της εσωτερικής υποτίμησης με τη συρρίκνωση των μισθών επέφερε τα ακριβώς αντίθετα αποτελέσματα πλήττοντας σημαντικά την κατανάλωση και την παραγωγικότητα. Επιπρόσθετα, η ηλικιακή διάκριση μεταξύ ατόμων άνω και κάτω των 25 ετών λειτούργησε ως μηχανισμός υποκατάστασης των ήδη εργαζομένων με “φθηνότερους”.
Η Συνδικαλιστική δράση και λειτουργία προστατεύονται και ρυθμίζονται από το ν. 1264/82, ένα νόμο απολύτως δημοκρατικό και συμβατό με το ευρωπαϊκό πλαίσιο. Είναι, άλλωστε, επιεικώς υποκριτικό αυτοί που με τα νομοθετήματά τους μας γύρισαν τουλάχιστον 30 χρόνια πίσω, να αποκαλούν το συγκεκριμένο νόμο ως αναχρονιστικό… 
Ολοκληρώνοντας, είναι καλό οι “Τεχνοκράτες” να γνωρίζουν ότι η Πρωτοβουλία του Προέδρου Γιούνκερ για την καθιέρωση και θεσμοθέτηση του Ευρωπαϊκού Πυλώνα Κοινωνικών Δικαιωμάτων συμπεριλαμβάνει και τους Έλληνες πολίτες.
Εκτός αν κάποιοι επιθυμούν να μας αντιμετωπίζουν ως “φτωχούς συγγενείς”, εκτός αν κάποιοι οραματίζονται τη χώρα μας σε ένα διαρκές ειδικό καθεστώς…
Η Ελλάδα είναι κράτος-μέλος του στενού πυρήνα της Ε.Ε. δεν μπορεί και δεν πρέπει να συγκρίνεται με χώρες του πρώην ανατολικού μπλοκ.
Επιβάλλεται, λοιπόν, να επιστρέψει άμεσα στην ευρωπαϊκή “κανονικότητα”, μια κανονικότητα που εκτός από δημοσιονομικές δεσμεύσεις περιλαμβάνει το Ευρωπαϊκό Κοινωνικό Μοντέλο και Κεκτημένο.
Είναι σαφές ότι η κλιμάκωση των πολιτικών λιτότητας και η λογική της μετατροπής των ελλειμμάτων του Νότου σε πλεονάσματα του Βορρά τροφοδοτεί τον ευρωσκεπτικισμό, τα άκρα και τους ακραίους, κλυδωνίζουν το ευρωπαϊκό οικοδόμημα συνιστώντας απειλή ακόμη και για την ίδια του την ύπαρξη.
Σε αυτή την εξαιρετικά κρίσιμη περίοδο για τον κόσμο της μισθωτής εργασίας και την ελληνική κοινωνία συνολικότερα, η ΓΣΕΕ οφείλει να αναλάβει πρωτοβουλίες συγκαλώντας τα όργανα του Συνδικαλιστικού Κινήματος προκειμένου να διαμορφώσει μια εναλλακτική πρόταση ευρείας κοινωνικής αποδοχής που θα αποτελέσει την πρώτη ύλη για τη συγκρότηση ενός ισχυρού μετώπου αντίστασης και “θεσμικής ανυπακοής”. 
Η μαζικότητα και οι ρεαλιστικές προτάσεις του Συνδικαλιστικού Κινήματος είναι η δύναμή του και το μοναδικό ανάχωμα απέναντι σε αυτούς που επιβουλεύονται να διαρρήξουν και την τελευταία ικμάδα εργατικής δικαιοσύνης και προστασίας